-
1 ὁμολογέω
A- ήσω Hdt.8.144
, etc.: [tense] aor.ὡμολόγησα Id.9.88
, etc.: [tense] perf.ὡμολόγηκα And.1.29
, etc.:—[voice] Med., [tense] pres. and [tense] aor., Pl. (v. infr.):— [voice] Pass., [tense] fut. (v.l.), Pl.Tht. 171b : [tense] aor.ὡμολογήθην Th.8.29
, etc.: [tense] pf.ὡμολόγημαι Pl.
(v. infr.), etc.:— to be ὁμόλογος : hence,I agree with, say the same thing as, c. dat.,λέγουσι Κορίνθιοι, ὁμολογέουσι δέ σφι Λέσβιοι Hdt.1.23
, cf. 171, 2.4 ; Κυρηναῖοι τὰ περὶ Bάττον οὐδαμῶς -έουσι Θηραίοισι Id.4.154
.II correspond, agree with, whether of persons or things, c. dat.,[τὸ ἓν] ἑωυτῷ ὁ. Heraclit.51
;ὁμολογέουσι ταῦτα τοῖσι Ὀρφικοῖσι Hdt.2.81
;αὗται αἱ πόλιες τῇσι πρότερον λεχθείσῃσι ὁμολογέουσι κατὰ γλῶσσαν οὐδέν Id.1.142
, cf. 2.18 ; have to do with, ; ; ; ὥστε μηδὲν ὁμολογεῖν τὼ τρόπω τὼ ἀλλήλων are utterly unlike, Lys.20.12.b to be coordinated,πρὸς ἓν ἔργον Gal.UP1.8
: metaph., of a vowel, agree, i. e. form a diphthong, Plu.2.737f.2 agree to a thing, grant, concede, ὁμολογῶ τάδε S.l.c.: abs., Hdt.8.94 ; ; ; ὁμολογοῖεν ἂν ἡμῖν οἱ ἄνθρωποι, ἢ οὔ; Id.Prt. 357a ; ὅπως.. τῇ τύχῃ σου χάριτας ὁμολογεῖν δυνηθῶ that I may avow my gratitude.., PRyl.114.32 (iii A. D.) ; ὁ. χάριν θεοῖς acknowledge gratitude, Luc.Laps.15 (ὁ. ἔν τινι Ev.Matt.10.32
appears to be an Aramaism ;ὁ. ἐφ' ἁμαρτίαις LXX Si.4.26
): without acc. rei, ὁμολογῶ σοι I grant you, i.e. 1 admit it, Ar.Pl.94 ; parenthetically, ἀφειλόμην, ὁμολογῶ I allow it, X.An.6.6.17 : c. inf., ὁ. Νικίαν ἑορακέναι allows, confesses that he has seen.., Eup. 181.3 ; ὁ. σε ἀδικεῖν I confess that I am wronging thee, E.Fr. 265 ;ὁ. κλέπτειν Ar.Eq. 296
, cf. Antipho 2.4.8 ;ὁ. καπηλεύειν Isoc.2.1
; ὁ. οὐκ εἰδέναι confess ignorance, Arist.SE 183b8 ;ὁ. πατάξαι Ar.V. 1422
;ὁμολογοῦσι νοσεῖν μᾶλλον ἢ σωφρονεῖν Pl.Phdr. 231d
;ὁ. ἓν πάντα εἶναι Heraclit.50
;ὁ. Μειδίαν ἁπάντων λαμπρότατον γεγενῆσθαι D.21.153
, cf. 197 ; esp. in receipts, ὁ. ἀπέχειν, ἐσχηκέναι, etc., PHib.1.97.5 (iii B. C.), CPR229.3 (iii A. D.), etc. ; in contracts,ὁ. διαλελύσθαι πρὸς ἀλλήλους PHib.1.96.5
(iii B. C.), cf. BGU1160.3 (i B. C.), etc. ;τοῦθ' ὁ. ὡς.. Pl.Chrm. 163a
, cf. Lg. 896c : also c. Partic.,ὁ. τινὰ δίκαια ὄντα Id.Cri. 49e
, 50a ; v. infr. c.3 agree or promise to do, c. [tense] fut. inf., Antipho 6.23, And.1.62, Pl.Smp. 174a,Phdr. 254b, etc.: c. [tense] aor. inf., D.42.12 : c. [tense] pres. inf.,ὡμολόγησαν ἑκατὸν τάλαντα ἐκτείσαντες ἀζήμιοι εἶναι Hdt.6.92
: also freq. abs., promise, μισθῷ ὁμολογήσαντες (sc. ἀπαλλάξεσθαι) Id.2.86 ; ὁ ὁμολογῶν the person who gives an undertaking, BGU297.22 (i A. D.), etc. ; make an agreement, come to terms, τινι with another, Hdt.6.33,7.172, al. ; ἐπὶ τούτοισι on these terms, Id.1.60, cf. 8.140.β', Th.4.69.b c. acc., promise, τῆς ἐπαγγελίας ἧς (for ἣν)ὡμολόγησεν ὁ θεὸς τῷ Ἀβραάμ Act.Ap.7.17
;θεῷ ὑψίστῳ εὐχὴν Αὐρήλιος Ἀσκλάπων, ἣν ὡμολόγησεν ἐν Ῥώμῃ IGRom.4.542
([place name] Phrygia).B [voice] Med., in sense of [voice] Act.,ὑπεναντίος ὁ τρόπος.. ὁμολογεόμενος Hp.Vict.1.11
; ;νόμοι σφίσιν αὐτοῖς ὁ. Isoc.2.17
, cf. 6.14 ;τὸ ταὐτὸν καὶ ὁ. Pl.Lg. 741a
; ;- ούμενος καὶ σύμφωνος κατὰ τὸν βίον Plb.31.25.8
;τοῦτο -ήσασθαι ὅτι.. Pl.Cra. 439b
, etc.C [voice] Pass., to be agreed upon, allowed or granted by common consent, X.An.6.3.9, etc. ; : c. inf., with predicate added, to be allowed or confessed to be so and so, ; , cf. X. An.1.9.20, etc.2 without inf., ἡ τοῦ οἰκείου.. ἕξις.. δικαιοσύνη ἂν ὁμολογοῖτο should be allowed [to be] justice, Pl.R. 434a ;- ούμενοι δοῦλοι And.4.17
; τοὺς -ουμένους θεούς those who are admitted [to be] gods, Timocl.1.2, cf. Th.6.89.3 abs., it is granted, agreed,Pl.
Phd. 72a, al. ; τὰ ὡμολογημένα the things granted, ibid. ; ἐξ ὁμολογουμένου, = ὁμολογουμένως, Plb.3.111.7.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁμολογέω
-
2 εἰς-καλέω
εἰς-καλέω (s. καλέω), hineinrufen, einladen, vorladen; τοὺς μάρτυρας Ar. Vesp. 937; πρὸς ἑαυτόν τινα Xen. Cyr. 8, 3, 1. – Med., zu sich, Pol. 22, 5, 2.
-
3 πραγματεια
ἥ1) дело, занятие, работа, труд, тж. заботаτοῦ βίου πραγματεῖαι NT. — житейские заботы;πραγματεῖαι προστεταγμέναι κατὰ ψήφισμα Aeschin. — занятия, порученные в порядке выборов, выборные должности2) отрасль; область, разделἡ τοῦ διαλέγεσθαι π. Plat. — диалектика;
ἥ δημηγορικέ π. Arst. — риторическое искусство;ἄλλης ἐστὴ πραγματείας Arst. — это относится к другому разделу3) учение(ἥ τοῦ Πλάτωνος π. Arst.)
ἥ τοῦ ἐπιπέδου π. Plat. — учение о плоскости4) изучение, рассмотрениеἡ περὴ τοὺς μάρτυρας πραγματεία Arst. — рассмотрение свидетельских показаний;
τοῦ εἰδέναι χάριν ἥ π. Arst. — исследование в целях познания5) (литературный) труд, исследование, трактатτοῦτο ζητοῦμεν κατὰ τέν προκειμένην πραγματείαν Arst. — (именно) об этом идет речь в настоящем исследовании
6) историческое повествование, история Polyb., Luc.7) судебный процесс Isocr. -
4 πραγματεία
A prosecution of business, diligent study, Isoc.1.44,5.7, Pl.Cra. 408a, al.; ;πλείονος εἶναι πρηγματίης Hp.VM7
; ἡ μάταιος π. [λογισμῶν] this idle attention to argumentations, X.Mem.4.7.8; μετὰ πολλῆς π. with a great deal of trouble, PCair.Zen.19.4 (iii B. C.).II occupation, business, ἡ π. αὐτῆς (sc. τῆς ῥητορικῆς)ἅπασα.. εἰς τοῦτο τελευτᾷ Pl.Grg. 453a
; ἡ τοῦ διαλέγεσθαι π. the business of dialectic, Id.Tht. 161e; τοῦ πολιτικοῦ.. πᾶσα ἡ π. περὶ πόλιν [ἐστί] Arist Pol.1274b37, cf. EN1105a11; ἡ δημηγορικὴ π. the business of oratory, Id.Rh.1354b24;ἀπὸ τῆς ἀναισχύντου π. ἀποστῆναι Aeschin.3.242
; πραγματεῖαι official duties, opp. ἀρχαί, ib.13, cf.PTeb.5.143, al. (ii B. C.); esp. law-business, lawsuit, Isoc.2.18, al.;ἡ περὶ τὰ δικαστήρια π. Id.15.31
: pl., affairs in general, ; (nisi leg. πραγμάτων); troubles, D.61.37, Epicur.Ep.1p.28U.; πρὸς ἔθνη τὴν π. ἔχειν to have dealings with.., Str.9.2.2.b pl., works, of the buildings of Solomon, LXX 3 Ki.9.1.III treatment of a subject,εἰδέων Archyt.4
; ἡ τοῦ ἐπιπέδου π., as a definition of plane geometry, Pl.R. 528d; ἡ Πλάτωνος π. Plato's system, Arist.Metaph. 987a30, cf. 986a8, Epicur.Ep.1p.3U., Phld.D.1.17; manner of dealing with,ἡ περὶ τοὺς μάρτυρας π. Arist.Rh. 1376b4
.2 philosophical argument or treatise, Id.Top. 100a18, 101a26;τοῦ εἰδέναι χάριν ἡ π. Id.Ph. 194b18
;ἡ παροῦσα π. οὐ θεωρίας ἕνεκα Id.EN 1103b26
; the subject of such a treatise,τρεῖς αἱ π. Id.Ph. 198a30
, cf. SE 183b4;ἡ περὶ τῶν ἀγαθῶν ἐκδοθεῖσα π. Str.1.2.2
, etc.3 systematic or scientific historical treatise, Plb.1.1.4, 1.3.1, D.S.1.1, D.H.1.74, Luc. Hist.Conscr.13; Τρωϊκὴ π. the legends of the Trojan war, Arg.S.Aj.;π. συνέταξεν ἐν δράματι τῶν Δαρδάνου πράξεων τὰς μνημοσύνας BMus.Inscr.3.444.18
([place name] Iasus).4 magical operation, spell,ἡ Σολομῶνος π. PMag.Par.1.853
, cf.776.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πραγματεία
-
5 μάρτυς
μάρτυς, υρος, ὁ, dat. plur. μάρτυσι, acc. sing. μάρτυρα, doch wird μάρτυν aus Men. bei Phot. angeführt, Sp. haben auch den nom. μάρτυρ, Zeuge, Zeuginn, Hes. O. 373; H. h. Merc. 372, μάρτυς ἔστω Ζεύς, Pind. P. 4, 167, öfter; ἔϑηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας, von den Säulen des Herakles, N. 3, 22; Tragg., ὡς ἂν παρῇ μοι μάρτυς ἐν δίκῃ ποτέ, Aesch. Ch. 981; μάρτυς ἐν λόγοις, Soph. Phil. 319; πολλῶν παρόντων μαρτύρων, Trach. 351; τούτων μάρτυρας καλῶ ϑεούς, Eur. Troad. 1238; μαρτύρων ἐναντίον, Ar. Eccl. 448, vor Zeugen; sehr gew. in Prosa, τί δεῖται μάρτυρος; Plat. Rep. I, 340 a; ἐν μάρτυσι, vor Zeugen, Conv. 175 e; μάρτυρας παρέξομαι, ich werde Zeugen stellen, 215 b, u. so häufig bei den Rednern; auch τούτοις τοῖς λόγοις μάρτυρας τοὺς ποιητὰς ἐπάγονται, Plat. Rep. II, 364 c, wie μάρτυρα παραγόμενος τὴν τῶν ϑηρίων φύσιν, Legg. VIII, 836 c; αὐτὸν σὲ μάρτυρα ποιοῦμαι, Xen. An. 7, 7, 39 u. sonst, auch bei Folgdn.
-
6 ὁ
ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where ὁ is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖς(ι), οἷς, οἶσι(ν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷς(ι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)1 c. ind.a preceded by an antecedent.Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12
Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25
ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8
κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23
ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74
Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76
Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81
κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13
Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9
ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29
δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33
ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6
Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11
Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4
ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12
αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12
Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29
ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34
Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79
ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93
[ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73
Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16
Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31
Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67
Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76
κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83
ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10
υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15
ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34
Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70
ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24
μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85
Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100
ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104
ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29
πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63
φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2
Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16
Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21
Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54
Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61
Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66
Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78
τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇκρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5
ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80
Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16
Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27
γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50
θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89
ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70
στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74
Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78
( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
[ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10
“ κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατ” P. 4.20 “Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτε” P. 4.46μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61
“τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπον” P. 4.111 “ ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαι” P. 4.149 “θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνε” P. 4.152 “ δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθη” P. 4.161βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225
δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10
Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27
ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41
Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63
μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82
ἄνδρες τοὺςἈριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87
Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103
ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10
Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30
Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50
ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10
τὺ (= Ἡσυχία) —τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12
Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18
σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83
Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5
Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14
ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15
σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42
“ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθα” P. 9.44 “ παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσει” P. 9.59Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73
Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80
κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107
Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31
ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34
θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5
ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13
Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17
Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45
τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6
θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9
υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17
δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31
νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκενΦερσεφόνᾳ N. 1.13
ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9
Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14
κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22
Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34
Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55
σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65
Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68
αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81
Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25
ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9
Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37
μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44
παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13
Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21
ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59
Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27
[ βοαθοῶν τοι. v.τοι N. 7.33
]πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35
γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72
τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90
[ γέρας τό περ νῦν. v. ὁ, C. N. 7.101]ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11
πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34
ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9
—11.αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34
φιάλαι-σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52
Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17
ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5
Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36
φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14
χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22
γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4
Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35
Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37
υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55
θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64
—5.Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35
πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27
“θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν Νεμέᾳ” I. 6.48 “ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖς” I. 6.52ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74
θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25
Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19
Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23
Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49
θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34
ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52
ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55
μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63
( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένωνὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36
Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42
]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78
Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104
χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., ᾇ cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41
οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46
dI ἐξ οὗ, from then onἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71
ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76
II v. οὕνεκεν.I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.212 c. subj.a preceded by definite antecedent.I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44
II add. κε/ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100
“γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶτα” P. 4.51ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23
, cf. P. 5.65 infra.I being demonstrative in same case as rel.δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65
ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50
II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supraaII3 c. opt.a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.1194 f. s. dat. pro adv., =ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23
ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.795 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36
as fourth word, or more,ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβονὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28
τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.6 in crasis, v. οὕνεκεν.7 fragg. ]νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154
]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21
ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9
]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσι(ν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)aμέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37
—9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58
—9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8
—12.τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47
—53.τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51
—2.ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97
—100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32
δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41
—3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55
μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55
—6.ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29
—30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.b with μέν onlyI in μέν... δέ construction.ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73
τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8
τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86
τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93
[ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44
[ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7 “παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19
“ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ” I. 8.35καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53
b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30
τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.g in μέν... ἀτάρ construction.οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168
c with δέ onlyI in μέν... δέ construction.παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11
πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34
πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.IIὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67
—8.IIIἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87
IV where a μέν antithesis is suppressed.διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92
ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33
νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18
Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65
πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66
ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61
ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52
τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38
τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31
ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45
d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73
τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41
τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44
τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32
τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60
τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72
ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82 “φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει” P. 4.53ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120
“ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσον” P. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, Περικλύμεν” P. 4.174Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18
ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: ὁ refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖταπορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61
τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37
τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24
τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56
τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65
adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73
ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8
( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένες” P. 4.41 ( συγγενέσιν.)οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133
τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17
( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62
ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61
( Μοισᾶν.)αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25
( Νεοπτόλεμος.)ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36
θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν (ὁ is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε (ὁ refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36
( Κόρινθον.)ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6
( Κάστορος.)τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60
αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15
ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61
cf. O. 6.56i combined withκαί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
j followed byγε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45
τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41
[ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]k followed by ῥα. ( βάρβιτος). τόν ῥα Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος εὗρεν πρῶτος fr. 125. 1.2 without particle.Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78
τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31
ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20
ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80
τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227
Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24
τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν —ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9
ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔνα(ι)ρε(ν)· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28
λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43
( νιν).τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69
( τοκεῦσιν.)τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59
πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία)· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.653 prospective, referring to a following rel. cl.μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75
ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10
τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47
cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.394 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132
5 adverbial usages.a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31
τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
[ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11c τῶ, v. τῶ.6 fragg.τοὶ τα[ Pae. 6.70
ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10
ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)1 c. subs. prop.aτᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94
ἅ τε Πίσα O. 3.9
τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6
ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41
, O. 7.32ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53
τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4
τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64
ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84
ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110
ἁ Μινύεια O. 14.19
τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3
ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10
ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16
τὸ Καστόρειον P. 2.69
ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73
ἅ τε Πυθώ P. 4.66
τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276
αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1
ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5
τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4
τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57
τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59
ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8
ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13
τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44
διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21
ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26
τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2
ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53
ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73
τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7
ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6
ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20
τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54
τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5
ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28
ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44
ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47
ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.b c. subs., in apposition to subs. prop.Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17
Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250
Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94
Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4
Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.c c. gen., sc.υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46
Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13
d c. gen., in apposition.πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77
παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31
παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65
παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7
2 c. subs.aὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1
τὸ δὲ κλέος O. 1.93
ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53
τῶν δὲ μόχθων O. 8.7
ὁ δὲ λόγος P. 1.35
τὸν εὐεργέταν P. 2.24
ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114
ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286
ὁ πλοῦτος P. 5.1
τὸν εὐεργέταν P. 5.44
ὁ χρυσὸς N. 4.82
τᾶς θεοῦ N. 5.13
εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25ὁ μάρτυς N. 7.49
ἁ κέλευθος I. 2.33
ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19
τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67
τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.b with intervening adj.ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8
ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81
τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28
τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37
τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99
τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30
τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36
τὰν σὰν πόλιν O. 5.4
τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13
ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28
ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7
τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77
τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13
τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95
τὸν αἰχματὰνκεραυνὸν P. 1.5
ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46
τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56
ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72
τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79
αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30
τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40
τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41
τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64
ὁ λάβρος στρατός P. 2.87
τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62
ὁ μέγας πότμος P. 3.86
τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184
τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186
τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13
αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38
τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19
ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8
ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27
τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69
ὁ θνατὸς αἰών (ὁ om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2
τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83
Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23
τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12
τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5
τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4
τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25
Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36
τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41
τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111
τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131
ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.c with intervening phrase, e. g. gen.μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66
μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15
“ παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνον” O. 4.27αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30
ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70
ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83
[ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1
τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1
ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43
τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46
τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56
τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83
ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111
ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18
τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50
ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72
τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95
τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108
τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9
“ τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων” P. 4.92τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263
οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27
τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106
ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22
τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23
τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59
ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102
οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12
ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5
καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25
τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9
τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56
τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58
οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1
νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19
ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16
καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32
τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58
τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63
τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65
τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1
ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44
τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9
τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9
[ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54
τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15
ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5
ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18
ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78
[ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55
τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32
“ φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα” P. 8.44 “ ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρως” P. 8.48ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17
ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13
ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20
τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2
ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34
ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3
ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24
ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
[cf.τὸν μὲν κτἑ I. 6.37
]ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39
τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12
ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132
τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
e in apposition, with phrase following.στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2
ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72
τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277
φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42
παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15
† ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησεν† N. 10.413 c. adj., part.a adj.ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30
τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113
τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58
ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85
οἱ δύο O. 8.38
τὰ τέρπν O. 9.28
τὰ τοιαῦτ O. 9.40
τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55
τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5
οἱ σοφοὶ P. 2.88
τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96
τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83
τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75
τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285
ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60
[ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64
τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93τὸν ἐχθρὸν P. 9.95
τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19
τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41τὰ μέσα P. 11.52
τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30
τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53
τὸ καλλίνικον N. 3.18
τὰ μακρὰ N. 4.33
τὸ μόρσιμον N. 4.61
, N. 7.44τὸ συγγενὲς N. 6.8
τὸ τερπνὸν N. 7.74
τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34
τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9
τὸν ἐσλόν I. 2.7
τῶν ἀπειράτων I. 4.30
τὸν ἐχθρόν I. 4.48
τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5
τὰ μακρὰ I. 7.43
τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47
τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38
ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74
τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.b in apposition.παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27
ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12
θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34
καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2
πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88
Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3
θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97
“ Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροις” P. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47
λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72
[ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: ὁ del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37
ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12
κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24
Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53
λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79
Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41
Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80c c. part.ὁ νικῶν O. 1.97
τὸ μέλλον O. 2.56
σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86
ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66
τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9
τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103
τῶν ἀπεόντων P. 3.20
τὰ ἐοικότα P. 3.59
ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93
ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30
τὸ παρκείμενον N. 3.75
λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31
τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55
ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40
τὸ σεσωπαμένον I. 1.63
τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27
ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42
τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52
ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66
τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83
ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.4 c. inf., pro subs.τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51
τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97
τὸ διδάξασθαι O. 8.59
τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60
τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37
τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38
τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99
τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56
καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18
ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44
τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.5 c. adv.a pro subs.τῶν γε νῦν O. 1.105
τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44
νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87
τῶν πάροιθε P. 2.60
τὰ πόρσω P. 3.22
τῶν πάλαι P. 6.40
τῶν νῦν δὲ P. 6.43
ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56b pro adv.τὸ πολλάκις O. 1.32
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48
εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54
τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117
“ τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει” P. 8.51 “ τὸ πρῶτον” P. 9.41τὸ πρίν P. 11.39
τό γέ νυν P. 11.44
τὰ πόλλ N. 2.2
τὸ πρῶτον N. 3.49
τὸ λοιπὸν N. 7.45
τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.6 c. subs. phrase.τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100
Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98
τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101
τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106
ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89
τὸ πὰρ ποδός P. 3.60
τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63
τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52
τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69
τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42
τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42
μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4
τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.7 ὁ αὐτός, the sameτωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45
μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38
ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.1048 fragg. ]ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176
ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.τῷ δ[ Pae. 10.22
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9. -
7 ὅ
ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where ὁ is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖς(ι), οἷς, οἶσι(ν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷς(ι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)1 c. ind.a preceded by an antecedent.Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12
Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25
ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8
κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23
ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74
Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76
Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81
κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13
Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9
ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29
δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33
ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6
Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11
Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4
ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12
αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12
Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29
ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34
Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79
ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93
[ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73
Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16
Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31
Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67
Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76
κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83
ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10
υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15
ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34
Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70
ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24
μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85
Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100
ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104
ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29
πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63
φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2
Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16
Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21
Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54
Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61
Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66
Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78
τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇκρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5
ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80
Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16
Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27
γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50
θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89
ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70
στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74
Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78
( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
[ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10
“ κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατ” P. 4.20 “Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτε” P. 4.46μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61
“τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπον” P. 4.111 “ ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαι” P. 4.149 “θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνε” P. 4.152 “ δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθη” P. 4.161βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225
δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10
Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27
ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41
Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63
μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82
ἄνδρες τοὺςἈριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87
Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103
ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10
Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30
Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50
ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10
τὺ (= Ἡσυχία) —τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12
Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18
σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83
Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5
Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14
ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15
σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42
“ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθα” P. 9.44 “ παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσει” P. 9.59Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73
Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80
κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107
Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31
ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34
θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5
ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13
Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17
Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45
τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6
θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9
υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17
δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31
νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκενΦερσεφόνᾳ N. 1.13
ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9
Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14
κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22
Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34
Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55
σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65
Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68
αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81
Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25
ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9
Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37
μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44
παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13
Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21
ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59
Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27
[ βοαθοῶν τοι. v.τοι N. 7.33
]πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35
γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72
τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90
[ γέρας τό περ νῦν. v. ὁ, C. N. 7.101]ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11
πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34
ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9
—11.αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34
φιάλαι-σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52
Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17
ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5
Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36
φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14
χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22
γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4
Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35
Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37
υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55
θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64
—5.Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35
πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27
“θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν Νεμέᾳ” I. 6.48 “ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖς” I. 6.52ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74
θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25
Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19
Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23
Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49
θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34
ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52
ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55
μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63
( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένωνὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36
Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42
]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78
Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104
χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., ᾇ cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41
οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46
dI ἐξ οὗ, from then onἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71
ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76
II v. οὕνεκεν.I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.212 c. subj.a preceded by definite antecedent.I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44
II add. κε/ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100
“γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶτα” P. 4.51ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23
, cf. P. 5.65 infra.I being demonstrative in same case as rel.δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65
ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50
II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supraaII3 c. opt.a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.1194 f. s. dat. pro adv., =ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23
ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.795 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36
as fourth word, or more,ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβονὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28
τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.6 in crasis, v. οὕνεκεν.7 fragg. ]νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154
]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21
ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9
]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσι(ν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)aμέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37
—9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58
—9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8
—12.τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47
—53.τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51
—2.ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97
—100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32
δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41
—3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55
μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55
—6.ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29
—30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.b with μέν onlyI in μέν... δέ construction.ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73
τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8
τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86
τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93
[ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44
[ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7 “παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19
“ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ” I. 8.35καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53
b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30
τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.g in μέν... ἀτάρ construction.οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168
c with δέ onlyI in μέν... δέ construction.παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11
πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34
πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.IIὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67
—8.IIIἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87
IV where a μέν antithesis is suppressed.διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92
ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33
νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18
Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65
πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66
ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61
ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52
τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38
τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31
ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45
d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73
τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41
τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44
τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32
τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60
τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72
ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82 “φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει” P. 4.53ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120
“ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσον” P. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, Περικλύμεν” P. 4.174Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18
ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: ὁ refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖταπορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61
τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37
τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24
τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56
τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65
adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73
ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8
( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένες” P. 4.41 ( συγγενέσιν.)οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133
τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17
( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62
ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61
( Μοισᾶν.)αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25
( Νεοπτόλεμος.)ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36
θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν (ὁ is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε (ὁ refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36
( Κόρινθον.)ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6
( Κάστορος.)τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60
αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15
ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61
cf. O. 6.56i combined withκαί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
j followed byγε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45
τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41
[ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]k followed by ῥα. ( βάρβιτος). τόν ῥα Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος εὗρεν πρῶτος fr. 125. 1.2 without particle.Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78
τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31
ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20
ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80
τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227
Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24
τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν —ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9
ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔνα(ι)ρε(ν)· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28
λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43
( νιν).τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69
( τοκεῦσιν.)τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59
πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία)· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.653 prospective, referring to a following rel. cl.μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75
ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10
τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47
cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.394 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132
5 adverbial usages.a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31
τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
[ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11c τῶ, v. τῶ.6 fragg.τοὶ τα[ Pae. 6.70
ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10
ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)1 c. subs. prop.aτᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94
ἅ τε Πίσα O. 3.9
τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6
ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41
, O. 7.32ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53
τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4
τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64
ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84
ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110
ἁ Μινύεια O. 14.19
τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3
ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10
ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16
τὸ Καστόρειον P. 2.69
ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73
ἅ τε Πυθώ P. 4.66
τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276
αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1
ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5
τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4
τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57
τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59
ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8
ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13
τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44
διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21
ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26
τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2
ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53
ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73
τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7
ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6
ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20
τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54
τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5
ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28
ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44
ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47
ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.b c. subs., in apposition to subs. prop.Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17
Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250
Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94
Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4
Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.c c. gen., sc.υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46
Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13
d c. gen., in apposition.πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77
παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31
παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65
παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7
2 c. subs.aὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1
τὸ δὲ κλέος O. 1.93
ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53
τῶν δὲ μόχθων O. 8.7
ὁ δὲ λόγος P. 1.35
τὸν εὐεργέταν P. 2.24
ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114
ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286
ὁ πλοῦτος P. 5.1
τὸν εὐεργέταν P. 5.44
ὁ χρυσὸς N. 4.82
τᾶς θεοῦ N. 5.13
εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25ὁ μάρτυς N. 7.49
ἁ κέλευθος I. 2.33
ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19
τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67
τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.b with intervening adj.ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8
ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81
τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28
τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37
τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99
τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30
τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36
τὰν σὰν πόλιν O. 5.4
τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13
ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28
ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7
τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77
τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13
τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95
τὸν αἰχματὰνκεραυνὸν P. 1.5
ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46
τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56
ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72
τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79
αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30
τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40
τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41
τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64
ὁ λάβρος στρατός P. 2.87
τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62
ὁ μέγας πότμος P. 3.86
τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184
τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186
τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13
αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38
τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19
ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8
ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27
τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69
ὁ θνατὸς αἰών (ὁ om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2
τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83
Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23
τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12
τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5
τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4
τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25
Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36
τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41
τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111
τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131
ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.c with intervening phrase, e. g. gen.μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66
μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15
“ παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνον” O. 4.27αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30
ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70
ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83
[ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1
τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1
ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43
τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46
τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56
τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83
ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111
ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18
τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50
ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72
τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95
τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108
τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9
“ τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων” P. 4.92τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263
οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27
τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106
ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22
τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23
τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59
ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102
οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12
ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5
καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25
τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9
τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56
τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58
οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1
νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19
ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16
καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32
τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58
τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63
τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65
τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1
ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44
τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9
τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9
[ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54
τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15
ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5
ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18
ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78
[ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55
τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32
“ φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα” P. 8.44 “ ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρως” P. 8.48ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17
ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13
ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20
τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2
ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34
ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3
ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24
ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
[cf.τὸν μὲν κτἑ I. 6.37
]ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39
τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12
ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132
τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
e in apposition, with phrase following.στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2
ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72
τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277
φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42
παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15
† ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησεν† N. 10.413 c. adj., part.a adj.ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30
τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113
τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58
ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85
οἱ δύο O. 8.38
τὰ τέρπν O. 9.28
τὰ τοιαῦτ O. 9.40
τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55
τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5
οἱ σοφοὶ P. 2.88
τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96
τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83
τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75
τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285
ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60
[ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64
τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93τὸν ἐχθρὸν P. 9.95
τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19
τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41τὰ μέσα P. 11.52
τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30
τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53
τὸ καλλίνικον N. 3.18
τὰ μακρὰ N. 4.33
τὸ μόρσιμον N. 4.61
, N. 7.44τὸ συγγενὲς N. 6.8
τὸ τερπνὸν N. 7.74
τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34
τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9
τὸν ἐσλόν I. 2.7
τῶν ἀπειράτων I. 4.30
τὸν ἐχθρόν I. 4.48
τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5
τὰ μακρὰ I. 7.43
τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47
τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38
ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74
τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.b in apposition.παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27
ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12
θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34
καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2
πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88
Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3
θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97
“ Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροις” P. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47
λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72
[ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: ὁ del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37
ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12
κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24
Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53
λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79
Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41
Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80c c. part.ὁ νικῶν O. 1.97
τὸ μέλλον O. 2.56
σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86
ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66
τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9
τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103
τῶν ἀπεόντων P. 3.20
τὰ ἐοικότα P. 3.59
ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93
ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30
τὸ παρκείμενον N. 3.75
λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31
τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55
ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40
τὸ σεσωπαμένον I. 1.63
τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27
ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42
τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52
ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66
τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83
ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.4 c. inf., pro subs.τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51
τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97
τὸ διδάξασθαι O. 8.59
τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60
τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37
τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38
τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99
τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56
καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18
ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44
τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.5 c. adv.a pro subs.τῶν γε νῦν O. 1.105
τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44
νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87
τῶν πάροιθε P. 2.60
τὰ πόρσω P. 3.22
τῶν πάλαι P. 6.40
τῶν νῦν δὲ P. 6.43
ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56b pro adv.τὸ πολλάκις O. 1.32
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48
εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54
τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117
“ τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει” P. 8.51 “ τὸ πρῶτον” P. 9.41τὸ πρίν P. 11.39
τό γέ νυν P. 11.44
τὰ πόλλ N. 2.2
τὸ πρῶτον N. 3.49
τὸ λοιπὸν N. 7.45
τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.6 c. subs. phrase.τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100
Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98
τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101
τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106
ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89
τὸ πὰρ ποδός P. 3.60
τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63
τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52
τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69
τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42
τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42
μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4
τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.7 ὁ αὐτός, the sameτωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45
μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38
ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.1048 fragg. ]ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176
ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.τῷ δ[ Pae. 10.22
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9. -
8 κατά
κατά, kommt als adv. nicht mehr vor u. erscheint nur in einzelnen Fällen ohne Casus, wo man eine Tmesis annehmen muß, wie auch κατὰ δὲ προτόνοισιν ἔδησαν Od. 2, 425. 15, 290 zu fassen, sie banden mit Tauen fest, wo der dat. nicht zu κατά gezogen werden darf; vgl. κατὰ συφεοῖσιν ἐέργνυ 10, 238. Als Präposition mit der Grundbedeutung herab u. darüberhin.
I. Mit dem genit.; – 1) vom Orte; – a) Bewegung von oben nach unten hin, herab von; βῆ δὲ κατ' Ἰδαίων ὀρέων ἐς φύλοπιν Il. 16, 677, βῆ δὲ κατ' Οὐλύμποιο καρήνων, vom Gipfel des Olymp herab, 22, 187, καϑ' ἵππων ἀΐξαντες, vom Wagen herabspringend, 6, 232, βαλέειν κατὰ πέτρης Od. 14, 399; ἱεὶς σαυτὸν κατὰ τοῦ τείχους Ar. Vesp. 355, wie ἐῤῥίπτεον ἑαυτοὺς κατὰ τοῦ τείχεος κάτω Her. 8, 53, sie stürzten sich selbst von der Mauer herab; αὐτὴν πνεῦμα Βορέου κατὰ τῶν πλησίον πετρῶν ὦσαι Plat. Phaedr. 229 c; ἁλλόμενοι κατὰ τῆς πέτρας Xen. An, 4, 2, 17; so auch richtigere Lesart κατὰ κλίμακος καταβαίνειν 4, 5, 25, wo Krüger D. Sic. 14, 28 καταβάσεις κατὰ κλιμάκων vergleicht; ἧκαν ἑαυτοὺς κατὰ τῆς χιόνος εἰς τὴν νάπην Xen. An. 4, 5, 18; so auch κατ' ἄκρης, s. ἄκρα; Ζεὺς ὕων κατὰ τοῦ κεράμου βαλανεύσει Phereer. bei Ath. VI, 269 d. – Herab auf, nieder auf, κατὰ δ' ὀφϑαλμῶν κέχυτ' ἀχλύς Il. 15, 344 u. öfter, von dem Todesdunkel, das sich auf die Augen niedersenkt, vgl. τὸν δὲ κατ' ὀφϑαλμῶν ἐρεβεννὴ νὺξ ἐκάλυψε 13, 580; κατὰ χϑονὸς ὄμματα πήξας, auf die Erde heftend, auf den Boden gesenkt, 3, 217; vom Wurfspieß, κατὰ γαίης ᾤχετο, er fuhr niederwärts in die Erde. Daran reihen sich Vrbdgn wie στάξε κατὰ ῥινῶν Il. 19, 39, Μοῖσα κατὰ στόματος χέε νέκταρ Theocr. 7, 82, über den Mund hin; πλειὼν δὲ κατὰ χϑονὸς ἄρμενος εἴη Hes. O. 615; κατὰ τῆς τραπέζης κατασπάσας τέφρην, über den Tisch hin, Ar. Nubb. 178; μύρον κατὰ τῆς κεφαλῆς καταχέαντες, über den Kopf herabgießen, Plat. Rep. III, 398 a; κατὰ τοῦ πυρὸς σπένδειν Critia. 120 a; bei den Comic. κατὰ χειρὸς ὕδωρ, Waschwasser über die Hände, nach VLL, τὸ ῥᾷστον πάντων καὶ εὐχερέστατον; κατὰ χειρὸς ἦν τὰ πράγματα, Alles ging mir leicht von der Hand, Phereer. Chir. frg. 7; eigtl. von dem über die Hände gegossenen Waschwasser, wie ὕδωρ ἐφέρετο κατὰ χειρῶν Ath. IX, 408 b; vgl. Lob. zu Phryn. p. 327. – Pind. sagt κατ' ἀμευσιπόρων τριόδων ἐδινάϑην, P. 11, 38, darüber hin, auf dem Dreiwege; Aesch. δνοφεράν τιν' ἀχλὺν κατὰ δώματος αὐδᾶται φάτις Eum. 357. – Nach Hom. κόπρος κατὰ σπείους κέχυτο πολλή, Od. 9, 330, erweitern Sp. diesen Gebrauch, διεσπάρησαν κατὰ τῆς νήσου, über die Insel hin, auf der Insel, Pol. 3, 19, 7, ἐσκεδασμένοι κατὰ τῆς χώρας 1, 17, 10; so im N. T. καϑ' ὅλης τῆς Ἰουδαίας, u. a. Sp. – b) unter, zunächst bei der Bewegung, bes. unter die Erde, ψυχὴ κατὰ χϑονὸς ᾤχετο Il. 23, 100, sie ging unter die Erde; καταδεδυκέναι, ἀφανίζεσϑαι κατὰ τῆς ϑαλάσσης Her. 7, 6. 235; ἔδυ κατὰ γῆς Plat. Tim. 25 d; κατὰ τῆς γῆς ὑποδύομαι ὑπὸ τῆς αἰσχύνης, vor Scham in die Erde sinken, Xen. An. 7, 7, 11; gew. ohne Artikel, κατὰ γῆς γενέσϑαι 7, 1, 30. Bes. bei den Tragg. Bezeichnung der Unterwelt, οἱ κατὰ χϑονὸς ϑεοί Aesch. Pers. 657 u. öfter, die Götter der Unterwelt; τοῦ κατὰ χϑονὸς ᾅδου Ag. 1359; τὸν ἀεὶ κατὰ γᾶς σκότον εἱμένος Soph. O. C. 1699; κατὰ χϑονὸς ἔκρυψε Ant. 24; ὁ κατὰ γῆς, der Verstorbene, Begrabene, Xen. Cyr. 4, 6, 5. – c) auf ein Ziel hin, κατὰ σκοποῦ τοξεύειν Hdn. 6, 7, 19; κατὰ νώτου ξαίνειν Dem. 19, 197; κατὰ κόῤῥης πατάσσειν, hinter die Ohren schlagen, Luc. Gall. 30. So auch zu erkl. βᾶτε κατ' ἀντιϑύρων Soph. El. 1427; κατὰ πηδαλίων, am Steuerruder, Eur. Andr. 480; κατὰ νώτου γενέσϑαι, in den Rücken kommen, Her. 1, 9, wird bes. ein militärischer Ausdruck, κατὰ νώτου, κατὰ προςώπου, im Rücken, in der Front, 1, 75, Thuc. 3, 108, Pol. 1, 28, 9 u. öfter. – Auffallender sagt Ap. Rh. κατὰ νηδύος ὔμμε φέρουσα, im Bauche, 4, 1328. – Aus Vrbdgn dieser Art u. ä., z. B. τὸν κονιορτὸν εἶδε κατὰ τῶν ἰδίων φερόμενον, entwickelt sich die Bdtg – 2) feindlich, gegen, wider, bes. sprechen, λέγων ὅσ' ἂν ϑέλῃς καϑ' ἡμῶν ἔσχατα κακά Soph. Phil. 65, λόγους τοὺς μὲν Ἀτρειδῶν κάτα Ai. 295; κατ' ἀρχῆς γὰρ φιλαίτιος λεώς, spricht gern gegen die Regierung, Aesch. Suppl. 480; ψεύδεσϑαι κατά τινος Lys. 22, 7; πολλοῦ δέω κατ' ἐμαυτοῦ ἐρεῖν αὐτός, ὡς ἄξιός εἰμι τοῦ κακοῠ, gegen mich selbst zu sprechen, Plat. Apol. 37 b; stimmen, von Richtern, ψῆφος κατ' αὐτῶν ὀλεϑρία βουλεύσεται Aesch. Spt. 180; ψῆφος καϑ' ἡμῶν οἴσεται Eur. Or. 440; δίκην κατ' ἄλλου φωτὸς ὧδ' ἐψήφισαν Soph. Ai. 444; auch sonst von feindlichem Beginnen, αὐτὸς καϑ' αὑτοῦ γ' ἄρα μηχανοῤῥαφῶ Aesch. Ch. 221, ἃ καϑ' αὑτοῖν λόγχας στήσαντε Soph. Ant. 145, ὅσην κατ' αὐτῶν ὕβριν ἐκτίσαιτ' ἰών Ai. 297, κατά τινος μάρτυρας παρασχέσϑαι, ὡς οὐκ ἀληϑῆ λέγει Plat. Gorg. 472 a, Folgde, ὃ κατὰ τῆς πόλεως ὑπελάμβανον εἶναι Pol. 10, 8, 5, τοιαύτην ὠμότητα εἶχε κατὰ τῶν ὑποτεταγμένων D. Sic. 19, 1; λόγος κατά τινος, oratio in aliquem, πρός τινα, adversus aliquem, Wolf Lept. p. CL. u. Heffter ath. Gerichtsverf. p. 175; ϑρίαμβος κατά τινος, über Einen, Plut. Ant. 84; εἶναι κατά τινος, zu Jem. Nachtheil sein, Nic. 21, wie χρῆσϑαί τινι κατά τινος, Tib. Gr. 15. – Soph. vrbdt auch ἐγγελᾶν, ἐγκαλεῖν κατά τινος, O. C. 1341 Phil. 328. – 3) von Plat. an ist dieser Gebrauch auch auf nicht feindliche Verhältnisse ausgedehnt, bes. beim Sprechen, in Beziehung auf, über, von, Conv. 193 c, μὴ τοίνυν κατ' ἀνϑρώπων σκόπει μόνον τοῦτο, ἀλλὰ καὶ κατὰ ζώων πάντων καὶ φυτῶν Phaed. 70 d, συντιϑεὶς λόγον ἔπαινον κατὰ τοῦ ὄνου, eine Lobrede auf den Esel, Phaedr. 260 b; Prot. 323 b; οἱ κατὰ τοῦ Δημοσϑένους ἔπαινοι Aesch. 3, 50, vgl. 124; ὃ καὶ μέγιστόν ἐστι καϑ' ὑμῶν ἐγκώμιον Dem. 6, 9, das größte Lob, das man über euch aussprechen kann; allgem., αἱ κατὰ Θηβαίων ἐλπίδες 19, 84; ταῦτα κατὰ πάντων Περσῶν ἔχομεν λἐγειν Xen. Cyr. 1, 2, 16; μία τις μέϑοδος κατὰ πάντων Arist. de anim. 1, 1; ἐπεκράτησε τὸ τῶν Ἀχαιῶν ὄνομα κατὰ πάντων Πελοποννησίων, er wurde auf alle Peloponnesier ausgedehnt, von ihnen gebraucht, Pol. 2, 38, 1, der auch ἀφορμὴ μήτε κατὰ τῶν ἐμπόρων, μήτε περὶ τοὺς δούλους vrbdt, 4, 50, 3. – Bei den Grammatikern zur Bezeichnung des Sprachgebrauchs, εἰ κατὰ ϑηλείας φαίης Apollon. Synt. p. 198, 19, φαῦλον καὶ φλαῦρον κατὰ τοῦ αὐτοῦ σημαινομένου, sagt man von denselben Dingen, Moeris, οἱ τάττοντες τοῦτο κατὰ τοῦ βλακὸς ἁμαρτάνουσιν Phryn. 272, wo Lob. zu vgl.; κατὰ κοινοῦ, Schol. Thuc. 2, 36; gewöhnlicher ἀπὸ κοινοῦ. – 4) ein bes. Sprachgebrauch ist καϑ' ἱερῶν ὀμνύναι, Ar. Ran. 101, auf das Opfer schwören, wobei örtlich an ein Handauflegen od. die Hand dagegen Ausstrecken zu denken; καϑ' ἱερῶν τελείων ὀμνύναι Andoc. 1, 98; ὤμνυε κατ' ἐξωλείας Dem. 21, 119; καϑ' ἡμῶν ὀμνύναι οὐκ ἤϑελε, εἰ μὴ σαφῶς ᾔδει τὰ εὔορκα ὀμουμένη 29, 26; παραστησάμενον τοὺς παῖ. δας αὐτὸν κατὰ τούτων ὀμεῖσϑαι 54, 38, wobei daran zu denken, daß der Schwur, wenn er nicht gehalten wird, auf das Haupt, bei dem man geschworen, als Fluch fällt; ἐπιορκήσαστ κατὰ τῶν παίδων Lys. 32, 13; κατὰ κυνῶν καὶ χηνῶν ὀμνύναι Luc. Icarom. 9; καϑ' ἱερῶν τελείων ἑστιάσας Tim. 7. – Anders ist εὐχὴν ποιήσασϑαι κατὰ χιλίων χιμάρων, ein Gelübde auf tausend Ziegen machen, Ar. Equ. 659; εὔχεσϑαι κατὰ νικητηρίων Dem. ep. 1 extr., wie App. B. C. 2, 141; sprichwörtlich geworden κατὰ βοὸς εὔχου, etwas Großes geloben, Diogen. 5, 90, μηδὲν κατὰ βοὸς εὔξῃ 6, 55. – 5) von der Zeit; κατὰ παντὸς τοῦ αἰῶνος ἀείμνηστον, für alle Zeit hin, Lycurg. 7; κατὰ παντὸς τοῦ χρόνου σκέψασϑε Dem. 22, 72 u. mit denselben Worten 24, 180. – 6) adverbiale Fügungen sind καϑ' ὅλου, κατὰ παντός, Arist. u. Folgde, durchgängig, im Allgemeinen, s. die Wörter.
II. Mit dem accusat.; – 1) vom Orte; – a) von der Ausdehnung über einen Ort hin, durchhin, u. geradezu in, bei Verbis der Bewegung u. der Ruhe, so daß immer an eine Ausbreitung über einen bestimmten Raum, nach einer gewissen Richtung hin zu denken ist, mit anderer Auffassung als bei ἀνά 3 a, wie auch wir sagen: die Reihen hinauf u. hinunter; von Hom. an sehr gewöhnlich; κατὰ στρατόν Il. 7, 370, κατὰ κρατερὰς ὑσμίνας 2, 345, κατὰ γαῖαν Ἑλλάδα, Ἴλιον, Τροίην, κατὰ πτόλιν, ἄστυ, οἶκον, δώματα, κατὰ λαόν, δῆμον, ἀνϑρώπους, κατὰ νῆας, κλισίας u. ä., κατὰ ῥωπήϊα Od. 14, 473; so auch Tragg., κατὰ πτόλιν, ἄστυ, Aesch. Eum. 969 Pers. 1027 u. sonst; ϑεοῖς τοῖς καϑ' Ἑλλάδα, in Griechenland, Ag. 564; ἐκ τοῦ κατ' ἄστυ βασιλέως τάδ' ἄρχεται, vom König in der Stadt, Soph. O. C. 67; εἴσω κατ' αὐτὸν (χῶρον) εὐστομοῠσ' ἀηδόνες 18; κατὰ στέγας ἰέναι O. R. 637; οἱ κατ' οἶκον, domestici, El. 1136; κατ' οἴκους, im Hause drinnen, O. R. 1447; κατ' ἀγρίαν ὕλην ἀλωμένη O. C. 349; in Prosa, αἱ ἔχιδναι κατὰ πᾶσαν τὴν γῆν εἰσίν Her. 5, 109, sind über die ganze Erde verbreitet; ἥρωες κατὰ τὴν χώραν καὶ τὴν πόλιν ἱδρυμένοι Lycurg. 1, 25; οὐ γὰρ ἦν κατὰ πόλιν Plat. Theaet. 142 a; τῶν κατὰ τὸν οὐρανὸν ἰόντων περὶ γῆν, durch den Himmel hin, 208 d (vgl. ἕως ἔτ' ἔστιν ἄστρα κατὰ τὸν οὐρανόν Ar. Eccl. 83); κατὰ τὸ ὑδάτιον Phaedr. 229 a; τοῦ περιφερομένου κατὰ πάντα τὰ μέλη αἵματος Tim. 74 c; κατὰ τὸν πλοῦν ἤδη ὤν, auf der Fahrt, Thuc. 7, 31; οἱ. κατὰ ταῦτα οἰκοῠντες Xen. An. 7, 5, 13; κατὰ τὴν ὁδὸν ἐγένοντο 4, 3, 21 (vgl. Plat. ἐπειδὰν φερόμενοι γένωνται κατὰ τὴν λίμνην Phaed. 114 a); οἱ κατὰ τὸ Ἀρκαδικὸν πελτασταί, im arkadischen Heere, 4, 8, 18; στὰς κατὰ τὰς πύλας, an dem Thore, 5, 2, 16. Bes. häufig κατὰ γῆν καὶ κατὰ ϑάλατταν, zu Wasser u. zu Lande. – b) κατὰ ποταμὸν πλέειν Her. 1, 194. 4, 44, κατὰ ῥόον, stromabwärts, im Ggstz von ἀνὰ ποταμόν, 2, 96; κατὰ ῥοῦν φέρεται, sprichwörtlich vom Gelingen, Diogen. 5, 82; κατ' οὖρον ἴτω, ἐρέσσετε, Aesch. Spt. 672. 836; ῥείτω κατ' οὖρον Soph. Tr. 468; κατὰ τὸν Ἰλισσὸν ἴωμεν, hinab, entlang, Plat. Phaedr. 229 a. Aehnlich vom Jäger entlehnt, der der Spur nachgeht, κυναγοὶ κατ' ἴχνος πλάταν ἄφαντον κελσάντων Aesch. Ag. 679; κατ' ἴχνος ᾄσσω Soph. Ai. 32, ich eile der Spur nach; κἀμὲ κατὰ ταύτην τὴν ὁδὸν ἄγε, auf diesem Wege, Plat. Soph. 237 b; ἰέναι κατὰ τοὺς ἄλλους προϊόντας, ihnen nachgehen, Her. 9, 53; κατὰ στίβον, auf dem Fuße, 4, 122, wie κατὰ πόδας, Thuc. 3, 98; Xen. Mem. 2, 6, 9. – c) Richtung wohin, an, κατὰ στῆϑος βάλλειν, κατ' ἀσπίδα, Il. 3, 347. 11, 108, u. oft in ähnlichen Vrbdgn, an die Brust treffen, gegen den Schild werfen, auf Etwas zu schießen, βέλος κατὰ καίριον ἦλϑε, das Geschoß kam an eine tödtliche Stelle, 11, 439, οὐδέ ποτε Ζεὺς τρέψεν ἀπὸ κρατερῆς ὑσμίνης ὄσσε φαεινώ, ἀλλὰ κατ' αὐτοὺς αἰὲν ὅρα, sah auf sie hin, 16, 644; παίει κατὰ τὸ στέρνον Xen. An. 1, 8, 26; ὁρμᾶν κατά τινα 7, 5, 27; ὡς κατὰ τοῠτο τὸ χωρίον ἐγένοντο, als sie an den Ort gekommen waren, Her. 3, 86; ἐπεὰν κατὰ τοῦτο γένωμαι τοῦ λόγου 6, 19; übertr., κατὰ τωὐτὸ γίνεσϑαι, übereinstimmen, 4, 119; anders παρῄεσαν αἱ παρϑένοι κατὰ τοὺς πατέρας, wo ihre Väter saßen, 3, 14; λέγειν κατά τινα, zu ihm sprechen, Xen. Cyr. 7, 1, 12. – d) allgemeiner, gegenüber, ἀνὴρ κατ' ἄνδρα τοῠτον ᾑρέϑη Aesch. Spt. 487; κατ' ὄμματα τῷ νυμφίῳ Soph. Ant. 756; κατὰ μὲν Λακεδαιμονίους ἔστησε Πέρσας Her. 9, 31; in der Gegend bei, ἡ Στερίη κατὰ Σινώπην πόλιν κειμένη Her. 1, 76; κεῖται ἡ Κεφαλληνία κατὰ Ἀκαρνανίαν Thuc. 2, 30; ἡ καϑ' ἡμᾶς ϑάλαττα, das sich zu uns erstreckende, bei uns liegende, das mittelländische Meer, Pol. 1, 3, 9; κατὰ βορέαν ἑστηκώς, gegen Norden, Thuc. 6, 104; von tactischen Bestimmungen, οἱ κατὰ τὸ λαιὸν τῶν ὑπεναντίων Pol. 1, 34, 9; öfter οἱ κατά τινα τεταγμένοι u. ä., zur ungefähren Ortsbestimmung. – Oertlich ist auch ursprünglich das bei Hom. so geläufige κατὰ ϑυμόν, κατὰ φρένα καὶ κατὰ ϑυμόν, im Herzen, in der Seele, s. unten. – Bei Zahlen, ungefähr, Her. 2, 145. 6, 44. 79; κατ' οὐδέν, fast Nichts, 2, 101. – 2) von der Zeit, eine Verbreitung durch einen Zeitraum hin, während, zu, Dauer u. Gleichzeitigkeit ausdrückend; ἐμὸν κατ' αἰῶνα, zu meiner Zeit, Aesch. Spt. 201; λευκὸν κατ' ἦμαρ Ag. 654; κατ' ἦμαρ καὶ κατ' εὐφρόνην ἀεί Soph. El. 251; μίαν καϑ' ἡμέραν, in einem Tage, Ant. 55; καϑ' ἡμέραν τὴν νῦν, heute, O. C. 3 Ai. 788; bes. in Prosa, κατὰ Ἄμασιν βασιλεύοντα, zur Zeit als Amasis König war, Her. 2, 143, κατὰ τὸν πόλεμον, während des Krieges, 7, 157, κατ' εἰρήνην, in Friedenszeiten; κατὰ τὸν κατὰ Κροῖσον χρόνον, zu Krösus' Zeiten, 1, 67; κατὰ τοὺς Τρωϊκοὺς χρόνους, zur Zeit des trojanischen Krieges; κατὰ Σωκράτην Ath. XI, 505 f; εἴ τι μὴ ὀρϑῶς πράττω κατὰ τὸν βίον τὸν ἐμαυτοῦ Plat. Gorg. 489 a; κατὰ τοὺς πρώτους χρόνους Polit. 274 c; οἱ καϑ' ἑαυτούς, ihre Zeitgenossen, Xen. Mem. 3, 5, 10; οἱ καϑ' ἡμᾶς Pol. 16, 20, 8; εἴς τε τοὺς πρὸ ἡμῶν καὶ καϑ' ἡμᾶς καιρούς 4, 1, 4; – κατὰ καιρὸν πράττεσϑαι Dem. 1, 4; – κατὰ φῶς, bei Tage, im Ggstz von νύκτωρ, Xen. Cyr. 3, 3, 25. – Aber καϑ' ἡμέραν ist = täglich, Aesch. Pers. 827 u. sonst oft, wie ὁ καϑ' ἡμέραν βίος täglicher Lebensunterhalt, Soph. O. C. 1366, u. ἐπὶ τῷ καϑ' ἡμέραν μισϑῷ, Dem. 59, 108, täglicher Lohn, κατ' ἐνιαυτόν jährlich, Plat. Polit. 298 e; Xen. An. 3, 2, 12 u. öfter; κατὰ μῆνα, monatlich. Diese Verbindungen gehören zu – 3) wo κατά Vereinzelung, Vertheilung eines größern Ganzen in mehrere kleinere Theile ausdrückt; κρῖν' ἄνδρας κατὰ φῠλα, κατὰ φρήτρας, Il. 2, 363, nach Stämmen u. Geschlechtern sie sondern; κατὰ στίχας, reihenweis, Il.; κατὰ κώμας κατοικημένοι, in einzelnen Dörfern angesiedelt, Her. 1, 96; ἐκ τῶν συμμάχων ἐξελέγετο κατ' ὀλίγους 8, 113, immer nur wenige aus den einzelnen Abtheilungen; κατὰ ἕνδεκα μέρη κεκοσμημένη, in elf Theile, Plat. Phaedr. 246 e; κατ' εἴδη διαιρεῖσϑαι τὰ ὄντα, in od. nach Geschlechtern unterscheiden, 273 e; ὁπόσοι κατὰ πόλιν ἐν ἑκάσταις νομεύονται Polit. 295 e; ἵνα μὴ μόνον κατὰ πόλεις, ἀλλὰ καὶ κατ' ἔϑνη δουλεύωσι, nicht bloß stadt-, sondern auch völkerweis, Dem. 9, 26; ἐλάμβανον τοὺς ἄρτους κατ' ὀβολόν, τὰ ἄλφιτα κατ' ἡμίεκτον μετρούμενοι, halbmetzenweis, 31, 37; κατὰ διακοσίας μνᾶς διακεχρημένον, in einzelnen Posten zu 200 Minen ausgeliehen, 27, 11; tactisch, κατὰ φυλάς, κατ' ἴλας, κατὰ τάξεις, κατὰ λόχους, geschwader-, regimenterweise, Xen. Cyr. 1, 4, 17. 6, 2, 36. 2, 1, 23 u. sonst; ähnl. κατὰ πόλεις διελύϑησαν, in die einzelnen Städte, Thuc. 3, 1, ὡς ἕκαστοι κατὰ πόλεις 1, 89; κατὰ μίαν ἐπὶ κέρως πλέοντες 2, 90. Geradezu die Distributivzahlen bildend, καϑ' ἕνα μαχεόμενοι Her. 7, 104; καϑ' ἑπτά, je sieben, Ar. Av. 1079; κατ' όλίγας (ναῦς) προςπίπτοντες, immer nur in kleinen Abtheilungen, Thuc. 3, 28; κατὰ δύο, je zwei, Plat. Ep. VI, 323 c; καϑ' ἕνα, einzeln, Xen. An. 4, 7, 8; κατὰ μίαν ἢ δύο λαμβάνων Dem. 20, 77; κατὰ μίαν ναῦν τάττειν Pol. 1, 26, 12, öfter, bes. von Anordnung u. Aufstellung der Soldaten, wohin man auch κατὰ κέρας προςβάλλειν, Xen. Cyr. 7, 1, 26, u. ä. rechnen kann. – Man vgl. noch κατ' ἔπος, Wort für Wort, Ar. Ran. 801, καϑ' ἑσμούς, schaarenweis, Vesp. 1146. – 4) Vereinzelung u. Absonderung ausdrückend, κατὰ σφέας γὰρ μαχέσονται, für sich, abgesondert, werden sie kämpfen, Il. 2, 366; μόνος καϑ' αὑτόν, allein für sich, Soph. O. R. 63; αὐτὴ καϑ' αὑτήν Eur. Ion 60; αὐτὸς καϑ' ἑαυτόν Ar. Vesp. 786; sehr gewöhnlich in Prosa, λέγων κατὰ σαυτόν Plat. Gorg. 505 d; αὐτὸ καϑ' αὑτὸ ἕκαστον, jedes Einzelne für sich, Theaet. 206 a; μόνος αὐτὸς καϑ' αὑτόν Rep. X, 604 a; καϑ' ἕνα, einzeln, dem ἀϑρόος entgeggstzt, Alc. I, 114 d, wie Thuc. ἀντέσχομεν πρός τε ξύμπαντας καὶ καϑ' ἑκάστους 2, 64; οἱ καϑ' αὑτοὺς Ἕλληνες 1, 138; καϑ' ἑαυτὸν πορεύεσϑαι, allein, für sich marschiren, Xen. An. 5, 10, 11; καϑ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἐξοπλίσϑητε Cyr. 6, 3, 32 (aber αὐτοὶ καϑ' ἑαυτούς = von selbst, freiwillig 5, 5, 39); γεγόνασι καϑ' ἑαυτοὺς ἕκαστοι Dem. 10, 52; ἤδη καϑ' αὑτὸν ὄντι, als er schon selbstständig war, sein eigenes Geschäft hatte, 36, 4. – 5) aus 1 c folgt die Bdtg des Zweckes, als einer Richtung worauf, ἦ τι κατὰ πρῆξιν ἀλάλησϑε; Od. 3, 72. 9, 253, fahrt ihr nach einem Geschäfte, zu einem Geschäfte herum? πλάζεσϑαι κατὰ ληΐδα, auf, nach Beute umherschweifen, 3, 106; κατὰ χρέος ἐλϑεῖν, nach einem Orakelspruche kommen, um ihn einzuholen, 11, 479; κατὰ ληΐην ἐκπλώσαντες Her. 2, 152; ἀποπλέειν κατὰ βίου καὶ γῆς ζήτησιν 1, 94, wie κατὰ ζήτησίν τινα πέμπειν Soph. Tr. 55; κατὰ ϑέαν ἥκειν Thuc. 6, 31; καϑ' ἁρπαγὴν ἐσκεδασμένοι, zur Plünderung zerstreu't, Xen. An. 3, 5, 2. Aehnlich Ζεὺς μετ' Αἰϑιοπῆας χϑιζὸς ἔβη κατὰ δαῖτα, zum Schmause, Il. 1, 424; vgl. κατὰ τὴν κνίσσαν εἰςελήλυϑε Ar. Pax 1015. – Dah. drückt es auch den Bewegungsgrund aus, weg en, aus, αἰτίαν καϑ' ἥντινα Aesch. Prom. 226; Θησέως κατὰ φϑόνον στρατηλατοῦσαι, aus Neid gegen den Theseus, Eum. 656; κατ' ἔχϑραν, aus Feindschaft, Suppl. 331, wie Ar. Pax 133; in Prosa, κατ' εὔνοιαν φρενῶν Aesch. Suppl. 918; ἐμήδιζον κατ' ἄλλο μὲν οὐδέν, κατὰ δὲ τὸ ἔχϑος τῶν Θετταλῶν Her. 8, 30, vgl. 7, 142. 9, 37; κατὰ τὴν τουτου προϑυμίην τέϑνηκας, nach seinem Wunsche, 1, 124; τὴν προξενίαν κατά τι ἔγκλημα ἀπεῖπον Thuc. 6, 89; κατὰ τί; weshalb? Ar. Nubb. 240 u. sonst; κατ' ἄλλο μὲν οὐδέν, ὅτι δέ Plat. Phaedr. 229 d; κατὰ φϑόνον οἴονται τὸν ἑαυτῶν λέγειν Gorg. 437 d; ἐγὼ κατ' αὐτὸ τοῦτο ἄγαμαι Πῶλον, ὅτι 482 d, eben deshalb, weil. – 6) an 1 b schließt sich die Bdtg gemäß, zufolge, nach, wie Plat. sagt ὥςπερ κατ' ἴχνη κατὰ τὰ νῠν εἰρημένα ζῆν, Phaed. 115 b. So Hom. καϑ' ἡμέτερον νόον, nach unserm Sinne, Il. 9, 108, u. öfter κατὰ μοῖραν, κατ' αἶσαν, κατὰ κόσμον, nach Gebühr, nach Schicklichkeit, wie sich's gebührt; so auch Folgde; zunächst von göttlichen od. Schicksalsbestimmungen u. Orakeln, κατὰ ϑεὸν γάρ τινα ἔτυχον καϑήμενος ἐνταῦϑα Plat. Euthyd. 272 e, vgl. Apol. 22 a; κατὰ ϑεὸν ἥκεις, nach göttlicher Schickung, Her. 8, 85; κατ' ὀμφὰς τὰς Ἀπόλλωνος δότε πέρασιν Soph. O. C. 102; κατ' ὀμφὴν σὴν ἐστάλη 556; κατὰ τὸ χρηστήριον Her. 7, 178; dann: den Gesetzen gemäß, κατὰ νόμους Aesch. Suppl. 238. 385; κατὰ νόμους τοὺς ἐπιχωρίους Her. 1, 35; κατὰ τοὺς νόμους ζῆν Plat. Prot. 326 c; κατὰ νόμον, nach dem Branche, Xen. Cyr. 5, 5, 6 u. sonst oft; – κατὰ τὰς Θεμι-στοκλέους ἐντολάς, nach dem Befehle, Her. 8, 85; κατὰ τὰ παρηγγελμένα Xen. An. 2, 2, 8; κατὰ τὰ συγκείμενα, nach der Verabredung, 7, 2, 7; κατὰ τὰ συνεϑήκατο Her. 5, 112; κατὰ τὰ ἤκουον, nach dem was ich hörte, 2, 49; κατὰ τὸν σὸν λόγον Plat. Gorg. 471 a; – κατὰ νοῦν ἔχει κείνῳ Soph. O. C. 1765, wie κατὰ γνώμαν ἴδρις O. R. 1087, nach Wunsch; κατὰ τὸ εἰκός Xen. Cyr. 8, 7, 9; αἱ συνϑῆκαι, καϑ' ἃς ἐδανείσατο Dem. 25, 69. – Von der Verwandtschaft, ϑρόνους ἔχω κατ' ἀγχιστεῖα τῶν ὀλωλότων Soph. Ant. 174; κατὰ τὴν συγγένειαν Xen. An. 7, 2, 31; vgl. Thuc. 1, 95. 7, 57; προςεχόμενον αὐτῷ κατὰ τὴν μητέρα, von mütterlicher Seite mit ihm verwandt, 1, 127, wie auch Sp., z. B. App. B. C. 2, 143; – κατὰ Πίνδαρον, wie Pindar sagt, Plat. Phaedr. 227 b; καϑ' Ὅμηρον Conv. 174 c; κατὰ τὸν Θουκυδίδην Plut. Dem. 6; – οὐ γὰρ κατὰ τὸ πλεῖν κυβερνήτης καλεῖται, ἀλλὰ κατὰ τὴν τέχνην, in Beziehung auf od. danach benennen, Plat. Rep. I, 341 d, oft im Crat.; – κατὰ λόγον, im Verhältniß, s. λόγος. – In κατὰ τὸν πατέρα ἐπί. βουλός ἐστι τοῖς καλοῖς, Plat. Conv. 203 d, liegt »der Abstammung von seinem Vater nach«, väterlicherseits, wie sein Vater, so. – 7) Aehnlichkeit, Uebereinstimmung, Art u. Weise durch κατά ausgedrückt; κατὰ λοπὸν κρομύοιο, nach Art einer Zwiebelhaut, Od. 19, 233; πατέρα τε καὶ μητέρα εὑρήσεις οὐ κατὰ Μιϑριδάτην τε τὸν βουκόλον καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ Her. 1, 121, nicht nach Mithridates' Art, ganz andere Leute als Mithridates, vgl. 2, 10; Thuc. 2, 62; μέγεϑος κατὰ συκέην μάλιστα, so groß wie, Her. 4, 23; ποταμοὶ οὐ κατὰ Νεῖλον ἐόντες μεγάϑεα 2, 10; ἵνα προςείπω σε κατὰ σέ, nach deiner Art, Plat. Gorg. 467 a; κατ' ἐμαυτόν, nach meiner Art, οὐ πρὸς τοὺς ὑμετέρους λόγους Conv. 199 a; κατὰ τὸν πάππον, wie der Großvater, Parm. 176 c; ὁμολογῶ οὐ κατὰ τούτους εἶναι ῥήτωρ Apol. 17 b; – κατὰ ταὐτά, auf dieselbe Weise, Her. 6, 53; τὸ κατὰ ταὐτόν Plat. Phil. 58 a; κατὰ τί λέγοντες Soph. 222 c; κατὰ πάντα τρόπον, auf alle Weise, Xen. An. 6, 4, 30; κατὰ πολλοὺς τρόπους, auf viele Arten, Cyr. 8, 1, 46. – Aehnl. τὸ ἐμὸν δέος οὐκ ἔστι κατ' ἄνϑρωπον, ist nicht menschlich, Plat. Phil. 12 c; οὐ κατὰ χρυσίον δοκεῖ σοι εἶναι Conv. 112 c; τὸ καϑ' ἡλικίαν, dem Alter angemessen, Arist. eth. 8, 12. – Bes. ὁ κόμπος οὐ κατ' ἄνϑρωπον φρονεῖ, Aesch. Spt. 407, wie λέγω κατ' ἄνδρα, μὴ ϑεὸν σέβειν ἐμέ, wie einen Menschen, nicht wie einen Gott, Ag. 899; ἃ δὴ κατ' ἄνδρα γίγνεται νεανίαν Eur. I. A. 938; u. beim comparat., wenn eine Sache in ihrem Verhältniß zu einer andern betrachtet u. dem Grade nach damit verglichen wird, das lat. quam pro, μεῖζον ἢ κατ' ἄνϑρωπον νοσεῖς, du leidest an übermenschlicher Krankheit, du leidest übermenschlich Großes, Soph. O. C. 604; τοὔργον τόδε μεῖζον ἀνήκει ἢ κατ' ἐμὰν ῥώμαν, es geht über meine Kraft, Tr. 1025; φρονείτω μεῖζον ἢ κατ' ἄνδρα, stolzere Gedanken hegen, als sich für einen Menschen ziemt, Ant. 764; ὅστις μὴ κατ' ἄνϑρωπον φρονεῖ Ai. 748; δοκεῖ μοι ἀμείνων ἢ κατὰ τοὺς περὶ Λυσίαν εἶναι λόγους Plat. Phaedr. 279 a, vgl. Phaed. 94 e; ταῦτα ἴσως μείζω ἐστὶν ἢ κατ' ἐμὲ καὶ σὲ ἐξευρεῖν Crat. 392 e, es geht über unsere Kräfte, ist im Vergleich mit unserer Kraft zu groß, ist zu groß, als daß wir es ausfindig machen könnten; μείζω ἢ κατ' ἄνϑρωπον Rep. II, 359 d; μείζω ἢ κατὰ δάκρυα πεπονϑότες ἤδη, mehr als daß es hinreichend beweint werden könnte, Thuc. 7, 75; πλείω ἤ κατὰ τὸ ἡμέτερον πλῆϑος Xen. Cyr. 4, 5, 40; τίς κρείττων ἢ κατ' ἄνϑρωπον; 8, 7, 2; μεῖζον φορτίον ἢ καϑ' ἑαυτὸν ἀράμενον, eine größere Last als er tragen kann, Dem. 11, 14; εἰ δέ τῳ δοκῶ μείζονας ἢ κατ' ἐμαυτὸν λέγειν λόγους 13, 18; πολλὰ κἀγαϑὰ ὑμᾶς εἰργασμένοι οὐ κατὰ τὰς Μειδίου λειτουργίας 21, 169, nicht so geringfügig wie die Leistungen des Midias; so Sp., wie Pol. τολμηρότερον ἢ κατὰ τὴν ἡλικίαν, als man es von seinem Alter erwarten sollte, 5, 18, 7, vgl. 1, 8, 5. – 8) Allgemeiner, in Rücksicht auf, σὺ δὲ ἀνὴρ καϑ' ἡμᾶς ἐσϑλὸς ὢν ἐπίστασο Soph. Ai. 1878; οὐκ ἔχω εἶπαι κατὰ τὴν Ἀμφιάρεω ἀπόκρισιν Her. 1, 49, wie κατὰ τὴν τροφὴν τῶν παίδων τοσαῦτα ἔλεγον, in Beziehung auf, über die Ernährung, 2, 3; κατὰ μὲν τὸν κρητῆρα οὕτως εἶχε, so verhielt es sich; καϑ' ὃ ἡδέα ἐστίν, ἆρα κατὰ τοῦτο οὐκ ἀγαϑά, ist es in der Beziehung, wo es angenehm ist, nicht gut, Plat. Prot. 351 c; κατὰ τί; inwiefern? 335 d; καϑ' ὅσον, insoweit, 351 c; καϑ' ὅ τι, insofern, daß, Polit. 298 c; auch mit pleonastischem εἶναι, ἐγὼ τούτοις κατὰ τοῦτο εἶναι οὐ ξυμφέρομαι Prot. 317 a; κατά τι, in irgend einer Rücksicht, in irgend einem Stücke, κατὰ πάντα, in allen Stücken; τὸ κατὰ τοῦτον εἶναι Xen. An. 1, 6, 9, in Beziehung auf diesen, was ihn anbelangt. – Dah. dient es oft zur bloßen Umschreibung, die ausdrücklicher als das bloße Nomen od. ein Genitiv an alle einzelnen Beziehungen erinnern soll, τὰ κατὰ τὸν πόλεμον, der Krieg und Alles, was ihn betrifft; τὰ κατὰ τὴν πόλιν, Alles was den Staat betrifft, das Verhältniß, die Lage des Staates; λάχη τὰ κατ' ἀνϑρώπους Aesch. Eum. 300, = ἀνϑρώπων; πάντα τὰ κατ' ἀνϑρώπους, alle menschlichen Verhältnisse, alles Menschliche, 840; τὰ κατὰ τὴν μουσικὴν πάντα Plat. Gorg. 474 a; τῶν κατὰ τὸ σῶμα ἐπιϑυμιῶν, die sich auf den Körper beziehen, die leiblichen, Phaed. 82 c; τὰ καϑ' ὑμᾶς ἐλλείμματα, Fehler von eurer Seite, eure Versehen, Dem. 2, 27; τῷ καϑ' ἑαυτὸν φόβῳ, durch Furcht vor ihm, die er einflößt, 19, 2; τὰ καϑ' ἡμᾶς καλῶς ἔχει, unsere Sachen stehen gut, Xen. Cyr. 7, 1, 16. Von Sp. wird dies noch weiter ausgedehnt, τούτῳ τὸ κατὰ τὸν στόλον ἐνεχείρισεν, er trug ihm den Zug, Alles, was dazu gehörte, auf, Pol. 1, 56, 1, öfter; ὁ κατὰ τὰς ἀρχαιρεσίας χρόνος, die Zeit der Comitien, 1, 52, 2; sogar ἡ κατὰ τὸν ἥλιον ἀνατολή, πορεία, Aufgang, Lauf der Sonne, 3, 113, 1. 9, 15, 6; αἱ κατὰ τὸν Φίλιππον εὐεργεσίαι, des Philipp, 2, 48, 2; ἡ καϑ' Ἡρόδοτον ἱστορία, die Geschichte des Herodot, D. Sic., u. a. Sp. – Manche Umschreibungen der Art sind ganz adverbial geworden u. bei den einzelnen Substantiven bemerkt, κατ' ἰσχύν, kräftig, Aesch. Prom. 212, κατὰ σκότον, im Finstern, heimlich, Soph. Phil. 574, κατ' ὀρϑόν, gerade, recht, O. R. 88, κατ' ὀργήν, erzürnt, Tr. 929, καϑ' ὁρμὴν δρᾶν, eifrig, Phil. 562, καϑ' ἡσυχίαν, ruhig, κατὰ τάχος, eilig, κατὰ κράτος, mit Gewalt, wie κατὰ τὸ ἰσχυρόν, Her. 9, 2, κατὰ πόδα, sogleich, Xen. Hell. 2, 1, 20, κατὰ μέρος, abwechselnd, κατὰ φύσιν, naturgemäß, natürlich, κατὰ τύχην, zufällig, κατὰ μικρόν, κατ' ὀλίγον, allmälig, nach u. nach, κατὰ πολύ, bei weitem, u. ä.
Κατά erleidet bei Dichtern die Anastrophe, wenn es dem Casus, den es regiert, nachsteht, wie Ἀτρειδῶν κάτα, Soph. Ai. 295. 948; auch in tmesi, wenn es dem zugehörigen Verbum nachsteht, wird κάτα geschrieben, ὅτ' ἂν εὐφροσύνη μὲν ἔχῃ κάτα δῆμον, Od. 9, 6 Il. 17, 91.
Bei Dichtern, bes. den älteren Epikern, lautet das Wort auch vor Consonanten κάτ u. erleidet dann Assimilationen, so daß nicht bloß in Zusammensetzungen κάββαλε, κακκείοντες, κάλλιπε, καῤῥέζουσα, κατϑανεῖν geschrieben wird, sondern auch καγγόνυ, καδδέ, καδδύναμιν, für κὰγ γόνυ, κὰδ δέ, κὰδ δύναμιν, u. eben so κακκεφαλῆς, καμμέν u. καμμέσον, καννόμον, καππεδίον, καπφάλαρα, κάῤῥα, καττάδε, καττόν, die sämmtlich besser getrennt geschrieben werden, aber an ihrer Stelle aufgeführt sind. Vor στ u. σχ fällt auch τ aus, in καστορνῦσα, κάσχεϑε. – In καταιβάτης u. ä. hat sich die alte gedehnte Form καταί erhalten.
In der Zusammensetzung bedeutet es – 1) von oben herab, herunter, darauf, am Boden, καταβαίνω, καταβάλλω, καταπίπτω, κατάκειμαι. – 2) entgegen, gegen an, κατᾴδω, καταβοάω, u. bes. eine feindliche Thätigkeit, ein nachtheiliges Einwirken, καταγιγνώσκω, κατηγορέω, καταψηφίζομαι, ver-, miß-. – 3) Verstärkung des ursprünglichen Begriffes, er-, zer-, ver-, κατακόπτω, καταφαγεῖν, κατακτείνω, auch adj., κατάδηλος. – 4) zuweilen giebt es auch einem intr. Verbum transitive Bdtg, καταϑρηνέω, beweinen, beklagen.
-
9 μάρτυς
μάρτυς, μάρτυρος, ὁ dat. pl. μάρτυσιν (Pind., Hdt.+; ins, pap, LXX; TestAbr A 13 p. 92, 22 [Stone p. 32]; TestLevi 19:3; Philo, Joseph.; apolog. exc. Ar.)① one who testifies in legal matters, witness (Just., A I, 23, 3; Ath. 3, 2) Ac 7:58; Mt 18:16; 2 Cor 13:1; 1 Ti 5:19 (the last 3 after Dt 19:15; cp. Jos., Vi. 256 and Hipponax [VI B.C.] 47 D.3 ἐλθὼν σὺν τριοῖσι μάρτυσιν); Hb 10:28 (Dt 17:6.—ἐπὶ μάρτυσι also Appian, Bell. Civ. 3, 14 §49). τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων; what further need have we of witnesses? (Pla., Rep. 1, 340a τί δεῖται μάρτυρος; αὐτὸς γὰρ ὁ Θρασύμαχος ὁμολογεῖ) Mt 26:65; Mk 14:63. μάρτυρες ψευδεῖς false witnesses (Demosth. 29, 28) Ac 6:13 (Mel., P. 79, 572). There is a suggestion of bureaucratic protocol relating to the account of the prudent and blameless men whom the Roman church sent to Corinth and who μάρτυρες ἔσονται μεταξὺ ὑμῶν κ. ἡμῶν 1 Cl 63:3.② one who affirms or attests, testifier, witness transf. sense of mng. 1, of anyone who can or should testify to anything.ⓐ of God (or the exalted Christ) as witness (deities as witnesses oft. Pind. et al.; Philo; Jos., Bell. 1, 595, Ant. 1, 209; TestLevi 19:3; SibOr, Fgm. 1, 4; Just., A II, 12, 4 θεὸν … μάρτυρα ἔχοντες. Orig., C. Cels. 1, 46, 26 θεὸς [sc. ἐστιν] μ. τοῦ ἡμετέρου συνειδότος); as a formula God is my witness (that I am telling the truth) Ro 1:9; Phil 1:8; shortened θεὸς μ. 1 Th 2:5; cp. vs. 10 (here also Jos., Ant. 15, 130 μ. ὑμᾶς ποιούμενος). μ. μοι ἐν ᾧ δέδεμαι IPhld 7:2. μάρτυρα τὸν θεὸν ἐπικαλεῖσθαι call upon God as witness 2 Cor 1:23 (cp. 1 Km 12:5f; 20:23; Polyb. 11, 6, 4 τ. θεοὺς ἐπικαλέσεσθε μάρτυρας; Heliod. 1, 25, 1; Galen VI 775 Kühn; likewise of calling upon deities, Hippol., Ref. 9, 15, 6: τοὺς ἑπτὰ μάρτυρας μαρτύρομαι).ⓑ of humans (cp. Pind. O. 4, 5): witnessing by eye and ear (X., Ages. 4, 5; Pla., Ep. 1 p. 309a; Aelian, VH 10, 6; Jos., Ant. 18, 299; Tat. 31, 1; 36, 1) 1 Th 2:10; 1 Ti 6:12; 2 Ti 2:2.—Also of those witnesses whose faith is tried and true τοσοῦτον νέφος μαρτύρων Hb 12:1.—Of witnesses of events which they know about, without having experienced them personally (acc. to Strabo 7, 3, 7 p. 300 Hesiod is μάρτυς with regard to the Scythians): the teachers of the law bear witness to the murder of the prophets by their ancestors, by erecting tombs for the prophets Lk 11:48 (μαρτυρεῖτε v.l.).ⓒ of witnesses who bear a divine message (Epict. 3, 26, 28 God uses the wise men as his μάρτυρες) Rv 11:3 (though the mng. approaches martyr [s. 3 below] here; cp. vs. 7. S. DHaugg, D. zwei Zeugen-Apk 11:1–13, ’36; JConsidine, CBQ 8, ’46. 377–92). In this sense, above all, of Jesus’ disciples as the witnesses of his life, death, and resurrection: ἔσεσθέ μου μάρτυρες you will be my witnesses Ac 1:8; cp. 13:31 (Ps.-Demetr. 222 μάρτυς σου γίνεται). W. obj. gen. of the thing witnessed: witness for/of (Jos., C. Ap. 1, 4 τῶν ὑπʼ ἐμοῦ λεγομένων μ., Ant. 4, 40; ἀληθείας μ. of Polycarp Iren. 3, 3, 4 [Harv. II 13, 4]; παραδόσεως of the Ephesian congregation 3, 3, 4 [Harv. II 15, 6]; Orig., C. Cels. 1, 47, 24) Lk 24:48; Ac 1:22; 3:15; 5:32; 10:39; 26:16. μ. τῶν τοῦ Χριστοῦ παθημάτων a witness of the sufferings of Christ 1 Pt 5:1. ἔσῃ μ. αὐτῷ πρὸς πάντας ἀνθρώπους you will be a witness for him to all people Ac 22:15 (Epict. 3, 24, 113 μ. πρὸς τοὺς ἄλλους).—10:41. Danker, Benefactor 442–47.③ one who witnesses at cost of life, martyr, in the usage of the persecuted church τὸ αἷμα Στεφάνου τοῦ μάρτυρός σου Ac 22:20. Of Antipas ὁ μ. μου ὁ πιστός μου Rv 2:13 (cp. Pind., P. 1, 88 μάρτυρες πιστοί=dependable witnesses; on the textual problems of Rv 2:13 s. RBorger, TRu 52, ’87, 45–47). Onesimus μ. Χριστοῦ γεγένηται Phlm subscr. v.l. Gener. μάρτυρες Ἰησοῦ Rv 17:6; cp. MPol 2:2; 14:2; 15:2; 16:2 v.l.; 17:3; 19:1. Of Zacharias μ. εἰμι τοῦ θεοῦ GJs 25:3 (s. de Strycker ad loc.). Since Rv also calls Jesus (as well as Antipas) ὁ μάρτυς ὁ πιστός 1:5; 3:14, these pass. are prob. to be classed here (cp. Ps 88:38), but with awareness of strong focus in all the NT passages in this classification on the fact of witness. The death of Jesus was early regarded as the first martyrdom.—For an analysis of the question how μάρτυς=‘witness’ came to mean ‘martyr’, s. FKattenbusch, ZNW 4, 1903, 111ff; KHoll, variously, then Gesamm. Aufsätze II 1928, 103ff; ASchlatter, BFChTh 19, 3, 1915; PCorssen, NJklA 35, 1915, 481ff, 37, 1916, 424ff, ZNW 15, 1914, 221ff w. several continuations until 18, 1917, 249ff, Sokrates 6, 1918, 106ff; Rtzst., Hist. Mon. 1916, 85; 257, NGG 1916, 417ff, Her 52, 1917, 442ff; FDornseiff, ARW 22, 1923/24, 133ff; HDelehaye, Analecta Bollandiana 39, 1921, 20ff, Sanctus 1927 (2’33), 74ff (75, 1 lit.). ELohmeyer, D. Idee des Martyriums im Judent. u. Urchristent.: ZST 5, 1927/28, 232–49; GFitzer, D. Begriff des μ. im Judent. u. Urchristent., diss. Bresl. 1929; HLietzmann, Martys: Pauly-W. XIV 2, 1930, 2044–52; OMichel, Prophet u. Märt. ’32; RCasey, Μάρτυς: Beginn. I 5, ’33, 30–37; EStauffer, Märtyrertheologie u. Täuferbewegg.: ZKG 52, ’33, 545–98; DRiddle, The Martyr Motif in Mk: JR 4, 1924, 174–91, Hb, 1 Cl and the Persecution of Domitian: JBL 43, 1924, 329–48, From Apocalypse to Martyrology: ATR 9, 1927, 260–80, The Martyrs: A Study in Social Control ’31, Die Verfolgungslogien im formgesch. u. soziol. Bed.: ZNW 33, ’34, 271–89; HvCampenhausen, D. Idee des Martyriums in d. alten Kirche2 ’64; EPeterson, Zeuge d. Wahrh. ’37; EBurnier, Le notion de témoignage dans le NT ’37; HSurkau, Martyrien in jüd. u. frühchristl. Zt. ’38; HFischel, Martyr and Prophet (in Jewish lit.), JQR 37, ’46/47, 265–80; 363–86; EGünther, Μάρτυς, D. Gesch. eines Wortes ’41, Zeuge u. Märtyrer, ZNW 47, ’56, 145–61. ELohse, Märtyrer u. Gottesknecht ’55; HvanVliet, No Single Testimony (Dt 19:15) ’58; NBrox, Zeuge u. Märtyrer ’61.—B. 1436; ATrites, Μάρτυς and Martyrdom in the Apocalypse, A Semantic Study: NovT 15, ’73, 72–80, The NT Concept of Witness ’77; GDragas, Martyrdom and Orthodoxy in the NT Era: Greek Orthodox Theological Review 30, ’85, 287–96; PVassiliadis, The Translation of μαρτυρία Ιησοῦ in Rv: BT 36, ’85, 129–34; M-ERosenblatt, Paul the Accused ’95, 1–21; Kl. Pauly III 1059f; BHHW II 1156f.—DELG. M-M. EDNT. TW. Spicq. Sv. -
10 τίθημι
τίθημι (ΘΕ), 2. Pers. praes. bei Hom. immer τίϑησϑα, auch impf., Od. 9, 404, inf. τιϑήμεναι für τιϑέναι, Il. 23, 83. 247, τιϑέμεν Hes. O. 746; imperf. ἐτίϑην, τίϑεσαν, Od. 22, 456, in der Iterativform τίϑεσκον, und (von τιϑέω) ἐτίϑουν, ἐτίϑει u. τίϑει, Hom. u. Folgde im gew. Gebrauch, Pind. hat auch praes. τιϑεῖς, P. 8, 11, wie τιϑεῖ Minnerm. 1, 6. 3, 7; fut. ϑήσω, aor. ἔϑηκα u. ἔϑην, conj. ϑῶ, ϑέωμεν, Od. 24, 285, zweisylbig auszusprechen, auch ϑείω, Il. 16, 83. 437 Od. 1, 89, ϑείομεν für ϑείωμεν = ϑῶμεν, Il. 23, 244. 486 Od. 13, 364, sing. ϑήῃς, Il. 16, 96, in der Od. aber schreibt Wolf ϑείῃς, ϑείῃ, int. ϑέμεναι, selten ϑέμεν, wie Hes. O. 61. 67 u. öfter bei Pind.; perf. τέϑεικα; – med. τίϑεμαι, part. auch τιϑήμενος, Il. 10, 34, impf. ἐτιϑέμην, Hom. Il. u. Folgde; fut. ϑήσομαι, aor. I. ·ἐϑηκάμην, ϑήκατο, Il. 10, 31, Hes. Sc. 128, ϑηκάμενος Pind. P. 4, 29. 113; att. nur aor. II. ἐϑέμην, opt. ϑεῖτο, Od. 17, 225, imper. ϑέο, 10, 333, – pass. aor. ἐτέϑην, fut. τεϑήσομαι, perf τέϑειμαι, kommen bei Hom. noch nicht vor, – setzen, stellen, legen, zunächst – 1) im örtlichen Sinne, an einen bestimmten Ort hinsetzen, hinlegen, hinbringen, φύσας μέν ῥ' ἀπάνευϑε τίϑειπυρός, Il. 18, 412; πυρὸς ἐγγὺς εὐνήν, Od. 14, 518; ἅρματα δ' ἂμ βωμοῖσι τίϑει, Il. 8, 441, wie κλάδους βωμοὺς ἐπ' ἄλλους ϑές Aesch. Suppl. 478; u. so zu erklären οὐχ ἱκετηρίαν οὐδεὶς τριήραρχος ἔϑηκε, sc. ἐπὶ τῷ βωμῷ, eigtl. den Zweig, das Zeichen der Hülfeflehenden auf den Altar legen, Dem. 18, 107; κλῶνας ἐξ ἀμφοῖν χεροῖν τιϑεὶς ἐλάας, Soph. O. C. 485. – Von den Präpositionen, die damit verbunden werden, ist zu merken, daß sehr gewöhnlich ἐν dabeisteht, so daß ähnlich, wie beim lat. ponere, collocare in aliquo loco, mit dem Stellen u. Legen zugleich das darauf folgende Sein od. sich Befinden am Orte ausgedrückt wird, ἐν κίστῃ ἐτίϑει ἐδωδήν, Od. 6, 76; ἱστία ϑέσαν ἐν νηΐ, Il. 1, 433; πρώτας ἐν γαίῃ ϑέσαν, 12, 260; ἐν πυρῇ νεκρόν, 23, 165; ἐν τείχει ϑέσαν, Pind. P. 3, 38; ταῠτ' ἐν μέσῳ τίϑημι, Aesch. Ch. 143; πόδα ἐν χέρσῳ, Suppl. 32; ἐν μέσῳ σκάφει ϑέντες σφε, Soph. Trach. 801; ἐν τάφῳ τιϑεῖσα, Ant. 500; auch εἰς ταφὰς ἐγὼ ϑήσω, Ai. 1089; bes. ἐν χερσὶ τίϑει, Il. 1, 585; ἐν χείρεσσ' Οδυσῆϊ τίϑει, 10, 529, u. öfter, was so geläufig war, daß es den allgemeinen Begriff des Einhändigens, Darreichens, Gebens erhielt, u. auch ἵππον ἐν χείρεσσι τίϑει Μενελάου gesagt wurde, Il. 23, 597; vgl. noch σπείσας δ' αἴϑ οπα οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσιν ἔϑηκεν, Od. 14, 448. – Daran reihen sich ursprünglich auch örtlich zu nehmende, auf das Geistige gehende Vrbdgn: ἄλλῳ δ' ἐν στήϑεσσι τιϑεῖ νόον εὐρύοπα Ζεύς, Il. 13, 732; νόον, ὅν τινά οἱ νῠν ἐν στήϑεσσι τιϑεῖσι ϑεοί, Od. 2, 124; ϑυμὸν ἐνὶ στήϑεσσι ϑεοὶ ϑέσαν, Il. 9, 637, u. ä., Einem einen Gedanken, einen Rath. Muth in die Seele legen, eingeben. Auch med., ἐν, στήϑεσσι ϑέτο ϑυμόν, Il. 9. 629, αἰδῶ καὶ νέμεσιν, ἔν φρεσὶ ϑέσϑαι, 13, 121, vgl. 15, 561. 660; ähnlich κότον ϑέσϑαι τινί, gegen Einen Groll bei sich festsetzen, ihm fortwährend grollen, 8, 449; ϑέσϑαι ϑυμὸν ἄγριον ἐν στήϑεσσιν, Zorn in der Brust festsetzen, ἐν ϑυμῷ τίϑεν, Pind. P. 3, 65; u. ohne acc., ἐν φρεσὶ ϑέσϑαι, bei sich festsetzen, im Herzen beschließen, worauf bedacht sein, c. int., Od. 4, 729. – Selten εἰς, Il. 23, 704. 24, 795. 297; τίϑεμαι εἰς καρδίην, M. Arg. 2 (V, 32); Soph. vrbdt ὡς ἐς πυράν με ϑῇς, Trach. 1254; εἰς χεῖρα Τεύκρου δεξιὰν φιλοφρόνως ϑείς, Ai. 739; εἴ τις ϑεῶν ἄνδρα ἕνα ϑείη εἰς ἐρημίαν, Plat. Rep. IX, 578 e; ψυχἡν είς τὸ μέσον α ύτοῠ ϑείς, Tim. 34 b, vgl. Legg. IV, 719 a; auch λόγους ψιλοὺς εἰς μέτρα τι ϑέν τες, II, 669, d, Prosa in Verse bringen. – Ἐπί τινος, Od. 6, 202; Aesch. Pers. 188; Plat. Conv. 222 c; auch ἐπί τινα und ἐπί τινι; übertr., ἐπὶ φρένα ϑῆχ' ἱεροῖσιν, er richtete seinen Geist, seine Aufmerksamkeit auf die Opfer, Il. 10, 46; σίδαρον ἔπὶ κάρα τιϑεῖσα κούριμον, Eur. Or. 964; τὰ ἱμάτια ϑήσει ἐπὶ τὸν ϑρόνον, Her. 1, 9; u. med., κρέα ϑέμενος ἐπὶ τὰ γόνατα, er legte sich das Fleisch auf die Kniee, Xen. An. 7, 3, 23. – Ἀνά τινι, Il. 8, 441. – Ὑπό τινι, Il. 24, 644; δέμνι' ὑπ' αἰϑούσῃ ϑέμεναι, Od. 4, 297, auch ὑπό c. accus., Od. 4, 445. – Ἀμφ' ὤμοισι τιϑήμενον ἔντεα, Il. 10. 34, wie Eur. Med. 1160. – Auch mit dem bloßen, dat., κολεῷ μὲν ἄορ ϑέο, Od. 10, 333. 13, 364 u. sonst. – Ποῦ σφε ϑήσομεν χϑονός, Aesch. Spt. 993; μὴ χαμαὶ τιϑεὶς τὸν σὸν πόδα, den Fuß auf die Erde setzen, Ag. 880; übh. τιϑέναι πόδα für gehen, Ar. Thesm. 1100; vgl. πόϑι γεραιὸν ἴχνος τίϑημι; Eur. Phoen. 1710; Andr. 547 I. T. 32; ϑὲς εἰς χορὸν ἴχνος El. 859, u. öfter. – 2) einsetzen, errichten, aufstellen, gründen, βωμόν, Pind. Ol. 13, 82, στάλαν, N. 4, 81, wie Pol. 25, 1, 72 im med., στήλην τίϑεσϑαι, für sich aufrichten. ϑεμείλια, Il. 12. 29. auch von Pflanzen, φυτά, einsetzen, Xen. Oec. 19, 7; – ἀγάλματα, Weihgeschenke im Tempel aufstellen, Od. 12, 347, vgl. Il. 6, 92; Eur. ὑψηλῶν ἐπὶ νηῶν τέϑεικε σκῠλα πλεῖστα βαρβάρων, El. 7; V alck. Phoen. 577; Wolf Dem. Lept. p. 307. – Vom Künstler, arbeiten, darstellen, ἐν δ' ἐτίϑει νειὸν μαλακήν, Il. 18, 541. 550 u. öfter, vom Hephästus, der den Schild arbeitet; παράδειγμα ϑέσϑαι αὐτό, als Beispiel aufstellen, Plat. Soph. 218, d. – Bes. al τέρματα, ein Ziel stecken, aufstellen, festsetzen, Il. 23, 333 Od. 8, 193 u. sonst; auch τιμήν τινι, Einem eine Ehre bestimmen, zuerkennen, Il. 24, 87. – b) ἀγῶνα, einen Wettkampf ansetzen, festsetzen, κοινοὺς ἀγῶνας ϑέντες, Aesch. Ag. 819; Plat. Menex. 249 b; ἀγῶνα ἔϑηκε, Xen. An. 1, 7, 10; Ἡρακλέα τὸν Ὀλύμ πιον ἀγῶνα ϑεῖναι, Pol. 12, 26, 2. Aehnlich ἀέϑλων κρίσιν καὶ πενταετηρίδα ϑῆκε, Pind. Ol. 3, 22; u. im med., ϑυσίαν ϑέμενοι, Ol. 7, 42; τὰ Πύϑια δι' ἑαυτοῦ ϑεῖναι, sie anstellen u. feiern, so daß er der Ordner ist, Dem. 5, 22, vgl. 9, 32; Bast ep. crit. p. 72. Häufiger noch von den Kampfpreisen, sie aussetzen, ἄεϑλα, Il. 23, 263. 653. 700; ἀέϑλιον, 748; γυναῖκα, βοῦν, δέπας, σόλον, τεύχεα, τόξον, Il. 23, 263. 656. 826 Od. 11, 546. 21, 74; τὰ ἆϑλα τίϑεται, Thuc. 1, 6. So auch ϑεῖναι εἰς μέσσον, Il. 23, 704 (vgl. oben); τιϑέναι εἰς τὸ κοινόν, zum Gemeingut machen, zum Genuß für Alle preisgeben. – c) übh. anordnen, festsetzen, bestimmen; ϑεσμόν, Aesch Eum. 462; πάντα παγκάλως ἔϑεσαν, Pers. 775; τὰ δ' ἄλλα φροντὶς ϑήσει δικαίως, Ag. 881; πρὶν ἄν τις οὕτω λόγον τιϑῇ καὶ διακοσμῇ, Plat. Phaedr. 277 c; – νόμον τιϑέναι, ein Gesetz geben, von dem, der nach eigenem Gutdünken Gesetze giebt, oder dem Gesetzgeber, der vom Volke dazu erwählt ist und für das Volk die Gesetze schreibt; so von Solon, Plat. Rep. I, 339 c; Dem. 24, 102. 22, 30 u. A.; u. pass., τοῖς τεϑήσεσϑαι μέλλουσι νόμοις, Plat. Legg. V, 730 b. Dagegen im med. sich ein Gesetz machen, geben, vom Volke bei demokratischer Verfassung, der gewöhnlichste Ausdruck, wo von griechischer Gesetzgebung die Rede ist, τίϑεται τοὺς νόμους ἑκάστη ἡ ἀρχὴ πρὸς τὸ αὑτῇ συμφέρον, Plat. Rep. I, 338 e. – Auch absolut, verfügen, verordnen, οὕτω νῦν Ζεὺς ϑείη, so verfüge, gebe es jetzt Zeus, Od. 8, 465. 15, 180; auch med., καλῶς ἔϑεντο ταῠτα πατέρες, Eur. Or. 511; c. inf., befehlen, τήν οἱ Θέτις ϑῆκ' ἐπὶ νηὸς ἄγεσϑαι, Il. 16, 223; vgl. Pors. Eur. Or. 1662 u. Seidl. Troad. 1066. So von Lykurg oft bei Xen. Lac. 1, 5 ff. ἔϑηκε mit folgdm acc. c. inf. – Auch als Strafe festsetzen, χαλεπώτερα ϑεῖναι, Dem. 22, 30. – Τέλος ϑέμεν, ein Ende machen, Pind. Ol. 2, 17; τέλος δ' ἔϑηκε Ζεὺς ἀγώνιος καλῶς, Soph. Trach. 26; κήρυγμα ϑεῖναι, Ant. 8, eine Bekanntmachung durch den Herold erlassen; und med., ὅρον ἄλλον ϑέμενος, Plat. Legg. V, 739 d; ἐκ τούτων τὰ δίκαια τίϑενται καὶ ταύτῃ τὴν εἰρήνην ὁρίζονται, Dem. 8, 8. – Aehnlich ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο ϑέσϑαι τὸ παρόν, Thuc. 1, 25, Anordnungen zu treffen (s. unter 5). – d) ὄνομα ϑεῖναί τινι, einen Namen für Einen festsetzen, ihm einen Namen beilegen, geben, Od. 19, 403; gewöhnlich im med. (eigtl. seinem Kinde), ὄνομα ϑέσϑαι, 19, 406. 18, 5; τί δῆτα αὐτοῖς ὄνομα ϑήσονται βροτοί; Aesch. frg. 6; Plat. Crat. oft u. sonst; auch ohne ὄνομα, Theaet. 157 b. – e) beisetzen, von Todten, τὰ ὀστᾶ φασι τεϑῆναι ἐν τῇ Ἀττικῇ, Thuc. 1, 138; ἐν τῷδε τῷ μνήματι ἐτέϑησαν, Plat. Menex. 242 c; Xen. Cyr. 8, 7, 6. – f) Geld niederlegen bei Einem, bes. als Pfand, Plat. Legg. VII, 820 e; φιάλην λαβόντες καὶ ϑέντες ἐνέχυρα μετὰ χρυσίων, Dem. 41, 11, vgl. 52, 4; das med. wird vom Gläubiger gebraucht, als Pfand nehmen, also ὁ ϑείς, der ein Pfand niederlegt, ὁ ϑέμενος, der, bei dem er es niederlegt, Plat. Legg. VII, 820 e; vgl. Lob. Phryn. 468; χρήματα ϑέσϑαι παρά τινι, Geld bei Einem niederlegen, es ihm anvertrauen, Her. 6, 86, 1. Auch Geld erlegen, bezahlen, εἰςφοράς, Dem. 22, 42. 44; τὸν μὴ δυνάμενον τὰ ἑαυτοῠ ϑεῖναι οἴκοϑεν εἰς τὸ δεσμωτήριον ἕλκεσϑαι, 56; κἀκεῖ τὸ μετοίκιον τέϑεικε, 29, 3; τόκον τιϑέναι, Zinsen entrichten, 41, 9 u. öfter. – 3) τὴν ψῆφον τιϑέναι ist eigentlich das Rechensteinchen aufs Brett setzen, damit rechnen, zählen, vgl. Plat. Legg. II, 674 e. Dah. ψῆφον τίϑεσϑαι, sein Stimmtäfelchen abgeben, bes. bei Wahlen und gerichtlichen Abstimmungen; ψῆφον ἐπὶ φόνῳ ϑέσϑαι, Eur. Or. 754; ψῆφον δ' εὔφρον' ἔϑεντο, Aesch. Suppl. 631. 634; Xen. An. 1, 3, 17, übh. seine Meinung, sein Urtheil abgeben; eben so τίϑεσϑαι τὴν γνώμην περί τινος, seine Meinung worüber sagen, Her. 7, 82 u. sonst; daher τίϑεσϑαί τινι, sc. ψῆφον, Einem sein Stimmtäfelchen, seine Stimme geben, beistimmen, κἀγὼ ταύτῃ τῇ γνώμῃ τίϑεμαι, auch ich stimme dieser Meinung bei, Soph. Phil. 1434. – Dah. übertr., meinen, wofür ansehen, es setzen als, τοῠτ' ἐκείνης τίϑημι ἀντίστροφον ἅπαν, Plat. Phil. 51 e; οὐ τίϑημ' ἐγὼ ζῆν τοῠτον, Soph. Ant. 1151, ich erachte das nicht, daß der lebt, das nenne ich nicht ein Leben; δαιμόνιον αὐτὸ τίϑημ' ἐγώ, El. 1262. – Auch annehmen, voraussetzen, für ausgemacht annehmen; ϑῶμεν δύο εἴδη τῶν ὄντων, Plat. Phaed. 79 a; ϑήσω δὲ ἀδικοῠντα, Dem. 23, 76, vgl. 22, 44; mit folgdm acc. c. inf., τίϑημι στασιάζειν αὐτούς, Isocr. 4, 145; ϑήσω τοίνυν ἐγὼ μὴ τοιοῦτον εἶναι τοῦτο, ich will nun annehmen, dies sei nicht so, Dem. 20, 20; τιϑῶμεν γὰρ ταῦτα, Din. 1, 68; vgl. Schäf. D. Hal. C. V. 287; καὶ ἐμὲ κοινωνὸν τῆς ψήφου ταύτης τίϑετε, Plat. Rep. V, 450 a, betrachtet mich als beistimmend; ὡς λέγοντά με τίϑετε, IX, 560 c, vgl. Prot. 343 e; τὰς βλάβας πάσας ἀδικίας τιϑείς, Legg. IX, 861 e. – So auch im med., τὴν τοιαύτην δύναμιν ἀνδρείαν ἔγωγε καλῶ καὶ τίϑεμαι, Plat. Rep. IV, 430 b; ϑέμενος ἡδονὴν εἶναι τἀγαϑόν, Phil. 13 b; τιϑέμενος ψυχὴν εἶναι γένεσιν ἁπάντων πρώτην, Legg. X, 899 c, vgl. Theaet. 158 a Phil. 66 d, Φιλοκράτην μόνον τοιοῦτον εἶναι τίϑεμαι, Dem. 25, 44. – 4) Etwas an einen Platz stellen, oder in eine Klasse setzen, wozu rechnen, auch im med., τίϑεσϑαί τινα ἐν τιμῇ, Einen in Ehren halten, Her. 3, 3; ἐν δόξᾳ ϑέμενος, es als Ruhm erachtend, Pind. Ol. 11, 63; τίϑεσϑαί τι ἐν αἰσχρῷ, Etwas unter die schändlichen Dinge zählen, es für schändlich halten; τίϑεσϑαί τινα ἐν φιλοσόφοις, unter die Philosophen rechnen, vgl. Valck. Diatr. p. 8 f; bes. ἐν μέρει τινός, übh. wofür halten, ansehen, εἰ ἐν ἀρετῆς καὶ σοφίας τίϑης μέρει τὴν ἀδικίαν, Plat. Rep. I, 348 e, vgl. Phil. 31 c; ἐν τοῖς μεγίστοις ὠφελήμασι καὶ τόδε ἐγὼ τίϑημι, Xen. Ages. 7, 2; Thuc. 1, 35; εἰς ἄλλην ἢ τὴν τοῦ ἀγαϑοῦ μοῖραν αὐτὴν τιϑέντες, Plat. Phil. 54 d; εἰς δύο αὐτὰ τίϑεμεν ἐναντία ἀλλήλοιν εἴδη, Polit. 306 c, wir rechnen es zu zwei einander entgegengesetzten Arten; ἐὰν εἰς ταὐτὸν ἀριστοκρατικὸν καὶ βασιλικὸν ϑῶμεν, Rep. IX, 587 d; εἰς ἀνϑρώπων ἤϑη, VI, 580 d; εἰς ταύτην τίϑεμαι τὴν τάξιν αὐτόν, Dem. 23, 24; τοὺς τυράννους εἰς τὸν δῆμον ϑήσομεν, τοὺς δὲ ὀλίγα κεκτημένους εἰς τοὺς πλο υσίους, Xen. Mem. 4, 2, 39; auch c. gen., καὶ ἐμὲ ϑὲς τῶν πεπεισμένων, rechne auch mich zu den Ueberzeugten, Plat. Rep. IV, 424 c; ἀριϑμὸν τῶν ὄντων τίϑεμεν, Soph. 238 a; ἆρ' οὐ τοῦ σώματος ἕκαστα τίϑης, beziehst du es nicht auf den Körper? Theaet. 184 e; τῆς ἡμετέρας ἀμελείας ἂν ϑείη, Dem. 1, 10. Auch μνήμην καὶ ἐπιστήμην τῆς αὐτῆς ἰδέας τιϑέμενος, Plat. Phil. 60 d. – Dah. übh. wofür halten, ansehen, gew. im med., zur Bezeichnung der bloßen Subjectivität des Urtheils, τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίϑεσϑε; warum haltet ihr das für Schimpf? Od. 21, 333; ἀσχολίας ὑπέρτερον ϑήσομαι, höher halten, vorziehen, Pind. I. 1, 3; μὴ 'πίπροσϑε τῶν ἐμῶν τοὺς σοὺς λόγους ϑῇς, Eur. Suppl. 515; in Prosa oft; εὐεργέτημ' ἂν ἔγωγε ϑείην, Dem. 1, 10; μηδὲ τοῠτ' ὡς ἀδίκημα ἐμὸν ϑῇς, sieh es nicht als ein Unrecht an, das ich gethan habe, 18, 193; περὶ ἐλάττονος ϑέσϑαι, geringer achten, Lys. 6, 45; τὴν Σκῦρον οὐδαμοῦ τίϑης, Eur. Andr. 209, d. i. du achtest Skyros gar nicht, wie μὴ ϑῆται παρ' οὐδὲν τὰς ἐμὰς ἐπιστολάς, für Nichts achten, I. T. 732, und παρ' οὐδὲν τίϑεσϑαι τὰ ἡμέτερα πράγματα, Luc. Vit. auct. 13, vgl. sacrif. 3; ἐν οὐδενὶ λόγῳ, Plut. Brut. 45; oft bei Pol., ἐν μεγάλῳ τίϑεσϑαί τι 3, 97, 4, οὐκ ἐν μικρῷ τίϑεσϑαί τι 9, 13, 8, ἐν πλείστῳ 40, 4, 6, ταῦτα ἐν ἐλάττονι τούτου 4, 6, 12; ἡγεμόνα ϑετέον ἄριστον Ἀμίλκαν τῶν τότε γεγονέναι, 1, 64, 6, man muß erachten, daß er der beste Feldherr gewesen ist; εἰς ἀνανδρίαν τιϑέασι τὰ τοιαῠτα τῶν ἐγκλημάτων, 6, 37, 10, wofür annehmen; εἰς τὴν τύχην, dem Schicksal zuschreiben, auf Rechnung des Schicksals schreiben; bei Dem. 27, 34, τὰ ἀναλώματα πλείω τιϑείς, höher anschlagend; vgl. Lys. 32, 28. – 5) an die unter 2 aufgeführten Beispiele reiht sich die Bdtg einsetzen, machen, verursachen, stiften; φιλότητα μετ' ἀμφοτέροισι τίϑησι Ζεύς, Il. 4, 83, woraus sich, im med. bes. bei Pind. u. den Tragg., ein umschreibender Gebrauch erklärt, σκέδασιν ϑεῖναι, Zerstreuung anrichten, = σκεδάσαι, zerstreuen, Od. 1, 116. 20, 225; κρύφον = κρύπτειν, σπουδὴν ἀμφί τινος = σπουδάζειν, Pind. Ol. 2, 97 P. 4, 276; αἶνον = αἰνεῖν, N. 1, 5; ἐπιστροφὴν ϑέσϑαι = ἐπιστρέφεσϑαι, Soph. O. R. 134; τάφον ϑοῦ = ϑάψον, O. R. 1448; συγγνωμοσύνην, Trach. 1255, vgl. Ai. 13; φροντίδα κεδνὴν ϑώμεϑα, Aesch. Pers. 139, u. sonst bei Tragg. Aehnl. bes. bei Pol. u. Sp. συνϑήκας, εἰρήνην πρός τινα τίϑεσϑαι, Pol. 1, 11, 7. 5, 4, 7; ὅρκον, πίστεις, 5, 60, 10. 7, 7, 1; ἀρὰς κατά τινος, Plut. Thes. 35. – Aber πόλεμον ϑέσϑαι ist = den Krieg ruhen lassen, beilegen, Plat. Menex. 245 e; u. ähnl. τίϑεσϑαι τὰ πρός τινα, den Streit mit Einem beilegen, Pol. 5, 60, 9, vgl. 8, 23, 5. – Und wie es in diesen Vrbdgn dem ποιεῖσϑαι entspricht, so heißt es übh. Etwas in eine Lage setzen, wozu machen, einrichten; – a) von Personen; in ein Amt einsetzen, ϑεῖναί τινα μάντιν, ἱέρειαν, ἀρχέπολιν, Od. 15, 253 Il. 6, 300, Pind. P. 9, 54; βασιλῆα, δέσποιναν, Ol. 13, 21 P. 9, 7; μὶν αἰχμητὴν ἔϑεσαν ϑεοί, Il. 1, 290; ἀλλά μ' ἔφασκες Ἀχιλλῆος ϑείοιο κουριδίην ἄλοχον ϑήσειν, Iliad. 19, 298, mich zur Frau des Achilles zu machen, die Heirath zu vermitteln, während ϑέσϑαι τινὰ ἄκοιτιν oder γυναῖκα ist sich ein Mädchen zur Gemahlinn, zur Frau machen, nehmen, Od. 21, 72. 316; auch παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν αὑτᾷ ϑεμένα, Aesch. Spt. 912, zu ihrem Gemahl machend; σῦς ἔϑηκας ἑταίρους, du verwandeltest die Gefährten in Schweine, Od. 10, 338, wie βοῦν τὴν γυναῖκα ἔϑηκε Aesch. Suppl. 295; ähnl. ναῦν λᾶαν ϑεῖναι, ein Schiff zu Stein machen, in Stein verwandeln, Od. 13, 163; ϑεούς τε καὶ γῆν ϑεμένη μάρτυρας, zu Zeugen nehmend, Eur. Suppl. 261; vgl. Pind. N. 3, 22; auch ϑέσϑαι τινὰ γέλωτα, Einen zum Gelächter, lächerlich machen, Her. 3, 29. 7, 209. – Eben so mit Adjectiven, ἥτε με τοῖον ἔϑηκεν, ὅπως ἐϑέλει, die mich dazu macht, wozu sie will, Od. 16, 208; sehr gewöhnl. ϑεῖναί τινα ἀϑάνατον καὶ ἀγήραον, Einen unsterblich und nicht alternd machen; ἀτιμότερον, Einen minder geachtet machen; Il. 2, 318. 482. 6, 139. 9, 483. 16, 90 Od. 5, 136. 6, 229 u. sonst oft; ἀκήριον αἶψα τίϑησιν, Il. 11, 392; παναφήλικα παῖδα τίϑησιν, Il. 22, 490; ἀΰπνους ἄμμε τίϑησϑα, Od. 9, 404, ϑῆκέ μιν ζαλωτόν, Pind. Ol. 7, 6; νώδυνον, N. 8, 50; ϑαητὸν ϑησέμεν, P. 10, 58; ἐνταῦϑα δή σε Ζεὺς τίϑησιν ἔμφρονα, Aesch. Prom. 850; ὡς σφᾶς νηπίους ὄντας τὸ πρὶν ἔννους ἔϑηκα, 442; Ἄρης ἀρὰν πατρὸς τιϑεὶς ἀληϑῆ, macht die Verwünschung wahr, läßt den Fluch in Erfüllung gehen, Spt. 927, u. öfter, u. andere Tragg., vgl. z. B. Eur. I. T. 1445 Andr. 93; seltner in Prosa, οὐ γὰρ ἂν τὸ πραχϑὲν ἀγένητον ϑείη Plat. Prot. 324 b, τίϑεσϑαι πιστόν τινα ἑαυτῷ Xen. Cyr. 8, 7, 13. – Auch mit folgdm inf., ϑῆκε νικῆσαι, er machte, daß er siegte, ließ ihn siegen, Pind. N. 10, 48; ἐπεί σ' ἔϑηκε Ζεὺς ἀμηνίτως δόμοις κοινωνὸν εἶναι χερνίβων, Aesch. Ag. 1006, vgl. 1147; κάμνειν με τήνδ' ἔϑηκε τὴν νόσον, Eur. Heracl. 990. – Bes. merke man noch b) παῖδά τινα τίϑεσϑαι oder υἱόν, Einen zu seinem Kinde machen, d. i. ihn an Kindes Statt annehmen, adoptiren, Plat. Legg. XI, 929 c u. oft bei den Oratt.; ungewöhnlich von Frauen; ϑέσϑαι παῖδα ὑπὸ ζώνῃ, sich einen Knaben unter den Gürtel legen, d. i. schwanger werden, H. h. Ven. 256. 283. – c) eben so auch von Sachen u. Zuständen, machen, bereiten, bewirken, veranlassen; δόρπον, ein Mahl bereiten, Od. 20, 394; γυῖα ἐλαφρά, Einem die Glieder leicht machen, Il. 5, 122; φόως ἑτάροισιν, den Gefährten Licht od. Rettung schaffen, 6, 6; ἔργα ϑεῖναι, Handlungen zu Stande bringen, verrichten, 3, 321; κέλαδον καὶ ἀϋτήν, 9, 547; ὀρυμαγδόν, Od. 9, 235; auch ϑεῖναί τινι ἄλγεα, γόον, πένϑος, κήδεα, Einem Schmerzen, Trauer, Kummer bereiten, Il. 1, 2. 17, 37, h. Cer. 249; πῆμα ϑεοὶ ϑέσαν Ἀργείοισιν, Od. 11, 555; u. eben so im med. mit der Beziehung auf das Subject, für sich bereiten; δαῖτα, δόρπον, sich ein Mahl bereiten, Il. 7, 475. 9, 88 Od. 17, 269; δῶμα, οἰκία, αὖλιν, Il. 2, 750. 9, 232 Od. 15, 241; κέλευϑον, sich den Weg bereiten, sich Bahn machen, Il. 12, 418; μάχην, sich Kampf bereiten, d. i. den Kampf anfangen, 24, 402; μεγάλην ἐπιγουνίδα ϑέσϑαι, sich einen feisten Schenkel machen, fleischige Lenden ansetzen, Od. 17, 225. – So auch act. u. med. bei Pind. u. Tragg.; χάρματ' ἄλλοις ἔϑηκεν, Pind. Ol. 2, 99; δόλον αὐτῷ ϑέσαν Ζηνὸς παλάμαι, P. 2, 39; u. ϑήκασϑαι ἀνδρὸς αἰδοίου πρόςοψιν, sich eines ehrwürdigen Mannes Ansehen geben, P. 4, 29; βλάβην, Aesch. Spt. 187; φοινίαν ἄτην, Ch. 823; μέλλουσι ϑήσειν Ἀγαμεμνονίων οἴκων ὄλεϑρον, Ch. 848; πόλει κατασκαφάς, Sept. 47; ἔϑηκε πᾶσιν εἰρήνην φίλοις, Pers. 755; μεγάλα πάϑεα ταῖς Δαναΐδαις, Eur. I. A. 1335; μάχας ἀνδρῶν τιϑεῖσα καὶ φόνους, I. A. 1419; ὑμῖν πολλὴν ἔϑηκε σωτηρίαν, Med. 915; ϑήσω τοῖς ἐμοῖς ἐχϑροῖς γέλων, Med. 383, u. öfter; μαρτύρια ϑέσϑαι, sich Zeugnisse verschaffen, Her. 8, 55; χάριν τίϑεσϑαί τινι, sich bei Einem Dank oder Gunst erwerben, ihm einen Gefallen erzeigen, 9, 60. 170; Dem. 51, 17 u. A.; – εὖ, καλῶς ϑέσϑαι τι, Etwas für sich gut einrichten, anwenden, in Bereitschaft halten, Her. 7, 236; vgl. Valck. Eur. Hipp. 708. – d) εὖ ϑέσϑαι τὰ ὅπλα, die Waffen wohlgerüstet, in Bereitschaft halten, wie εὖ ἀσπίδα ϑέσϑω, Il. 2, 382; allein ist ϑέσϑαι τὰ ὅπλα (s. ὅπλον) sowohl die Waffen anlegen, sich kampffertig machen, u. daher auch kämpfen, z. B. εἰς δῆριν ἕνεκα πάτρας Epigr. bei Dem. 18, 289, καὶ αὐτὸς ὑπὲρ τοῦ δήμου ϑέμενος τὰ ὅπλα Dem. 21, 145, οὔτε ἐν τῷ Πειραιεῖ, οὔτε ἐν τῷ ἄστει ἔϑετο τὰ ὅπλα Lys. 31, 14, οἱ τὴν ἀσπίδα ϑέμενοι, = ὁπλῖται, Plat. Legg. VI, 756 a, – als auch die Waffen, bes. die großen Schilde u. Spieße der Schwerbewaffneten zusammenstellen, was die Soldaten immer thun, wenn sie dem Feinde gegenüber, oder die Waffenübungen nur auf kurze Zeit unterbrechend, sich ausruhen, also bewaffnet Halt machen; auch τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα εἰς τάξιν od. τάξει; u. so περὶ τεῖχος od. πρὸς πόλιν, bewaffnet die Mauern umgeben, die Stadt belagern; τίϑεσϑαι τὰ ὅπλα ἀντία, die Waffen gegen den Feind kehren, sich mit den Waffen entgegenstellen, Xen. An. 4, 3, 26 u. sonst; – auch = ein Lager aufschlagen, sich mit den Waffen lagern, Her. 9, 52, oft bei Xen.
-
11 παραλαμβανω
(fut. παραλήψομαι - ион. παραλάμψομαι, aor. παρέλαβον)1) получать по наследству, наследовать(πολλέν οὐσίαν παρὰ τοῦ πατρός Dem.; τοὺς νόμους παρὰ τῶν προγόνων Isocr.; τέν βασιληΐην Her.)
οἱ παρειλημμένοι μῦθοι Arst. — унаследованные сказания, предания;τὰ παρειλημμένα Arst. — традиционные учения2) принимать на себя(τέν ἀρχήν Plat.; τὰ τῆς πόλεως πράγματα Arph.)
τὰ παραλαμβανόμενα Her. — предприятия, начинания3) брать (себе)(τὸ βιβλίον Plat.)
παραλαβὼν τὸν λόγον Polyb. — взяв слово;π. ἐπὴ βραχύ Polyb. — сжато излагать;συμβούλους π. Arst. — брать себе в союзники;π. τὸν θυμόν Plut. — разгорячаться, раздражаться4) привлекать, приглашать(μάρτυρας Dem.; πρὸς τὰς ἑστιάσεις τινά Diod.; εἰς τὸ συσσίτιον Plut.)
5) принимать(τέν παῖδα Her.)
τινὰ ἐπὴ ξείνια π. Her. — принимать кого-л. в число близких друзей;π. τοὺς παῖδας Plat. — принимать на воспитание детей6) воспринимать, слышать(τι περί τινα Thuc., περί τινος Polyb. и τι ἀπό τινος NT.; τοῦτο τὸ ἔπος Her.)
π. ἀλήθειάν τινος Her. — убедиться в чьей-л. правдивости;ἀκοῇ π. Her. — знать понаслышке7) перенимать(σοφίαν παρά τινος Plat.)
8) застигать, заставатьπ. τοὺς Ἕλληνας οἴκοι σκηνοῦντας Xen. — найти (застать) греков живущими (отдельными) домами
9) захватывать(τινά Her.; τὰς ναῦς Thuc.)
π. οὐδὲν τῆς ἐσόδου Her. — нисколько не овладеть подступом;π. τοὺς πολλοὺς ἐκ παίδων Plat. — получить влияние над многими из детей10) подхватывать, использовать(τὸ οὔνομά τινος Her.)
-
12 παρασκευάζω
παρασκευάζω, [tense] fut.- άσω X.Cyr.1.6.18
(but [ per.] 3sg.- σκευᾷ Epicur. Nat.14.2
, [ per.] 2pl. (Cos, iv/iii B. C.)): [dialect] Ion. [ per.] 3pl. [tense] plpf. [voice] Pass.παρεσκευάδατο Hdt.7.218
, etc.: later sts.[full] παρασκεάζω, asπαρεσκεασμένων IPE12.32B12
(Olbia, iii B.C.):—A get ready, prepare,δεῖπνον Hdt.9.82
, Pherecr.172 ;στρατείαν Th.4.74
; ;πλοῖα Lys.13.26
; ἱππέας, ὅπλα, τριήρεις, X.Ages.1.24, Cyr.2.1.9, HG1.4.11 ; hold ready,τῆς θύρας παρεσκευασμένης Lys. 1.24
: κατασκευάζω is prop. fit out and prepare what one has, παρασκευάζω provide and prepare what one has not ; cf.κατασκευή 11
.2 provide, procure, contrive, ;τῇ νηῒ οἶνον καὶ ἄλφιτα Th.3.49
;πᾶσαν ἡμῖν εὐδαιμονίαν Pl. Smp. 188d
, etc. ; ὀργὰς τοῖς ἀκούουσι κατά τινων π. Lys.1.28 : in bad sense, get up,ἀντίδοσιν ἐπί τινα D.28.17
; v. infr. B. 1.2.3 make or render so and so, with part. or Adj., π. τὰ σώματα ἄριστα ἔχοντας, π. τινὰς ὅτι βελτίστους, X.Cyr.1.6.18, 5.2.19 ; τοὺς θεοὺς ἵλεως αὑτῷ π. Pl.Lg. 803e ; τοὺς κριτὰς τοιούτους π. Arist.Rh. 1387b17, cf. 1380b31 : c. inf., accustom, τὸ στράτευμα παρεσκευακέναι ὡς πόνον μηδένα ἀποκάμνειν accustom it not to.., X.HG7.5.19, cf. Eq.2.3 ;π. τὸν βίον αὑτῷ μηδὲν δεῖσθαί τινος Pl.R. 405c
;π. τινὰς τὴν τιμὴν ἀποδιδόναι PFlor.347.2
(V A. D.) ;π. ὅπως ὡς βέλτισται ἔσονται αἱ ψυχαί Pl.Grg. 503a
, cf. Ap. 39d ;π. τινῶν τὰς γνώμας, ὡς ἰτέον εἴη X.Cyr.2.1.21
;δεῖ παρασκευάσαι τὸν ἀκροατὴν ἐν τῷ προοιμίῳ D.H.Rh.10.13
.B [voice] Med. and [voice] Pass. :I in proper sense of [voice] Med., get ready or prepare for oneself,ὅπλα ἐς τὰς γεφύρας Hdt.7.25
; π. τὰ πολέμια, ναυτικόν, στρατείαν, Th.1.18, 2.80, 4.70 ἑκατὸν νεῶν ἐπίπλουν τῇ Πελοποννήσῳ π. Id.2.56 ; τὸν γὰρ τοῦ πράττειν χρόνον εἰς τὸ παρασκευάζεσθαι ἀναλίσκομεν in preparation, D.4.37 ; τοῖον παλαιστὴν νῦν π. ἐπ' αὐτὸς αὑτῷ is preparing such an adversary for himself, A.Pr. 920.2 in Oratt., procure, suborn persons as witnesses, partisans, etc., so as to obtain a verdict by fraud or force (cf.παρασκευή 1.3
) ;π. τοὺς συκοφάντας And.1.105
;ῥήτορας παρασκευασάμενοι Is.1.7
; ψευδεῖς λόγους ib.17 ;μάρτυρας ψευδεῖς παρεσκεύασται D.29.28
; π. τινὰς τῶν δημοτῶν bring them over to one's side, Id.44.39 : abs., form a party, intrigue, Is.10.1, D.27.2 :—so in [voice] Act., X.HG1.7.8, Is.8.3 ; παρασκευάζειν τινὶ δικαστήριον pack a jury to try him, Lys.13.12:—[voice] Pass., ὑπὸ σοῦ παρεσκευάσθη was 'squared' by you, D.20.145.II [voice] Med. also abs., prepare oneself, make preparations,τῷ ναυτικῷ.. παρασκευασαμένῳ Th. 2.80
;παρασκευασάμενος μεγάλως Hdt. 9.15
;παρασκευάσασθαι ὥστε ἀμύνασθαι X.An.7.3.35
: in [tense] pres. and [tense] impf. it may be regarded either as [voice] Pass. or [voice] Med., D.18.19, etc. ; π. ἐς ναυμαχίην, μάχην, Hdt.9.96,99 ;π. πρός τι Th.3.69
, etc. ; στρατεύεσθαι π. Hdt. 1.71, cf. A.Ag. 353, Ar.Av. 227 : c. [tense] fut. inf., X.Cyr.7.5.12.2 freq. folld. by ὡς with [tense] fut. part.,παρεσκευάσαντο ὡς πολιορκησόμενοι Hdt. 5.34
;π. ὡς ἐλῶν Id.2.162
, cf. 9.122 ; π. ὡς ναυμαχήσοντες (expressed just above by ὡς ἐπὶ ναυμαχίαν) Th.4.13 ; ὡς προσβαλοῦντες ib.8 ;π. ὡς μάχης ἐσομένης X.HG4.2.18
, cf. Cyr.3.2.8 : c. [tense] fut. part. withoutὡς, τέχνῃ παρεσκευάζετο ἐπιθησόμενος Th.5.8
, cf. 6.54, 7.17, X.HG4.1.41 ; alsoπ. ὅπως ἐσβαλοῦσιν ἐς τὴν Μακεδονίαν Th.2.99
, cf. Pl. Tht. 183d.3 in [tense] pf. παρεσκεύασμαι, to be ready, prepared,κάρτα εὖ παρεσκευασμένοι Hdt.3.150
; τράπεζαι.. παρεσκ. Ar.Ec. 839 ; λῃστρικώτερον π. equipped in pirate fashion, Th.6.104 ;παρεσκ. ἔρχομαι ἐπὶ τὸν λόγον Pl.Phd. 91b
;εὖ παρεσκ. καὶ τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα X.Oec.5.13
; ἐς τὴν πολιορκίην παρεσκευάδατο v.l. in Hdt.3.150 ;παρεσκευάδατο ὡς ἀπολεόμενοι Id.7.218
;ταῖς ψυχαῖς παρεσκευας μένους ὡς χεῖρας ξυμμείξοντας X.Cyr.2.1.11
: folld. by ὥστε c. inf., ;παρεσκευάσθαι ὡς ἱκανοὶ εἶναι X.Cyr.4.2.13
: c. inf. only,δρᾶν παρεσκευασμένος A.Th. 440
, E.Heracl. 691, cf. A.Ag. 1422, Ar.Nu. 607, etc.: so in [tense] aor.,ὥστε ἂν.. παρασκευασθῶσιν οὕτως ἔχειν Arist.Rh. 1388a26
.4 [voice] Med., = exonerare alvum, LXX 1 Ki. 24.4.III παρεσκευάσθαι τι to be prepared or provided with a thing, ;π. λαμπρὸν ἱμάτιον Thphr.Char.21.11
.IV in [voice] Pass., of things, to be got ready, prepared, ἐπειδὴ παρεσκεύαστο when preparations had been made, Th.4.67 ; ; in Hdt.9.100, for ὡς παρεσκευάδατο τοῖσι Ἕλλησι, Reiske proposed παρεσκεύαστο.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παρασκευάζω
-
13 παρίστημι
A causal in [tense] pres., [tense] impf., [tense] fut., and [tense] aor.1 ; later [tense] pf. παρέστᾰκα in same sense, PTeb.5.196 (ii B.C.), Plb.3.94.7, S.E. M.7.273, etc.I cause to stand, place beside,π. τοὺς ἱππεῖς ἐφ' ἑκάτερον τὸ κέρας Plb.3.72.9
, cf. 3.113.8 ; παραστήσας τὰ ὅπλα having brought his arms into view, D.18.175 ; π. τινὰ φυλάττειν set one near a thing to guard it, v.l. in Id.49.35 ;π. σορὸν σορῷ Anatolian Studies p.204
([place name] Termessus).II set before the mind, present,ὑπόθεσιν.. οὐ χὶ τὴν οὖσαν παριστάντες ὑμῖν D.3.1
; τοῦτο π. τοὺς θεοὺς ὑμῖν that they may put this into your minds, Id.18.1 ;τὸ δεινὸν π. τοῖς ἀκούουσιν Id.21.72
; π. ἐλπίδας, ὁτιοῦν τῶν δεινοτάτων, Id.19.333, 21.15 ; arouse, inspire, οὐ γὰρ ἡ πληγὴ παρέστησε τὴν ὀργὴν ἀλλ' ἡ ἀτιμία ib.72 ;π. φόβον καὶ ἀπορίαν ταῖς πόλεσι Plb.3.94.7
; π. ὁ κίνδυνος διαλογισμόν, μὴ.. Aeschin.2.159 : so τοῦτο π. ὑμῖν γνῶναι prompt you to that decision, D.18.8 ; π. τινὶ θαρρεῖν give one confidence, v.l. in Aeschin.1.174 ; π. τινί c. inf., put it into his head to.., Paus.9.14.6 ; also π. τινὶ ὅτι or ὡς .., X. Oec.13.1, Pl.R. 600c.2 dispose a person,πρὸς μελαγχολίας Phld. Ir.p.28
W., cf. Mus.p.73 K. ; alsoἈθηναίους ἄλλα παρέστησεν ὡς ἥρωα τιμᾶν Θησέα Plu. Thes.35
:—also in [voice] Pass., V. B. V. 1.3 of a Poet, represent, describe,τὸν Νέστορα παρέστησε [ὁ ποιητὴς] πείθοντα Phld. Hom. p.65
O., cf. Ath.3.110f, 4.133b ;δι' ἐτυμολογίας Corn. ND1
:—[voice] Pass., παριστάσθω ὅτι .. let it be stated that.., S.E. M.7.310.4 furnish, supply, deliver, PCair.Zen.790.10 (iii B.C.), PTeb.5.196 (ii B.C.), Abh. Berl.Akad.1925(5).31 ([place name] Cyrene).5 make good, prove, show,τι πολλοῖς τεκμηρίοις Lys.12.51
, cf. Act.Ap.24.13 ;καθάπερ προϊόντες -στήσομεν Phld. Ir.p.85
W., cf. Mus.p.37 K.6 c. acc. pers., present, offer, ἑαυτοὺς τῷ θεῷ, ἑαυτοὺς δούλους εἰς ὑπακοήν, Ep.Rom.6.13,16.8 in later Greek, as in [voice] Med. (V. C. 1), produce in court, etc., BGU759.22 (ii A.D.), etc.:—[voice] Pass., Sammelb.4512.82 (ii B.C.), etc.III set side by side, compare,[πόλεις] μικρὰς μεγάλαις Isoc. 12.40
.—The use of these act. tenses occurs in Pl.l.c., but first becomes common in Oratt.B [voice] Pass., with [tense] aor. 2, [tense] pf. and [tense] plpf. [voice] Act., intr.:I stand by, beside, or near,θέων δέ οἱ ἄγχι παρέστη Il.15.442
, cf. 483 ; , cf. 8.218, 18.183 ; ἑξείης πάντεσσι παρίστασαι, of a beggar, 17.450 ;οὐδ' ἄρα οἵ τις ἀνουτητί γε παρέστη Il.22.371
; ζωγράφῳ παρεστηκυῖα, of a painter's model, X. Mem.3.11.2 : freq. in part. παραστάς with a Verb,εἶπε παραστάς Il.12.60
; οὖτα π. 20.472 ; παρασταθείς, v.l. for κατασταθείς, E.Or. 365.2 stand by, i.e. help, defend, τινι Il.10.279, etc. ; , cf. 15.255 ;Ὀδυσῆϊ π. ἠδ' ἐπαρήγει 23.783
, cf. Hes. Th. 439, Hdt.1.87, etc.;π. τινὶ χερσί S. Aj. 1384
; βοηθοὶ π. X. Cyr.5.3.19 ;οὐ παρέστη οὐδ' ἐβοήθησεν D.45.64
.II more freq. in past tenses, to have come,δεῦρο παρέστης Il.3.405
; to be at hand, , etc.2 of events, to be near, be at hand, ;κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη ἡμῖν Od.9.52
, cf. 16.280 : in [tense] fut. [voice] Med.,σοὶ..παραστήσεσθαι ἔμελλεν μοῖρ' ὀλοή 24.28
;ἐάν του καιρὸς ἢ χρεία παραστῇ D. 21.101
, cf. 73: freq. in [tense] pf.,παρέστηχ' ὡς ἔοικ' ἀγὼν μέγας E. Hec. 229
, cf. Med. 331 ; in part.,τὸ χρῶμα τὸ παρεστηκός Ar. Eq. 399
;ὁ νῦν παρεστηκὼς ἡμῖν λόγος Pl. Lg. 962d
: in [dialect] Att. form παρεστώς, ῶσα, ός, th=s parestw/shs no/sou S. Ph. 734 ; τοῦ π. θέρους ib. 1340 ;τὰς παρεστώσας τύχας E. Or.[ 1024]
; τὰ παρεστῶτα present circumstances, τὰ λῷστα, κράτιστα τῶν π., A. Ag. 1053, Pr. 218 ;πρὸς τὸ παρεστός Ar. Eq. 564
;πρὸς τὸ παριστάμενον X. Eq.Mag.9.1
.III come to the side of another, come over to his opinion,παραστῆναι ἐς τῶν Περσέων τὴν γνώμην Hdt.6.99
: abs., come to terms, surrender, submit, Id.3.13,5.65, 6.140 ;οἱ πολέμιοι παραστήσονται Id.3.155
;τῷ πολέμῳ παραστῆναι D. 22.15
, cf. EM653.2.IV happen to one,τῷ δὴ λέγουσι.. θῶμα μέγιστον παραστῆναι Hdt.1.23
;τὸ φρονεῖν ἀλλοῖα παρίσταται Emp. 108
; esp. come into one's head, occur to one,τὼς νόος ἀνθρώποισι παριστᾶται Parm.16.2
; ; δόξα π. τινὶ ὥστε .. Pl.Phd. 66b ; σοὶ τοῦτο παρέστηκεν, ὡς .. Id.Phdr. 233c ; π. θαῦμα, γνώμη, And.2.2, 24 (s.v.l.) ;ἔκπληξις παρέστη Th.8.96
: impers., παρίσταταί μοι it occurs to me ; τῷ οὐ παραστήσεται.. τεθνάναι βούλεσθαι to whom it will not occur to wish for death, Hdt.7.46: folld. by ὡς, Th. 4.61,95, Lys. 12.62, etc.: c. inf., Id.7.17; : c. acc. et inf., Lys.21.12, Pl.Phd. 58e; part., τὸ παριστάμενον that which comes into one's head, a thought, Luc. Cont. 13 ; ἐκ τοῦ π. λέγειν speak offhand, Plu.Dem.9, cf. Gal. 14.295.2 collect oneself,παραστῆναι πρὸς τὸν κίνδυνον D.S. 17.43
; τῷ θυμῷ παραστάς ib.99 ;π. πρὸς τὴν ἀπολογίαν Plu. Alc. 19
;παρεστηκότες ταῖς γνώμαις Arr.Fr. 161
J.3 metaph., οἶνος παρίσταται the wine improves, becomes fit for drinking, opp. ἐξίσταται, Thphr. CP6.14.10, cf. Dsc.5.8.b of a crop, to be ripe, (Egypt, iii B. C.); so prob. (iii B. C.).VI παρεστηκέναι φρενῶν to be beside oneself, lose one's wits, Plb.18.53.6 ;π. ταῖς διανοίαις Id.14.5.7
, etc.; ἐπὶ τοσοῦτον π. Id.22.8.13 ; cf.παρεξίστημι 11
.VII abs., παρεστηκός, = παρόν, since it was in their power, since the opportunity offered, Th.4.133.C Some tenses of [voice] Med., [tense] pres. and [tense] impf. sts., [tense] fut. and [tense] aor. I almost always (for exceptions, v. supr. B. 11.2, III, iv), are used in causal sense:I set by one's side, bring forward, produce,π. ἱερεῖα X.An.6.1.22
; esp. in a court of justice,τοὺς παῖδας παραστησάμενοι Lys.20.35
; παιδία παραστήσεται (of a culprit) D.21.99 ; ταῦτα παραστησάμενος ib.187;μάρτυρας παρίστανται Is.4.13
, etc.; παραστήσασθαί τινα produce him as witness, Id.9.9, D.34.28, etc.;π. τινὰ εἰς κρίσιν Pl.R. 555b
.II bring to one's side, bring over by force, bring to terms,ἀέκοντας παραστήσασθαι Hdt. 8.80
;π. βία S.OC 916
;π. πολιορκίᾳ Th.1.98
; πολιορκοῦντας π. ὁμολογίᾳ ib.29 : abs., π. τινά, π. πόλιν, Hdt.3.45, Th.1.124, etc.;τοὺς οἰκοῦντας τὴν Ἀττικὴν π. εἰς φορὰν δασμοῦ Pl.Lg. 706b
.2 generally, dispose for one's own views or purposes, τινὰ παραστήσασθαι οὕτως ὥστε .. so to dispose a person that.., Hdt.4.136 ;ἑαυτοὺς πρὸς τὴν μάχην Plb.3.109.9
; dispose, induce a person,πρὸς τὸ κοινωνεῖν Id.29.3.5
: c. acc. et inf., Chio Ep.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παρίστημι
-
14 προβάλλω
Aπροβάλεσκον Od. 5.331
: Hom. has only [tense] aor. [voice] Act. and [voice] Med. without augm.:— throw or lay before, throw to, Νότος Βορέῃ προβάλεσκε [σχεδίην] φέρεσθαι l.c.;τοὺς μαζοὺς κυσὶ προέβαλε Hdt.9.112
;τρωγάλια τοῖς θεωμένοις Ar.Pl. 798
;πυροὺς ὀλίγους π. Id.Av. 626
;π. τινὰ ταῖς Νύμφαις Pl.Phdr. 241e
; ἀνδρὶ δέμας, of a woman, E.Cret.6: without dat.,π. ἀκήδευτα τὰ σώματα Plu.Per.28
.II put forward,π. πρόβλημα Pl.Sph. 261a
; ἄμφω τὰ δεξιὰ προβεβληκώς, of a horse, Arist.Po. 1460b19 (also [voice] Med., );χλαμύδα ἀλώπεκι Paus.4.18.6
;π. αὐτὸν ἐς τὸ μέσον Luc.Cat.25
: metaph.,ἀγαθὴν ἐλπίδα π. σαυτῷ Men.572
:—[voice] Pass., v. infr. B.111.1.b in obstetrics, present, [voice] Act. and [voice] Pass., Hp.Mul.1.69, Sor.2.60, al.2 ἔριδα προβαλόντες putting forth strife, i.e. striving, Il.11.529.3 put forward as an argument or plea, ; ;τοὔνομα τὸ τῆς εἰρήνης D.9.8
:—[voice] Pass., ;ἐς ἐνθυμίαν αἰεὶ προβαλλόμενος Id.5.16
.4 [voice] Med., put forward, propose for an office,λῃτουργεῖν π. γυμνασίαρχον And.1.132
:—[voice] Pass., v. infr. B.1.4.5 propound a question, task, problem, riddle (cf. πρόβλημα IV), Ar.Nu. 757, Pl.R. 536d; αἴνιγμα, γρῖφον, Id.Chrm. 162b, Antiph.74.5;χαλεπὴν π. ᾱἵρεσιν Pl. Sph. 245b
;εὔσκεπτον σκέψιν π. Id.Phlb. 65d
; ὰπορίαν Arist.Pol. 1283b35: later folld. by interrog. clause,πρόβαλε σαυτῷ τί ἂν ἐποίησεν ἐν τούτῳ Σωκράτης Epict.Ench.33.12
;θεοῦ προβαλόντος πότερον.. Aristid.1.41
J.:—[voice] Pass., προβάλλεται τάδε θεωρῆσαι, περὶ τοῦ κώνου προβεβλημένα ἐστὶ τάδε, Archim.Con.Sph.Praef., Spir.Praef.6 put forth beyond,κάρα.. ὀχημάτων S.El. 740
;τῶν ὀδόντων τὴν γλῶσσαν Aret.SA1.7
;φλέγμα καὶ ἀφρῶδες ἐκ τοῦ στόματος Philum.Ven.1.2
.III expose, give up, π. σφέας αὐτοὺς ὑπὸ τοῦ κακοῦ give themselves up for lost, Hdt.7.141; ;ψυχὴν π. ἐν κύβοισι δαίμονος
hazard, venture,E.
Rh. 183.IV send forth, emit, τράγου ὀσμήν v.l. (for προς- ) in Dsc.4.50;τὴν φωνὴν ὀξεῖαν π. D.S.3.8
;ἦχον τραχύν Id.5.30
, etc.; produce,καρπόν J.AJ 4.8.19
;ἄνθος Aët.12.1
:—[voice] Pass., c. gen., to be emitted from,αἱ τῶν θεῶν δυνάμεις προβεβλημέναι τῶν πρώτων Procl.in Prm.p.552S.
V intr., stick out, of the tongue, Arist.PA 660a24.B [voice] Med. with [tense] pf. [voice] Pass. (used also in pass. sense, v. infr.):— throw or toss before one,οὐλοχύτας προβάλοντο Il.1.458
, al.: hence, throw away, expose, S.Ph. 1017.4 put forward, propose for election, Hdt.1.98, Pl.Lg. 755c sq., X.An.6.1.25, IG22.1343.29, etc.;προβαλλόμενος ἑαυτόν D. 21.15
:—[voice] Pass., Hdt. l.c., Pl.l.c., etc.;προβληθεὶς πυλάγορος οὗτος D. 18.149
, cf.285.5 c. dat. et inf., challenge a person to..,π. μοι [ὀμόσαι] Mitteis Chr.32i14, cf. ii 13(ii B.C.):—[voice] Pass., of the oath, to be proposed as a challenge, ib.ii 25, Sammelb. 5231.9 (i A.D.).II throw beyond, beat in throwing: hence, surpass, excel, c. gen. pers. et dat. rei,ἐγὼ δέ κε σεῖο νοήματί γε προβαλοίμην Il.19.218
.III hold before oneself so as to protect,λαιᾷ ἴτυν Tyrt.15.3
;Πηλεΐδᾳ κατ' ὄμμα πέλταν E.Rh. 370
(lyr.); ; π. τὰ ὅπλα level arms, opp. μεταβάλλεσθαι (cf.προβολή 1
),τὴν φάλαγγα ἐκέλευσε προβαλέσθαι τὰ ὅπλα καὶ ἐπιχωρῆσαι X.An.1.2.17
, cf. 6.5.16, Mem.3.8.4: in [tense] pf. [voice] Pass., σάρισαν προβεβλημένος having his pike advanced, with levelled pike, D.S.17.100;τοὺς θυρεοὺς πρὸ τῶν νώτων.. -βεβλημένοι Arr.Tact.36.1
;εἰκοσάπηχύν τινα προβεβλ. κοντόν Luc.DMort.27.4
; also προβεβλημένοι τοὺς θωρακοφόρους having them to cover one in front, X.Cyr. 6.3.24; π. τάφρον, ποταμόν, of a general, Plb.1.18.3, 2.5.5;π. τῆς.. στρατοπεδείας τεῖχος Id.1.48.10
, etc.;πόλις -βεβλημένη ποταμόν Str. 11.2.17
; π. τὰ θηρία πρὸ τῶν κεράτων, λογχοφόρους τῆς δυνάμεως, Plb.3.72.9, 3.113.6: abs., stand in front, πρὸ ἀμφοῖν προβεβλημένος standing so as to cover both, X.An.4.2.21, cf. Cyr.2.3.10: c. gen.,τούτου προβέβληται Πολύευκτος D.21.139
;προβάλλεσθαι ἢ ἐναντίον βλέπειν οὔτ' οἶδεν οὔτ' ἐθέλει Id.4.40
; προαίρεσις τῆς πολιτείας προβεβλημένη a guarded policy, Id.19.27; πρὸς ἅπαντας -βεβλημένος on one's guard against, Plu. Dio 9:—[voice] Pass.,ἱππῆς προβέβληνται πρὸ τοῦ δεξιοῦ κέρως Arr.Tact.36.2
; κράνη πρὸ τῆς κεφαλῆς π. ib.34.3.2 metaph., put forward,τὴν ἀγαθὴν προβαλλόμενος ἐλπίδα D.18.97
; ταύτην τὴν συμμαχίαν ib.195; τὴν Εὔβοιαν προβαλέσθαι πρὸ τῆς Ἀττικῆς ib.301, cf. 300, Isoc.5.122;τι πρὸ τῆς αἰσχύνης Aeschin.3.11
.b bring forward, cite on one's own part, in defence,τὸν Ὅμηρον π. Pl.La. 201b
;π. μάρτυρας Is.7.3
, etc.; ὁ προβαλόμενος one who has brought evidence, Lex ap.D.46.10; cite as an example, ; use as an excuse or pretext, Th.2.87, etc.; ; π. σκῆψιν, πρόφασιν, Plb.5.56.7, 15.20.3.IV in [dialect] Att. law, accuse a person by προβολή (v. προβολή v), present him as guilty of the offence, (cf. Harp. s.v. προβαλλομένους) ; π. τινά τι ib.28; τινα alone, ib. 175; ὁ προβαλλόμενος the prosecutor in a προβολή, ib. 179:—[voice] Pass., to be accused or presented,προὐβλήθησαν X.HG1.7.35
: generally, attack, censure,τὸ ἔθος D.H.4.24
, cf. Ph.2.137;τοὺς ψευδομένους J.BJ2.8.7
(s. v.l.), cf. Plu.CG14; opp. [full] ἐπαινεῖν, Id.2.18d.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προβάλλω
-
15 ἔχω
ἔχω (Hom.+) impf. εἶχον, 1 pl. εἴχαμεν and 3 pl. εἶχαν (both as vv.ll.; Mlt-H. 194; B-D-F §82) Mk 8:7; Rv 9:8 or εἴχοσαν (B-D-F §84, 2; Mlt-H. 194; Kühner-Bl. II p. 55) J 15:22, 24; 2 aor. ἔσχον; mixed aor. forms include ἔσχαν Hv 3, 5, 1, ἔσχοσαν 1 Esdr 6:5; 1 Macc 10:15 (ἔσχον, εἴχον vv.ll.); pf. ἔσχηκα; plpf. ἐσχήκειν.—In the following divisions: act. trans. 1–9; act. intr. 10; mid. 11.① to possess or contain, have, own (Hom.+)ⓐ to possess someth. that is under one’s controlα. own, possess (s. esp. TestJob 9f) κτήματα πολλά own much property Mt 19:22; Mk 10:22. πρόβατα Lk 15:4; J 10:16. θησαυρόν Mt 19:21; Mk 10:21b. βίον living Lk 21:4; 1J 3:17. δραχμὰς δέκα Lk 15:8. πλοῖα Rv 18:19. κληρονομίαν Eph 5:5. θυσιαστήριον Hb 13:10a; μέρος ἔ. ἔν τινι have a share in someth. Rv 20:6. Gener. μηδὲν ἔ. own nothing (SibOr 3, 244) 2 Cor 6:10. ὅσα ἔχεις Mk 10:21; cp. 12:44; Mt 13:44, 46; 18:25. τί ἔχεις ὸ̔ οὐκ ἔλαβες; what do you have that you have not been given? 1 Cor 4:7. The obj. acc. is often used w. an adj. or ptc.: ἔ. ἅπαντα κοινά have everything in common Ac 2:44 (cp. Jos., Ant. 15, 18). ἔ. πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα have many good things stored up Lk 12:19.—Hb 12:1. Abs. ἔ. have (anything) (Soph.et al.; Sir 13:5; 14:11) Mt 13:12a; Mk 4:25a; Lk 8:18a. ἐκ τοῦ ἔχειν in accordance w. what you have 2 Cor 8:11. ἔ. εἰς ἀπαρτισμόν have (enough) to complete Lk 14:28. W. neg. ἔ. have nothing Mt 13:12b; Mk 4:25b; Lk 8:18b.—ὁ ἔχων the one who has, who is well off (Soph., Aj. 157; Eur., Alc. 57; X., An. 7, 3, 28; Ar. 15:7). πᾶς ὁ ἔχων everyone who has (anything) Mt 25:29a; Lk 19:26a. ὁ μὴ ἔχων the one who has nothing (X., An. 7, 3, 28; 1 Esdr 9:51, 54; 2 Esdr 18:10) Mt 25:29b; Lk 19:26b; 1 Cor 11:22.β. have = hold in one’s charge or keeping ἔ. τὰς κλεῖς hold the keys Rv 1:18; cp. 3:7. τὸ γλωσσόκομον the money-box J 12:6; 13:29.ⓑ to contain someth. have, possess, of the whole in relation to its partsα. of living beings, of parts of the body in men and animals μέλη Ro 12:4a; cp. 1 Cor 12:12. σάρκα καὶ ὀστέα Lk 24:39 (Just., A I, 66, 2 καὶ σάρκα καὶ αἷμα) ἀκροβυστίαν Ac 11:3. οὖς Rv 2:7, 11. ὦτα Mt 11:15; Mk 7:16; Lk 8:8. χεῖρας, πόδας, ὀφθαλμούς Mt 18:8f; Mk 9:43, 45, 47. Of animals and animal-like beings ἔ. πρόσωπον Rv 4:7. πτέρυγας vs. 8. κέρατα 5:6. ψυχάς 8:9. τρίχας 9:8. κεφαλάς 12:3 (TestAbr B 14 p. 118, 19 [Stone p. 84]) al. ἔχοντες ὑγιῆ τὴν σάρκα AcPlCor 2:32 (Just., D. 48, 3 σάρκα ἔχων). Of plants (TestAbr B 3 p. 107, 6 [Stone p. 62] εὗρον δένδρον … ἔχον κλάδους) ῥίζαν ἔ. Mt 13:6; Mk 4:6.β. of inanimate things: of cities τ. θεμελίους ἔ. Hb 11:10; cp. Rv 21:14. Of a head-covering χαρακτῆρα ἔχει βασιλικόν has a royal emblem GJs 2:2.ⓒ to have at hand, have at one’s disposal have ἄρτους Mt 14:17; cp. 15:34; J 21:5, where the sense is prob. ‘Did you catch any fish for breakfast?’. οὐκ ἔχω ὸ̔ παραθήσω αὐτῷ I have nothing to set before him Lk 11:6. μὴ ἐχόντων τί φάγωσι since they had nothing to eat Mk 8:1; cp. Mt 15:32 (Soph., Oed. Col. 316 οὐκ ἔχω τί φῶ). οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω I have no place to store Lk 12:17. ἄντλημα a bucket J 4:11a. οἰκίας ἔ. have houses (at one’s disposal) 1 Cor 11:22. Of pers.: have (at one’s disposal) (PAmh 92, 18 οὐχ ἕξω κοινωνόν and oft. in pap) Moses and the prophets Lk 16:29. παράκλητον an advocate, a helper 1J 2:1. οὐδένα ἔ. ἰσόψυχον Phil 2:20. ἄνθρωπον οὐκ ἔ. J 5:7.ⓓ to have within oneself have σύλλημα ἔχει ἐκ πνεύματος ἁγίου she has something conceived through the Holy Spirit GJs 18:1. Var. constr. w. ἐν: of women ἐν γαστρὶ ἔ. be pregnant (γαστήρ 2) Mt 1:18, 23 (Is 7:14); 24:19; Mk 13:17; Lk 21:23; 1 Th 5:3; Rv 12:2. ἔ. τινὰ ἐν τῇ καρδίᾳ have someone in one’s heart Phil 1:7 (Ovid, Metam. 2, 641 aliquem clausum pectore habere). ἔ. τι ἐν ἑαυτῷ (Jos., Ant. 8, 171; cp. TestAbr A 3 p. 80, 14 [Stone p. 8] ἔκρυψεν τὸ μυστήριον, μόνος ἔχων ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ): ζωήν J 5:26. τὴν μαρτυρίαν 1J 5:10; τὸ ἀπόκριμα τοῦ θανάτου have a sentence of death within oneself 2 Cor 1:9.ⓔ to have with oneself or in one’s company have μεθʼ ἑαυτοῦ (X., Cyr. 1, 4, 17) τινά someone Mt 15:30; 26:11; Mk 2:19; 14:7; J 12:8; AcPl Ha 8, 35; σὺν αὐτῷ 4:18.—The ptc. w. acc. = with (Diod S 12, 78, 1 ἔχων δύναμιν with a [military] force; 18, 61, 1 ὁ θρόνος ἔχων τὸ διάδημα the throne with the diadem; JosAs 27:8 ἔχοντες ἐσπασμένας τὰς ῥομφαίας ‘with their swords drawn’) ἀνέβησαν ἔχοντες αὐτόν they went up with him Lk 2:42 D.② to stand in a close relationship to someone, have, have asⓐ of relatives πατέρα ἔ. J 8:41. ἀδελφούς Lk 16:28. ἄνδρα (Aristot., Cat. 15b, 27f λεγόμεθα δὲ καὶ γυναῖκα ἔχειν καὶ ἡ γυνὴ ἄνδρα; Tob 3:8 BA) be married (of the woman) J 4:17f; 1 Cor 7:2b, 13; Gal 4:27 (Is 54:1). γυναῖκα of the man (cp. Lucian, Tox. 45; SIG 1160 γυναικὸς Αἴ., τῆς νῦν ἔχει; PGM 13, 320; 1 Esdr 9:12, 18; Just., D. 141, 4 πολλὰς ἔσχον γυναίκας. As early as Od. 11, 603 Heracles ἔχει Ἥβην) 1 Cor 7:2a, 12, 29 (for the wordplay cp. Heliod. 1, 18, 4 in connection w. the handing over of a virgin: σὺ ἔχων οὐκ ἕξεις; Crates, 7th Ep. [p. 58, 8 Malherbe] πάντʼ ἔχοντες οὐδὲν ἔχετε). τέκνα Mt 21:28; 22:24; 1 Ti 3:4; 5:4; Tit 1:6. υἱούς (Artem. 5, 42 τὶς τρεῖς ἔχων υἱούς; cp. θυγατέρα TestAbr B 10 p. 114, 17 [Stone p.76]) Lk 15:11; Gal 4:22. σπέρμα have children Mt 22:25. W. acc. as obj. and in predicate (Ar. 8, 4 τούτους συνηγόρους ἔχοντες τῆς κακίας; 11, 3 ἔσχε μοιχὸν τὸν Ἄρην; Ath. 7, 2 ἔχομεν προφήτας μάρτυρας) ἔ. τινὰ πατέρα have someone as father Mt 3:9. ἔ. τινὰ γυναῖκα (w. γυναῖκα to be understood fr. the context) 14:4; cp. Mk 6:18; ὥστε γυναῖκά τινα τοῦ πατρὸς ἔ. that someone has taken his father’s wife (as his own wife: the simple ἔχειν in this sense as Plut., Cato Min. 21, 3; Appian, Bell. Civ. 3, 10 §34; Jos., C. Ap. 1, 147. Perh. an illicit relationship is meant, as Longus 4, 17; Hesychius Miles. [VI A.D.], Viri Ill. 4 JFlach [1880] ἔχω Λαί̈δα) 1 Cor 5:1 (Diod S 20, 33, 5 of a man who had illicit relations with his stepmother: ἔχειν λάθρᾳ τοῦ πατρὸς τὴν Ἀλκίαν).ⓑ more gener. φίλον have a friend Lk 11:5. ἀσθενοῦντας have sick people Lk 4:40 and χήρας widows 1 Ti 5:16 to care for; παιδαγωγοὺς ἔ. 1 Cor 4:15. δοῦλον Lk 17:7. οἰκονόμον 16:1; κύριον ἔ. have a master, i.e. be under a master’s control Col 4:1; δεσπότην ἔ. 1 Ti 6:2; βασιλέα J 19:15. ἀρχιερέα Hb 4:14; 8:1. ποιμένα Mt 9:36. ἔχων ὑπʼ ἐμαυτὸν στρατιώτας I have soldiers under me Lk 7:8. W. direct obj. and predicate acc. ἔ. τινὰ ὑπηρέτην have someone as an assistant Ac 13:5 (Just., A I, 14, 1) ἔ. τινὰ τύπον have someone as an example Phil 3:17.—Of the relation of Christians to God and to Jesus ἔ. θεόν, τὸν πατέρα, τὸν υἱόν have God, the Father, the Son, i.e. be in communion w. them 1J 2:23; 2J 9; AcPl Ha 4, 7.—HHanse, at end of this entry.③ to take a hold on someth., have, hold (to), gripⓐ of holding someth. in one’s hand ἔ. τι ἐν τῇ χειρί have someth. in one’s hand (since Il. 18, 505) Rv 1:16; 6:5; 10:2; 17:4. Of holding in the hand without ἐν τῇ χειρί (Josh 6:8; JosAs 5:7) ἔ. κιθάραν 5:8. λιβανωτὸν χρυσοῦν 8:3, cp. vs. 6; 14:17 and s. ἀλάβαστρον Mt 26:7 and Mk 14:3.ⓑ of keeping someth. safe, a mina (a laborer’s wages for about three months) in a handkerchief keep safe Lk 19:20.ⓒ of holding fast to matters of transcendent importance, fig. τὴν μαρτυρίαν Rv 6:9; 12:17; 19:10; the secret of Christian piety 1 Ti 3:9; an example of sound teaching 2 Ti 1:13; keep (Diod S 17, 93, 1 τὴν βασιλείαν ἔχειν=keep control) Mk 6:18.ⓓ of states of being hold, hold in its grip, seize (Hom. et al.; PGiss 65a, 4 παρακαλῶ σε κύριέ μου, εἰδότα τὴν ἔχουσάν με συμφορὰν ἀπολῦσαί μοι; Job 21:6; Is 13:8; Jos., Ant. 3, 95 δέος εἶχε τοὺς Ἑβρ.; 5, 63; Just., D. 19, 3) εἶχεν αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις trembling and amazement had seized them Mk 16:8.④ to carry/bear as accessory or part of a whole, have on, wear, of clothing, weapons, etc. (Hom. et al.; LXX; TestAbr B p. 114, 22 [Stone p. 76]) τὸ ἔνδυμα Mt 3:4; 22:12 (cp. ἔνδυσιν TestJob 25:7). κατὰ κεφαλῆς ἔχων w. τὶ to be supplied while he wears (a covering) on his head 1 Cor 11:4. ἔ. θώρακας Rv 9:9, 17. ἔ. μάχαιραν wear a sword (Jos., Ant. 6, 190) J 18:10. Sim. of trees ἔ. φύλλα have leaves Mk 11:13 (ApcSed. 8:8).⑤ be in a position to do someth., can, be able, ἔ. w. inf. foll. (Hom. et al.; cp. Eur., Hec. 761; Hdt. 1, 49; Pla., Phd. p. 76d; Demosth., Ep. 2, 22; Theocr. 10, 37 τὸν τρόπον οὐκ ἔχω εἰπεῖν=I cannot specify the manner; Lucian, Dial. Mort. 21, 2, Hermot. 55; Epict. 1, 9, 32; 2, 2, 24 al.; Ael. Aristid. 51, 50 K.=27 p. 546 D.: οὐκ ἔχω λέγειν; PPetr II, 12, 1, 16; PAmh 131, 15; Pr 3:27; ApcEsdr 2:24; 3:7; 6:5; TestAbr A 8, p. 86, 13 [Stone p. 20]; Jos., Ant. 1, 338; 2, 58; Just., A I, 19, 5, D. 4, 6 οὐκ ἔχω εἰπεῖν) ἔ. ἀποδοῦναι be able to pay Mt 18:25a; Lk 7:42; 14:14. μὴ ἔ. περισσότερον τι ποιῆσαι be in a position to do nothing more 12:4. οὐδὲν ἔ. ἀντειπεῖν be able to make a reply Ac 4:14; cp. Tit 2:8. ἔ. κατηγορεῖν αὐτοῦ J 8:6 (cp. 9a below, end). ἀσφαλές τι γράψαι οὐκ ἔχω I have nothing definite to write Ac 25:26a; cp. 26b. ἔ. μεταδιδόναι Eph 4:28a. ἔ. τὴν τούτων μνήμην ποιεῖσθαι be able to recall these things to mind 2 Pt 1:15. κατʼ οὐδενὸς εἶχεν μείζονος ὀμόσαι he could swear by no one greater Hb 6:13. In the same sense without the actual addition of the inf., which is automatically supplied fr. context (X., An. 2, 1, 9) ὸ̔ ἔσχεν (i.e. ποιῆσαι) ἐποίησεν she has done what she could Mk 14:8.⑥ to have an opinion about someth., consider, look upon, view w. acc. as obj. and predicate acc. (POxy 292, 6 [c. 25 A.D.] ἔχειν αὐτὸν συνεσταμένον=look upon him as recommended; 787 [16 A.D.]; PGiss 71, 4; Job 30:9; Ps.-Clem., Hom. 16, 19; Ath. 32, 3 τοὺς μὲν υἱοὺς … νοοῦμεν, τοὺς δὲ ἀδελφούς ἔχομεν) ἔχε με παρῃτημένον consider me excused (= don’t expect me to come) Lk 14:18b, 19 (cp. Martial 2, 79 excusatum habeas me). τινὰ ἔντιμον ἔ. hold someone in honor Phil 2:29. ἔ. τινὰ ὡς προφήτην consider someone a prophet Mt 14:5; 21:26, 46 v.l. (cp. GNicod 5 [=Acta Pilati B 5 p. 297 Tdf.] ἔχειν [Jannes and Jambres] ὡς θεούς; Just., D. 47, 5 τὸν μετανοοῦντα … ὡς δίκαιον καὶ ἀναμάρτητον ἔχει). ἔ. τινὰ εἰς προφήτην consider someone a prophet Mt 21:46 (cp. Duris [III B.C.]: 76 Fgm. 21 Jac. ὸ̔ν εἰς θεοὺς ἔχουσιν). εἶχον τ. Ἰωάννην ὄντως ὅτι προφήτης ἦν they thought that John was really a prophet Mk 11:32.⑦ to experience someth., have (freq. in auxiliary capacity CTurner, JTS 28, 1927, 357–60)ⓐ of all conditions of body and soul (Hom. et al.; LXX)α. of illness, et al. (ApcMos 6 νόσον καὶ πόνον ἔχω; Jos., C. Ap. 1, 305) ἀσθενείας have sicknesses/diseases Ac 28:9. μάστιγας physical troubles Mk 3:10. πληγὴν τῆς μαχαίρης Rv 13:14. θλῖψιν J 16:33b; 1 Cor 7:28; Rv 2:10. Esp. of possession by hostile spirits: δαιμόνιον ἔ. be possessed by an evil spirit Mt 11:18; Lk 7:33; 8:27; J 7:20; 8:48f, 52; 10:20. Βεελζεβούλ Mk 3:22. πνεῦμα ἀκάθαρτον vs. 30; 7:25; Ac 8:7. πνεῦμα δαιμονίου ἀκαθάρτου Lk 4:33. πνεῦμα πονηρόν Ac 19:13. πνεῦμα ἄλαλον Mk 9:17. πνεῦμα ἀσθενείας spirit of sickness Lk 13:11. τὸν λεγιῶνα (the evil spirit called) Legion Mk 5:15.β. gener. of conditions, characteristics, capabilities, emotions, inner possession: ἀγάπην ἔ. have love (cp. Diod S 3, 58, 3 φιλίαν ἔχειν; Just., D. 93, 4 φιλίαν ἢ ἀγάπην ἔχοντε) J 5:42; 13:35; 15:13; 1J 4:16; 1 Cor 13:1ff; 2 Cor 2:4; Phil 2:2; 1 Pt 4:8. ἀγνωσίαν θεοῦ fail to know God 1 Cor 15:34. ἁμαρτίαν J 9:41; 15:22a. ἀσθένειαν Hb 7:28. γνῶσιν 1 Cor 8:1, 10 (Just., A II, 13, 1; D. 28, 4). ἐλπίδα Ac 24:15; Ro 15:4; 2 Cor 3:12; 10:15; Eph 2:12; 1J 3:3 (Ath. 33, 1). ἐπιθυμίαν Phil 1:23. ἐπιποθίαν Ro 15:23b; ζῆλον ἔ. have zeal Ro 10:2. Have jealousy Js 3:14. θυμόν Rv 12:12. λύπην (ApcMos 3 p. 2, 16 Tdf.) J 16:21f; 2 Cor 2:3; Phil 2:27; μνείαν τινὸς ἔ. remember someone 1 Th 3:6. παρρησίαν Phlm 8; Hb 10:19; 1J 2:28; 3:21; 4:17; 5:14. πεποίθησιν 2 Cor 3:4; Phil 3:4. πίστιν Mt 17:20; 21:21; Mk 4:40; Ac 14:9; Ro 14:22; 1 Cor 13:2; 1 Ti 1:19 al. (Just., A I, 52, 1). προφητείαν have the gift of prophecy 1 Cor 13:2. σοφίαν (X., Mem. 2, 3, 10) Rv 17:9. συνείδησιν ἁμαρτιῶν Hb 10:2. καλὴν συνείδησιν 13:18; ἀγαθὴν ς. 1 Ti 1:19; 1 Pt 3:16; ἀπρόσκοπον ς. Ac 24:16; ὑπομονήν Rv 2:3. φόβον 1 Ti 5:20. χαράν Phlm 7. χάριν ἔ. τινί be grateful to someone Lk 17:9; 1 Ti 1:12; 2 Ti 1:3; σιγὴν ἔ. be silent Hs 9, 11, 5. ἀνάγκην ἔσχον I felt it necessary Jd 3 (HKoskenniemi, Studien zur Idee und Phraseologie des Griechischen Briefes bis 400 n. Chr. ’56, 78–87).γ. of advantages, benefits, or comforts that one enjoys: ἔ. τὰ αἰτήματα to have been granted the requests 1J 5:15; ἀνάπαυσιν ἔ. have rest Rv 4:8; 14:11; ἀπόλαυσιν τινος ἔ. enjoy someth. Hb 11:25. βάθος γῆς Mt 13:5b; Mk 4:5b; γῆν πολλήν Mt 13:5a; Mk 4:5a. τὴν προσέλευσιν τὴν πρὸς τὸν κύριον AcPl Ha 8, 22f; εἰρήνην Ro 5:1. ἐλευθερίαν Gal 2:4. S. ἐξουσία, ἐπαγγελία, ἔπαινος, ζωή, ἰκμάς, καιρός, καρπός, καύχημα, καύχησις, λόγος, μισθός, νοῦς, πνεῦμα, προσαγωγή, πρόφασις, τιμή, χάρις (=favor), χάρισμα.δ. of a sense of obligation in regard to someth.—W. dir. object have = have someth. over one, be under someth.: ἀνάγκην ἔχειν be under necessity 1 Cor 7:37a; w. inf. foll. have a need (ἀνάγκη 1) Lk 14:18; 23:16 v.l.; Hb 7:27; χρείαν ἔ. be in need abs. Eph 4:28b; τινός need someth. (Aeschyl. et al.; SIG 333, 20; 421, 35 al.; PPetr III, 42 G 9, 7 [III B.C.] ἐάν τινος χρείαν ἔχῃς; Ath. 13, 2 ποίας ἔτι χρείαν ἑκατόμβης ἔχει;) Mt 6:8; 9:12a; Mk 11:3; Lk 19:31, 34; J 13:29; 1 Cor 12:21; Hb 10:36 al.; w. inf. foll. (TestSol 13:2) Mt 3:14; 14:16; J 13:10; 1 Th 1:8; 4:9; 5:1. νόμον J 19:7. ἐπιταγήν 1 Cor 7:25. ἐντολήν (SIG 559, 9 ἔ. τὰς ἰντολάς; 1 Esdr 4:52; 2 Macc 3:13; Jos., Bell. 1, 261) Hb 7:5; 1J 2:7; 4:21; 2J 5; cp. J 14:21. διακονίαν 2 Cor 4:1. ἀγῶνα Phil 1:30; Col 2:1. πρᾶξιν Ro 12:4b. ἔγκλημα Ac 23:29. κόλασιν ApcPt Bodl. (ApcEsdr 1:22 p. 25, 17 Tdf.).ε. of a sense of inevitability in respect to some action.—W. inf. foll. one must (Ps.-Callisth. 2, 1, 3 καθαιρεθῆναι ἔχεις=you must be deposed; Porphyr., Against the Christians 63 Harnack [ABA 1916] παθεῖν; Gen 18:31; Jos., Ant. 19, 348 τοῦ τεθνάναι; TestSol 5:12 σίδηρα ἔχεις φορέσαι; TestAbr A 18 p. 100, 22 [Stone p. 48] τοῦ βίου τοῦτου ἀπαλλάξαι εἶχες; Just., D. 51, 2 ἔργῳ πεισθήναι ὑμῶν ἐχόντων) βάπτισμα ἔχω βαπτισθῆναι I must undergo a baptism Lk 12:50. ἔχω σοί τι εἰπεῖν I have someth. to say to you (Lucian, Philops. 1 ἔχεις μοι εἰπεῖν. Without dat. Aelian, VH 2, 23; Jos., Ant. 16, 312) 7:40. καινόν σοι θέαμα ἔχω ἐξηγήσασθαι I have a wonderful new thing to tell you=‘I must tell you about something wonderful that I’ve just seen’ GJs 19:3. ἀπαγγεῖλαι Ac 23:17, 19; cp. vs. 18. πολλὰ γράφειν 2J 12; 3J 13.ⓑ of temporal circumstances w. indications of time and age: πεντήκοντα ἔτη οὔπω ἔχεις you are not yet fifty years old J 8:57 (cp. Jos., Ant. 1, 198). τριάκοντα κ. ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ who had been sick for 38 years 5:5 (Cyranides p. 63, 25 πολὺν χρόνον ἔχων ἐν τῇ ἀρρωστίᾳ. W. cardinal numeral TestJob 26:1 δέκα ἑπτὰ ἔτη ἔχω ἐν ταῖς πληγαῖς; POxy 1862, 17 τέσσαρες μῆνας ἔχει. Mirac. S. Georgii 44, 7 [JAufhauser 1913] ἔσχεν … ἔτη ἑπτά); cp. Mt 9:20 v.l. τέσσαρας ἡμέρας ἔ. ἐν τῷ μνημείῳ have lain in the grave for four days J 11:17 (Jos., Ant. 7, 1 αὐτοῦ δύο ἡμέρας ἔχοντος ἐν τῇ Σεκέλλᾳ). πολὺν χρόνον ἔ. be (somewhere or in a certain condition) for a long time 5:6. ἡλικίαν ἔχειν be of age (Pla., Euthyd. 32, 306d; Plut., Mor. 547a; BGU 168 τοῖς ἀτελέσι ἔχουσι τὴν ἡλικίαν) 9:21, 23. τέλος ἔχειν have an end, be at an end (Lucian, Charon 17; UPZ 81 III, 20 [II A.D.] τέλος ἔχει πάντα; Ar. 4:2 ἀρχὴν καὶ τέλος) Mk 3:26; Lk 22:37 (on the latter pass. s. τέλος 2); cp. Hb 7:3.⑧ as connective marker, to have or include in itself, bring about, cause w. acc. (Hom. et al.; Wsd 8:16) of ὑπομονή: ἔργον τέλειον Js 1:4. Of πίστις: ἔργα 2:17. Of φόβος: κόλασιν 1J 4:18. Of παρρησία: μεγάλην μισθαποδοσίαν Hb 10:35. Of πολυτέλεια: λύπην, χαράν Hs 1, 10. ἐσχάτην εὐλογίαν, ἥτις διαδοχὴν οὐκ ἔχει ultimate blessing, which has no successor GJs 6:2.⑨ special combinationsⓐ w. prep. ἐν: τὸν θεὸν ἔ. ἐν ἐπιγνώσει acknowledge God Ro 1:28 (cp. ἐν ὀργῇ ἔ. τινά=‘be angry at someone’, Thu. 2, 18, 5; 2, 21, 3; ἐν ὀρρωδίᾳ ἔ. τ. 2, 89, 1; ἐν ἡδονῇ ἔ. τ.=‘be glad to see someone’ 3, 9, 1; ἐν εὐνοίᾳ ἔ. Demosth. 18, 167). ἐν ἑτοίμῳ ἔ. 2 Cor 10:6 (ἕτοιμος b). ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν he has no hold on me J 14:30 (Appian, Bell. Civ. 3, 32 §125 ἔχειν τι ἔν τινι=have someth. [hope of safety] in someone). κατά τινος: on 1 Cor 11:4 s. above 4. ἔ. τι κατά τινος have someth. against someone Mt 5:23; Mk 11:25; w. ὅτι foll. Rv 2:14. ἔ. κατά τινος w. sim. mng. Hm 2:2; Hs 9, 23, 2; w. ὅτι foll. Rv 2:4, 20. ἔ. τινὰ κατὰ πρόσωπον meet someone face to face Ac 25:16. μετά: ἔ. τι μετά τινος have someth. w. someone κρίματα lawsuits 1 Cor 6:7. περί: ἔ. περί τινος have (a word, a reference, an explanation) about someth. B 12:1; with adv. τελείως 10:10. πρός τινα have someth. against someone (Ps.-Callisth. 2, 21, 21 ὅσον τις ὑμῶν ἔχει πρὸς ἕτερον) Ac 24:19. ζητήματα ἔ. πρός τινα have differences w. someone (on points in question) 25:19. λόγον ἔ. πρός τινα 19:38. πρᾶγμα (=Lat. causa, ‘lawsuit’: BGU 19 I, 5; 361 II, 4) ἔ. πρός τινα (POxy 743, 19 [2 B.C.] εἰ πρὸς ἄλλους εἶχον πρᾶγμα; BGU 22:8) 1 Cor 6:1. ἵνα ἔχωσιν κατηγορίαν αὐτοῦ J 8:4 D (cp. 5 above). πρός τινα ἔ. μομφήν have a complaint against someone Col 3:13.ⓑ τοῦτο ἔχεις ὅτι you have this (in your favor), that Rv 2:6. ἔ. ὁδόν be situated (a certain distance) away (cp. Peripl. Eryth. 37: Ὡραία ἔχουσα ὁδὸν ἡμερῶν ἑπτὰ ἀπὸ θαλάσσης) of the Mt. of Olives ὅ ἐστιν ἐγγὺς Ἰερουσαλὴμ σαββάτου ἔχον ὁδόν Ac 1:12.—ἴδε ἔχεις τὸ σόν here you have what is yours Mt 25:25. ἔχετε κουστωδίαν there you have a guard (=you can have a guard) 27:65 (cp. POxy 33 III, 4).⑩ to be in some state or condition, act. intr. (spatially: Ath. 25, 1 οἱ ἄγγελοι … περὶ τόν ἀέρα ἔχοντες καὶ τὴν γῆν) w. adv. (Hom. et al.; ins, pap, LXX).ⓐ impers. it is, the situation is (Himerius, Or. 48 [=Or. 14], 10 πῶς ὑμῖν ἔχειν ταῦτα δοκεῖ; =how does this situation seem to you? Just., D. 3, 5 τὸ … ὡσαύτως ἀεὶ ἔχων) ἄλλως 1 Ti 5:25. οὕτως (Antig. Car. 20; Cebes 4, 1; POxy 294, 11 [22 A.D.] εἰ ταῦτα οὕτως ἔχει; TestSol 20:8; Jos., Ant. 15, 261; Just., D. 3:5 οὐχ οὕτως ἔχει) Ac 7:1; 12:15; 17:11; 24:9. τὸ καλῶς ἔχον what is right 1 Cl 14:2 (Michel 543, 12 [c. 200 B.C.] καλῶς ἔχον ἐστὶ τιμᾶσθαι τοὺς εὔνους ἄνδρας). τὸ νῦν ἔχον for the present Ac 24:25 (cp. Plut., Mor. 749a; Lucian, Anachars. 40, Catapl. 13 τὸ δὲ νῦν ἔχον μὴ διάτριβε; Tob 7:11).ⓑ pers. be (in a certain way) πῶς ἔχουσιν how they are Ac 15:36 (cp. Gen 43:27; Jos., Ant. 4, 112). ἑτοίμως ἔ. be ready, hold oneself in readiness w. inf. foll. (BGU 80, 17 [II A.D.] ἡ Σωτηρία ἑτοίμως ἔχουσα καταγράψαι; Da 3:15 LXX; Jos., Ant. 13, 6; Just., D. 50, 1) 21:13; 2 Cor 12:14; 1 Pt 4:5. Also ἐν ἑτοίμῳ ἔ. 2 Cor 10:6 (s. ἕτοιμος b end). εὖ ἔ. be well-disposed πρός τινα toward someone Hs 9, 10, 7 (cp. Demosth. 9, 63 ἥδιον ἔχειν πρός τινα; SIG 1094, 4 φιλανθρώπως ἔχει πρὸς πάντας). κακῶς ἔ. be sick (Aristoph. et al.; POxy 935, 15; Ezk 34:4) Mt 4:24; 8:16; 9:12b; 17:15 v.l. (see πάσχω 2). καλῶς ἔ. be well, healthy (Epict. 1, 11, 4; PGen 54, 8; PFlor 230, 24) Mk 16:18; ἐσχάτως ἔ. (s. ἐσχάτως) 5:23; κομψότερον ἔ. feel better (κομψῶς ἔ.: Epict. 2, 18, 14; 3, 10, 13; PParis 18; PTebt 414, 10 ἐὰν κομψῶς σχῶ) J 4:52.⑪ to be closely associated, in a variety of renderings, hold fast, be next to, be next, mid. (Hom. et al.) in NT only ptc.ⓐ of proper situation or placement, esp. of inner belonging hold fast, cling to. The ‘to’ of belonging and the ‘with’ of association are expressed by the gen. (Theognis 1, 32 ἀεὶ τῶν ἀγαθῶν ἔχεο=ever hold fast to the good people; X., Oec. 6, 1; Pla., Leg. 7, 811d; Lucian, Hermot. 69 ἐλπίδος οὐ μικρᾶς ἐχόμενα λέγεις; Sallust. 14 p. 26, 24 τ. θεῶν; Philo, Agr. 101 τὰ ἀρετῆς ἐχόμενα; Jos., Ant. 10, 204 οὐδὲν ἀνθρωπίνης σοφίας ἐχόμενον, C. Ap. 1, 83 παλαιᾶς ἱστορίας ἐχόμενον; Just., A I, 68, 1 λόγου καὶ ἀληθείας ἔχεσθαι; Tat. 33, 1 μανίας ἔχεται πολλῆς; Ath., R. 48, 3 λόγῳ … ἀληθείας ἐχομένῳ) τὰ ἐχόμενα σωτηρίας things that belong to salvation Hb 6:9.ⓑ of proximityα. spatial, to be next to someth: ἐχόμενος neighboring (Isocr. 4, 96 νῆσος; Hdt. 1, 134 al. οἱ ἐχόμενοι=‘the neighbors’; Diod S 5, 15, 1; Appian, Bell. Civ. 2, 71 §294; Arrian, Peripl. 7, 2; PParis 51, 5 and oft. in pap; 1 Esdr 4:42; Jos., Ant. 6, 6 πρὸς τὰς ἐχομένας πόλεις; 11, 340) κωμοπόλεις Mk 1:38.β. temporal, to be next, immediately following (Thu. 6, 3, 2 τ. ἐχομένου ἔτους al.; SIG 800, 15; PRev 34, 20; PAmh 49, 4; PTebt 124, 43; LXX) τῇ ἐχομένῃ (sc. ἡμέρᾳ, as Polyb. 3, 112, 1; 5, 13, 9; 2 Macc 12:39; Jos., Ant. 6, 235; 7, 18 al.; cp. εἰς τὴν ἐχομένην [i.e. ἡμέραν] PMich 173, 16 [III B.C.]) on the next day Lk 13:33 (v.l. ἐρχομένῃ); Ac 20:15; w. ἡμέρᾳ added (PAmh 50, 17) 21:26. τῷ ἐχομένῳ σαββάτῳ 13:44 v.l. (for ἐρχομένῳ; cp. 1 Macc 4:28, where the witnesses are similarly divided).—On the whole word HHanse, ‘Gott Haben’ in d. Antike u. im frühen Christentum ’39.—B. 641; 740. EDNT. M-M. TW. Sv. -
16 παρ-έχω
παρ-έχω (s. ἔχω), 1) das act.; – a) hinhalten, vorhalten, zur Hand, in Bereitschaft halten, αὐτὰρ ἐγὼ τούτοισι φάος πάντεσσι παρέξω, Od. 18, 316, vgl. Il. 18, 556. 4, 229. 23, 50. – b) darbieten, gewähren, schenken, ἱερήϊα, δῶρα, σῖτον, βρῶσιν, πόσιν, Il. 19, 147 u. oft in der Od.; ϑεοῖσι δαῖτα παρέχων, Pind. Ol. 1, 39, wie Aesch. Ag. 1575; ξένα μονοτράπεζά μοι παρέσχον, Eur. I. T. 950; u. in Prosa, Her. 7, 21. 168; λουτρὰ ϑερμὰ παρασχόντες, Plat. Legg. VI, 761 c; – auch von unkörperlichen Dingen, gewähren, verursachen, ἀρετήν, Od. 18, 133, φιλότητα, Il. 3, 354 Od. 15, 55, γέλω τε καὶ εὐφροσύνην, 20, 8; so auch πλεῖστον πόνον ἐχϑροῖς παρασχών, Aesch. Pers. 320; Σάρδεσι πένϑος, 314; τοῖς δ' αὖ δακρύων βίον ἀμβλωπὸν παρέχουσαι, Eum. 915; vgl. Pind. βουσὶν εἰράναν παρέχοισα, P. 9, 23; εὔνοιαν, Wohlwollen zeigen, Soph. Trach. 708 (s. unter med.); ἡσυχίην ϑεήσασϑαι παρέχειν, Her. 1, 9; πράγματα, πόνον παρέχειν τινί, Einem Arbeit, Noth, zu schaffen machen, 1, 155. 175. 177; vgl. Ar. Vesp. 313; Plat. Phaed. 115 a u. Folgde häufig; auch ἔργον παρέχειν, Ar. Nubb. 524; ἐμοὶ τοῦτο πλεῖστον ἔργον παρέσχε τῆς τέχνης, Plat. Ion 530 c; ἡδονήν, Prot. 353 d; ἱδρῶτα, Xen. Cyr. 2, 1, 29. – Auch c) preisgeben, hingeben zu Etwas, bes. c. inf., τὸ σῶμ' αὐτοῖσιν παρέχω τύπτειν, Ar. Nubb. 440; παρέχοντας ἑαυτοὺς διαφϑαρῆναι αἰσχίστῳ μόρῳ, Her. 9, 17; ἐμαυτόν σοι ἐμμελετᾶν παρέχειν οὐ δέδοκται, Plat. Phaedr. 228 e, vgl. Prot. 312 c; παρέχωμεν ἡμᾶς αὐτοὺς χρῆσϑαι Κύρῳ ὅτι ἂν δέῃ, Xen. Cyr. 8, 1, 5; oft im obscönen Sinne, scheinbar intrans., wo man ἑαυτόν oder ἑαυτήν ergänzen muß, vgl. Ar. Lys. 162, 227; Luc. D. Mer. 13; Strat. (XII, 200); auch παρέσχεν ἑαυτὸν δεϑησόμενον, Luc. Tox. 35. – d) als Etwas hinhalten, wozu machen, γῆν ἄσυλον καὶ δόμ ους ἐχεγγύους παρασχών, Eur. Med. 387; καϑαρὸν τὸν ἄνϑρωπον, Plat. Crat. 405 b; Xen. Cyr. 1, 2, 5 u. A.; bes. ἑαυτόν, z. B. εὐπειϑῆ, sich gehorsam zeigen, Xen. Cyr. 2, 1, 22; vgl. Plat. Rep. III, 413 e; ἑαυτὸν τοιοῠτον πολίτην, Lys. 14, 1, u. sonst. – e) impers. παρέχει τινί, wobei man καιρός zu ergänzen pflegt, es ist Zeit oder Gelegenheit dazu, es ist vergönnt, geht an, παρέχει μοι νῠν ὑμέων ἄρχειν, Her. 3, 142, u. oft so c. inf., vgl. 5, 93. 8, 30. 75. 100. 9, 122. Daher παρέχον und aor. παρασχόν absolut, da man kann oder konnte, Zeit oder Gelegenheit hatte, Her. 5, 48; μετὰ τὰ ἐν Πύλῳ, καλῶς παρασχόν, οὐ ξυνέβησαν, Thuc. 5, 14, vgl. 1, 120. 5, 60; Sp., wie Plut. Cimon 14. – f) πάρεχ' ἐκποδών, intr., aus der Sprache des gemeinen Lebens, packe dich, mache dich aus dem Staube, Ar. Vesp. 949. – 2) das med.; – a) von seiner Seite, aus eignen Mitteln geben, aus eignem Willen darbringen, Her. 4, 49. 6, 15. 7, 89 u. öfter; sehr gewöhnlich bei den Rednern μάρτυρας παρέξομαι u. παρασχήσομαι, ich werde Zeugen stellen, Antiph. 5, 20. 23 Lys. 10, 5 Dem., u. A., wie Plat. Apol. 19 d Conv. 215 b; τεκμήρια, Antiph. 1, 11; Sp. so auch act., τούτων παρέξω σοι μάρτυρας, Luc. catapl. 27. – b) beweisen, sehen lassen, zeigen, προϑυμίαν, Her. 1, 8, εὔνοιαν, Andoc. 1, 6; Dem. 18, 10; συγγνώμην, Lycurg. 2; τὸ πρόϑυμον, Plat. Legg. IX, 859 b, wie Thuc. 4, 85; ὠφέλειαν, Plat. Rep. VIII, 559 b; τίνα ἡμῖν ὠφέλειαν ἢ τίνα βλάβην παρέξεται, Phaedr. 239 e. – c) für sich Etwas zu Wege bringen, machen, ζῶσαν τὴν πόλιν καὶ ἐγρηγορυῖαν παρεχόμεναι, Plat. Legg. VII, 809 d; καὶ τοὺς ἑαυτοῦ ἄνδρας ἀβλαβεῖς διὰ τὸ πείϑεσϑαι παρέχεται, Xen. Cyr. 4, 1, 3. – Die Form παρασχήσομαι erklärt Möris für attisch, παρέξομαι für hellenistisch, doch findet sich letzteres bei Plat. Conv. 215 b u. sonst. – [In πᾱρέχει ist Od. 19, 113 die erste Sylbe durch Vershebung lang geworden.]
-
17 φεύγω
φεύγω, fut. φευξοῦμαι, seltner φεύξομαι, Hom. u. Folgde; bei Plat. z. B. φευξεῖται, φευξεῖσϑαι, Legg. I, 635 bc, φεύξεται, φευξόμεϑα, Rep. IX, 592 a Theaet. 181 a; bei sehr späten Schriftstellern sogar fut. φυγῶ; aor. ἔφυγον, perf. πέφευγα und in derselben Bedeutung auch perf. pass. πέφυγμαι, und wie von φύζω (vgl. φύζα) gebildet πεφυζότες, Il. 21, 6. 528. 532. 22, 1; – 1) fliehen, die Flucht ergreifen; häufig bei Hom.; ποῖ φεύγεις, μετὰ νῶτα βαλών, κακὸς ἃς ἐν ὁμίλῳ Il. 8, 94; βῆ φεύγων ἐπὶ πόντον 2, 665, dem διώκειν entgegengesetzt; φόβῳ φυγών Soph. O. R. 118; ποῖ φύγω; O. C. 832; εἰς τοὺς ἀφώνους μάρτυρας φεύγεις; Eur. Hec. 1076; Ar. u. in Prosa; φεύγει ἀπ' αὐτοῦ Plat. Phaed. 65 d; ἐνϑένδε ἐκεῖσε Theaet. 176 a, u. oft, wie Folgde. – Häufig liegt darin nur der Begriff der Absicht, des Willens, zu fliehen suchen, fliehen wollen, während die compos. ἀποφεύγω, ἐκφεύγω, προφεύγω das wirklich ausgeführte Fliehen bezeichnen, βέλτερον ὃς φεύγων προφύγῃ κακὸν ἠὲ ἁλώῃ, besser ist daran, wer, wenn er zu entfliehen trachtet, wirklich entflieht, als wer gefangen wird, Il. 14, 81; δεῖ γάρ με φεύγοντ' ἐκφυγεῖν Ἀχαρνέας Ar. Ach. 177; u. etwas anders mit der unter 3 aufgeführten Bdtg ἦ ῥᾳδίως φεύγων ἂν ἀποφύγοι δίκην Nubb. 168; vgl. Pors. Eur. Phoen. 1234. – Das perf. aber hat immer, der aorist. oft die Bdtg entgehen, entkommen, ἔνϑ' ἄλλοι μὲν πάντες, ὅσοι φύγον αἰπὺν ὄλεϑρον, οἴκοι ἔσαν, πόλεμόν τε πεφευγότες ἠδὲ ϑάλατταν, nachdem sie dem Kriege und dem Meere entronnen waren, Od. 1, 11; so öfter c. accus., Einem entfliehen, vor Einem fliehen, eine Sache meiden, oft ϑάνατον, ὄλεϑρον, πόλεμον, κακόν, Hom. oft, auch πεφυγμένος μοῖραν, ὄλεϑρον, Il. 6, 488. 22, 219 Od. 9, 455 (welches perf. pass. aber auch c. gen. verbunden ist, πεφυγμένος ἦεν ἀέϑλων Od. 1, 18, befrei't, erlös't aus den Mühen, wie sich bei befreien u. ähnl. Verbis ein gen. findet); οὐδεμίη πόλις πέφευγε δουλοσύνην πρὸς Ἱπποκράτεος Her. 7, 154. – Φεύγειν αἰτίαν τινά, sich einer Beschuldigung durch die Flucht entziehen, 7, 214; Pind. ὄνειδος, ἀμαχανίαν u. vgl., Ol. 6, 90 P. 9, 95; Νέμεσιν 10, 43; Tragg.: τὰν Διὸς γὰρ οὐχ ὁρῶμῆτιν ὅπα φύγοιμ' ἄν Aesch. Prom. 908; λευστῆρα δήμου δ' οὔτι μὴ φύγῃ μόρον Spt. 181; εἰ μόρον φευξοίαϑ' Ἕλληνες κακόν, u. öfter; φύγοι τἂν χὠ κακὸς τὸν κρείσσονα Soph. Ai. 451; O. C. 1028 u. sonst; u. in Prosa: τὴν λύπην φεύγετε ὡς κακόν Plat. Prot. 354 c; τὰς τῶν κακῶν ξυνουσίας φεῦγε ἀμεταστρεπτί Legg. IX, 854 c; auch φεύγων φυγῇ τὸ γῆρας Conv. 195 b; ο ὐκ ἔσϑ' ὅπως ἄν τις φύγοι τὸ καταγέλαστος γενέσϑαι Lach. 184 c; Ggstz ἑλεῖν – φυγεῖν Tim. 86 c, u. öfter. – Ein doppelter accus. steht in der häufigen Verbindung ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων, Il. 4, 350. 14, 83, Od. häufiger. – Auch φυγὴν φεύγειν wird verbunden, Plat. Legg. IV, 706 c; ein anderer accus. ist φεύγειν τὴν παρὰ ϑάλασσαν, sc. ὁδόν, den Seeweg fliehen, Her. 4, 12. – Andere Verbindungen sind: ὑπό τινος φεύγειν, vor Einem fliehen, Il. 21, 23. 554, Her. 4, 125. 5, 30; – ἐκ κακῶν πεφευγέναι, Soph. Ant. 434; ἐκ κακῶν μεγάλων πεφευγότας, Her. 1, 65, der es auch mit dem infin. verbindet, Bedenken tragen, sich scheuen, verschmähen, ξεινικοῖσι νομαίοισι χρᾶσϑαι αἰνῶς φεύγουσι 4, 76; ὡς εἰκότως σοι ἔφυγον κοινωνεῖν περὶ τὰ τῆς πόλεως πράγματα Plat. Ep. III, 316 b; διδάξαι ἔφυγες καὶ οὐκ ἠϑέλησας Apol. 26 a; – ἀπό τινος, Xen. Mem. 2, 6,31. – Ein bloßer genit., wie oben bei πεφυγμένος bemerkt ist, findet sich selten, s. Schäf. Schol. Par. Ap. Rh. 4, 86; Soph. vrbdt δοκοῖμ' ἂν τῆς νόσου πεφευγέναι, Phil. 1033. – Auch mit folgdm μή, ὀσμὴν ἀπ' αὐτοῦ, μὴ βάλῃ, πεφευγότες Ant. 408. – Selten von leblosen Dingen, ἡνίοχον φύγον ἡνία, dem Wagenlenker entflohen, entfielen die Zügel, Il. 23, 465, vgl. Od. 10, 131. – 2) laudflüchtig werden, aus dem Vaterlande einer Schuld wegen entweichen, Il. 9, 478 Od. 13, 259. 15, 276. 23, 120; so auch Tragg., wie Aesch. Ag. 1653 Ch. 134; ϑνήσκειν, οὐ φυγεῖν σε βούλομαι Soph. O. R. 623, vgl. 823; ὑπό τινος, vor Einem od. auf seinen Betrieb flüchtig werden, ὁρέοντες τοὺς ὁμούρους φεύγοντας ὑπὸ Σκυϑέων Her. 4, 126. – In die Verbannung gehen, in der Verbannung leben, auch φεύγειν πατρίδα, statt des gew. ἐκ πατρίδος, sein Vaterland als Landflüchtiger verlassen; Od. 15, 228; Xen. Cyr. 3, 1,24; δύο ἔτη φευγέτω Plat. Legg. IX, 867 c; τοὺς ἀδίκως φεύγοντας δικαίως κατήγαγον Menex. 242 b; ἀειφυγίαν φεύγειν, auf immer aus dem Vaterlande fliehen, in ewige Verbannung gehen, Legg. IX, 871 d 877 c e 881 b; φεύγειν ὑπὸ δήμου, vom Volke verbannt worden sein, Xen. Hell. 1, 1,27; Sp. – 3) in der att. Gerichtssprache angeklagt od. gerichtlich verfolgt werden, weil der Angeklagte in jedem peinlichen Proceß das Recht hatte, sich dem Endurtheile durch freiwillige Verbannung zu entziehen, od. weil er übh. vom Kläger, ὁ διώκων, verfolgt wurde; ὁ φεύγων, der Verklagte; φεύγων τε καὶ διώκων Plat. Rep. III, 405 b; ὁ πολλάκις μὲν φυγών, μηδεπώποτε δ' ἐξελεγχϑεὶς ἀδικῶν, der zwar oft angeklagt, aber noch nie als Uebelthäter überführt ist, Dem. 18, 251; φεύγειν δίκην, vor Gericht belangt werden; οὗ ἕνεκα τὴν γραφὴν φεύγω Plat. Euthyphr. 6 a; τινός, wegen einer Sache, ἀσεβείας φεύγοντα ὑπὸ Μελίτου Apol. 35 d; φεύγων ξενίας, δειλίας φευξούμενος, Ar. Vesp. 718 Ach. 1094; φεύγειν φόνου, sc. δίκην, des Todtschlages od. Mordes angeklagt sein, Antiph. 5, 9; Lys. 11, 12 u. sonst; auch φεύγειν ἐφ' αἵματι, Valck. Eur. Hipp. 35; φεύγει δίκην ὑπ' ἐμοῦ, er ist von mir angeklagt, Dem. – Auch = einer Anklage zu entrinnen suchen, sich vor Gericht vertheidigen.
-
18 ὀργεών
ὀργεών, ῶνος, ὁ, der heilige Handlungen verrichtet, ein Priester, Aesch. frg. 131; bes. in Athen die von den einzelnen φρατρίαι u. δῆμοι erwählten Bürger, die gewisse Opfer zu bestimmten Zeiten für ihre Stammverwandten verrichten mußten, wie die röm. curiones, VLL., Poll. 8, 111; auch die Stammgenossen, die zusammenkamen, um ihrem Heros ein Opfer zu bringen, hießen ὀργεῶνες, dah. Is. 2, 15 vrbdt εἰς δημότας καὶ ὀργεῶνας ἐγγράφεσϑαι u. ibd. 16 μάρτυρας ποιεῖν τοὺς φράτορας, τοὺς ὀργεῶνας καὶ τοὺς δημότας; dgl. Hermann Staatsalterthümer §. 99 a. E.
-
19 οὔτε
A and not, Il.22.265 (v.l.), Hdt.3.155 (v.l.); οὔτε γὰρ ἐκείνους διδόναι, Lat. neque enim, Id.1.3 (prob. f.l. for οὐδὲ); and occasionally in later writers, Arist.Ph. 208a8, Luc.Par.27,53, etc.II mostly repeated, οὔτε.., οὔτε .. neither.., nor.., Lat. neque.., neque.., Hom., etc.—Hom. freq. joins another Particle with the first or second οὔτε, as οὔτ' ἂρ.., οὔτε.. ; οὔτ' ἂρ.., οὔτ' ἂρ.. ; οὔτ' ἄρ τε.., οὔτ' ἄρα .. Il.5.89; οὔτ' οὖν, v. οὖν 1; οὔτε.. οὖν.., οὔτ' ἄρα .. 20.7; οὔτ' ἄρ.., οὔτε τι .., or οὔτε τι.., οὔτε .., 1.115, Od.1.202; so too οὔτε.., οὔτε μὴν .. X.Cyr.4.3.12; οὔτε.., οὔτ' αὖ .., v. infr. 3.2 freq. used to divide up a general negation into two or more parts,ὡς δ' ἐν ὀνείρῳ οὐ δύναται φεύγοντα διώκειν, οὔτ' ἂρ ὁ τὸν δύναται ὑποφεύγειν οὔθ' ὁ διώκειν Il.22.200
; thrice repeated,οὔ μοι Τρώων.. μέλει ἄλγος.., οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης οὔτε Πριάμοιο ἄνακτος οὔτε κασιγνήτων 6.450
;οὐκ ἔπειθεν οὔτε τοὺς στρατηγοὺς οὔτε τοὺς στρατιώτας Th.4.4
: without a neg. preceding, Il.1.490, 2.202, etc.3 within one of the two clauses distd. by οὔτε a subordinate part may be introduced by οὐδέ, οὔτε γὰρ ἐκ σκίλλης ῥόδα φύεται οὐδ' ὑάκινθος ( οὐθ' codd.), ;οὔτε.. ἀπέφηνεν οὐδὲ παρέσχηται μάρτυρας, οὔτ' αὖ τὸν ἀριθμὸν.. ἐπανέφερεν D.27.49
: sts. after several clauses distd. by οὔτε the last is introduced emphat. by οὐδέ, οὔτε φάρμακα οὔτε καύσεις οὔτε τομαὶ οὐδ' αὖ ἐπῳδαί nor yet incantations, Pl. R. 426b, cf. 499b (so μηδέ after clauses withμήτε, μήτε παιδεία μήτε δικαστήρια μήτε νόμοι μηδὲ ἀνάγκη μηδεμία Id.Prt. 327d
); so οὐδέ ([etym.] μηδέ) may sts. follow a single οὔτε (μήτε), οὐδέ ποτέ σφιν οὔτε τι πημανθῆναι ἔπι δέος, οὐδ' ἀπολέσθαι neither to suffer misery, nor yet to die, v. l. in Od.8.563, cf. Pi.P.8.83, I.2.44, S.OC 1139, 1141 (s.v.l.), 1297 (cj.), Pl. Ap. 19d: in many of these places, however, the readings vary, and editors have altered οὐδέ into οὔτε; but this cannot be done in some cases, asοὔτ' ἂν ὑπό γε ἑνὸς.. πάθοι, ἴσως δ' οὐδὲ ὑπὸ πλεόνων Id.La. 182b
: so when οὔτε is folld. by οὐδὲ μέν, Od.13.207; by οὐδὲ μήν, X. Cyr.4.5.27; οὐδ' αὖ, v. supr.—But οὔτε ([etym.] μήτε ) cannot be used simply answering to οὐδέ ([etym.] μηδέ), v. μηδέ A. 2.4 οὔτε may be folld. by a Posit. clause with τε, οὔτ' αὐτὸς κτενέει, ἀπό τ' ἄλλους πάντας ἐρύξει he both will not kill and will defend, Il.24.156, cf. A.Pr. 246, 262, Hdt.5.49, X.An.7.7.48, etc.: sts. the neg. is added after the τε, οὔτ' ὦν.. καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ' οὐκ ἐθέλει.. φέρειν Pi.N.11.40
, cf. S. Ant. 763, E.Hipp. 302;κυάμους δὲ οὔτε τι μάλα σπείρουσι, τούς τε γενομένους οὔτε τρώγουσι οὔτε ἕψοντες πατέονται Hdt.2.37
: the combination οὔτε.., καί .. is dub. in E.IT 591, but is found in later writers, as Luc.DMeretr.2.4, Chor.in Rev.Phil.1877.218.5 οὔτε is freq., by anacoluthon, folld. not by a second οὔτε, but by some other Particle, as by οὐδέ, v. supr. 3; by δέ alone, Il.24.368, Hdt.1.108, Pl.R. 388e, X.An.6.3.16.b in Poets, οὐ sts. follows without any conjunctive Particle,οὐκ ἦν ἀλέξημ' οὐδὲν οὔτε βρώσιμον, οὐ χριστόν, οὔτε πιστόν A.Pr. 479
; οὔτε πλινθυφεῖς δόμους.. ᾖσαν, οὐ ξυλουργίαν ib. 450, cf. Theoc.15.139 sq.;οὔτε βλάστας.. πατρός, οὐ μητρὸς εἶχον S.OC 972
, cf. Ant. 249, E.Or.41: so also in the Prose of Hdt., ἐς ποταμὸν οὔτε ἐνουρέουσι οὔτε ἐμπτύουσι, οὐ χεῖρας ἐναπονίζονται, οὐδέ .. 1.138.c in Poets also οὔτε is sts. replaced byοὐ, οὐ νιφετὸς οὔτ' ἂρ χειμὼν πολὺς οὔτε ποτ' ὄμβρος Od.4.566
; (dub. l.), cf. Il.1.115, Od.9.136, A.Pers. 588 (lyr., s. v.l.), etc.d the former οὔτε is sts. omitted,ναυσὶ δ' οὔτε πεζὸς ἰών Pi.P.10.29
; νόσοι δ' οὔτε γῆρας ib.41; , cf. Ch. 294; and v. μήτε 2. -
20 φεύγω
Aἔφευγον 22.158
, etc., Poet.φεῦγον 9.478
, Tyrt.5.8, Pi.N. 9.13: iter.φεύγεσκον Il.17.461
, Hdt.4.43: [tense] fut.φεύξομαι Il.18.307
, etc.; also φευξοῦμαι in E. and Com., E.Med. 341, 346, Hel. 500, 1041, Ba. 659, Ar.Ach. 203 (cod. R), 1129, Pl. 447, Av. 932 ([etym.] ἀπο-), Men. 283 (but dub. where found in [dialect] Att. Prose, Pl.Lg. 635c, al., D.38.19; φευξεῖται is dub. l. in IPE12.24.11 (Olbia, iv B. C.); [tense] fut. [voice] Act. ἐκ-φεύξω only late, v.l. in Aesop.349b, cf. Chambry ii p.479): [tense] aor. ἔφῠγον, [dialect] Ion.φύγεσκον Od.17.316
: [tense] pf.πέφευγα Hdt.7.154
codd. (v. infr.11.1a); opt.πεφεύγοι Il.21.609
(ἐκ-πεφευγοίην S.OT 840
), part.πεφευγότες Od.1.12
; part. [tense] pf. [voice] Pass. πεφυγμένος in act. sense, Il.6.488, Od.1.18, etc. (in pass. sense, Epicur.Fr. 423); [dialect] Ep. πεφυζότες (cf. φύζα) Il.21.6, 528, 532, 22.1, later sg. ; [dialect] Aeol. πεφύγγων, v. φυγγάνω:—[voice] Med., μὴ φεύγησθε Anon.Hist. in PLit.Lond. 115: [tense] aor. 1 δια-φεύξασθαι Decr.Ath. in Hp.Ep.25.I abs., flee, take flight, opp. διώκω, Il.22.157, etc.;βῆ φεύγων ἐπὶ πόντον 2.665
;πῇ φεύγεις; 8.94
;πόσε φεύγετε; 16.422
;ποῖ φύγωμεν.. χθονός; A.Supp. 777
(lyr.);ποῖ τις οὖν φύγῃ; S.Aj. 403
(lyr.);ἐνθένδε ἐκεῖσε φ. Pl.Tht. 176b
: with Preps.,φ. ἀπό τινος Od.12.120
; , etc.; ἐκ πολέμοιο, ἐκ θανάτοιο, Il.7.118, 20.350;ἐκ κακῶν πεφευγέναι S.Ant. 437
, cf. Hdt.1.65;ὑπὲκ κακοῦ Il.15.700
, cf. 17.461 (rarely c. gen. only, πεφυγμένος ἦεν ἀέθλων (v. infr. 11) Od.1.18;τῆς νόσου πεφευγέναι S.Ph. 1044
);φ. ἐς πατρίδα γαῖαν Il. 2.140
, 159, al.; ἐπὶ Σάρδεων, ἐπὶ τὸν Ἑλικῶνα, X.Cyr.7.2.1, Ages. 2.11;πρὸς τὸ ὄρος Id.HG3.5.19
; (lyr.);ὑπὸ δελφῖνος ἰχθύες φ. Il.21.23
, cf. 554 (cf. infr. 111.2): c. acc. cogn., φύγε λαιψηρὸν δρόμον ran the course full swiftly, Pi.P.9.121;τίνα φυγὴν φευξούμεθα; E.Hel. 1041
; φ. τὴν παρὰ θάλασσαν (sc. ὁδόν) flee by the shore route, Hdt.4.12; cf. infr. 111; for φυγῇ φεύγειν, v. infr. 11.1,φυγή 1.1
.2 [tense] pres. and [tense] impf. tenses prop. express only the purpose or endeavour to get away: hence part. φεύγων is added to the compd. Verbs καταφεύγω, ἐκφεύγω, προφεύγω, to distinguish the attempt from the accomplishment, βέλτερον, ὃς φεύγων προφύγῃ κακὸν ἠὲ ἁλώῃ it is better that one should flee and escape than stay and be caught, Il.14.81;φεύγων ἐκφεύγει Hdt.5.95
, cf. Ar.Ach. 177;φ. καταφυγεῖν Hdt.4.23
.3 φ. εἰς .. have recourse to.. take refuge in..,ἐς τοὺς ἀφώνους μάρτυρας E.Hipp. 1076
.4 c. inf., shun or shrink from doing, Hdt.4.76, Antipho 1.13, Pl.Ap. 26a; with inf. omitted, shrink back,S.
Ant. 580.II c. acc., flee, avoid, escape,Ἕκτορα Il.11.327
, etc.;φ. τινὰ ἐκ μάχης Hdt.7.104
;φ. ἐς τὴν Ἀσίην τοὺς Σκύθας Id.4.12
;φ. θάνατον Il.1.60
;ἔνθ' ἄλλοι μὲν πάντες, ὅσοι φύγον αἰπὺν ὄλεθρον, οἴκοι ἔσαν πόλεμόν τε πεφευγότες ἠδὲ θάλασσαν Od.1.11
; ἔφυγον κακόν, εὗρον ἄμεινον, formula used by μύσται, D.18.259; with modal dat., φ. ὄνειδος λόγοις, ἀμαχανίαν ἔργῳ, Pi.O.6.90, P.9.92; avoid, shun,χρὴ.. φεύγειν τὰ παχύνοντα Gal.Vict.Att.12
; , cf. 46, al.; φόνον φ. flee the consequences of the murder, E.Med. 796;αἷμα συγγενὲς φ. χθονός Id.Supp. 148
;τὰν Διὸς μῆτιν φ. A.Pr. 906
(lyr.);ὀσμὴν.., μὴ βάλῃ, πεφευγότες S.Ant. 412
;φεύγων φυγῇ τὸ γῆρας Pl.Smp. 195b
;ἐς πόντον.. φύγε πέτρας νηῦς Od. 10.131
; οὐδεμία [πόλις] πέφευγε (sed fort. leg. ἀπέφυγε) δουλοσύνην πρὸς Ἱπποκράτεος at the hands of.., Hdt.7.154: part. [tense] pf. [voice] Pass. also retains the acc. in Hom. in periphrastic phrases, ;πεφυγμένον ἔμμεν ὄλεθρον Od.9.455
; , cf. h.Ven. 34:—but in pass. sense, τὸ πάραυτα πεφυγμένον κακόν Epicur.l.c.2 of things, escaped, slipped from his hands,Il.
23.465; , cf. 11.128; τὸ φεῦγον the part which slips, X.Eq. 10.9, cf. Hp.Off.9, Gal.18(2).735: c. dupl. acc.,ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων Il.4.350
, Od.1.64, etc.b of wine, 'go off', turn sour, Gp.7.7.8.III flee one's country, Il. 9.478, Od.13.259; οἱ φεύγοντες the exiles, Th.1.24, X.Ages.7.6;πατρίδα φ. Od.15.228
, X.Cyr.3.1.24;τὴν αὑτοῦ Th.5.26
;ἅπασαν τὴν Ἀθηναίων ξυμμαχίδα IG12.10.30
;φ. ἐξ Ἄργεος Od.15.224
, cf. Th.8.85; ἐξ Ἀθηνέων, ἐκ τῆς πατρίδος, Hdt.6.103, X.An.1.3.3.2 φ. ὑπὸ Σκυθέων to be expelled, driven out by.. Hdt.4.125: but esp. to be exiled,φ. ὑπὸ τοῦ δήμου Id.5.30
, X.HG1.1.27; φ. ἐξ Ἀρείου πάγου by their sentence, Din.1.44: also c. acc.,φ. Πεισιστρατίδας Hdt. 5.62
.3 abs., go into exile, live in banishment, A.Ag. 1668 (troch.), Antipho 2.2.9, Pl.Mx. 242b;δύο ἔτη φευγέτω Id.Lg. 867c
; φ. ἀειφυγίαν to be banished for life, ib. 871d, al.; , cf. 24 (Amphipolis, iv B. C.); but alsoἐν ἀειφυγίᾳ Pl.Lg. 877e
; ; φεύγοντες being in exile, opp. having gone into exile,Lys.
14.33; with play on words, "μέχρι τίνος φεύξῃ, Ἀρκαδίων; καὶ ὅς, ἔς τ' ἂν τοὺς ἀφίκωμαι οἳ οὐκ ἴσασι Φίλιππον" Duris 3 J.IV as law-term (mostly in [tense] pres. and [tense] impf., but cf. Lys.12.4 (v. infr.)), to be accused or prosecuted at law: ὁ φεύγων the accused, defendant, Ar.V. 893, Pl.R. 405b, etc.; opp.διώκω, οὔτε φεύγων ἁλοὺς οὔτε διώκων ἡττηθείς D.23.66
; c. acc., φ. γραφάς, δίκην, Ar.Eq. 442 (lyr.), Nu. 167;ὑπό τινος δίκας φ. Pl.Ap. 19c
, cf. D.49.1;οὐδενὶ πώποτε οὔτε ἡμεῖς οὔτε ἐκεῖνος δίκην οὔτε ἐδικασάμεθα οὔτε ἐφύγομεν Lys.
l. c.;φ. ἀπολογίας Aeschin.3.201
; the crime being added in gen.,φόνου δίκην φ. Antipho 5.9
;γραφὰς φ. παρανόμων D.18.235
; more freq. c. gen. only, φ. φόνου to be charged with murder, Lys.10.31, Lycurg.133, etc.;φ. δειλίας Ar. Ach. 1129
; (anap.); with gen. of the penalty,ἐὰν.. φεύγῃ δεσμῶν OGI218.92
(Ilium, iii B. C.); alsoπερὶ θανάτου φ. Antipho 5.95
;φ. ἐπὶ μηνύσει τινός And.1.18
; ἀσεβείας φ. ὑπό τινος is accused of impiety by.., Pl.Ap. 35d; rarely of things, τὸ φεῦγον ψήφισμα the decree that is on its defence, the decree in question, D.23.58:—in Hdt.7.214 αἰτίην φ. has the older sense, flee from a charge, quit one's country on account of a charge.2 plead in defence, δεῖ τοί σε φεύγειν.. ὡς οὐκ ἔχουσι κῦρος [οἱ νόμοι] A.Supp. 390; ἔφευγε μὴ εἰδέναι pleaded ignorance, S.Ant. 263, (Cf. Lat.fugio, Goth. biugan 'bend', etc.)
См. также в других словарях:
μάρτυρας — Πρόσωπο που παρέχει πληροφορίες σε δικαστική αρχή· πρόσωπο που θανατώθηκε για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ή που βασανίστηκε για την ιδεολογία του· ο θεατής πράξεως ή γεγονότος. Σύμφωνα με τη χριστιανική θρησκεία ο μ. είναι ο επίσημος… … Dictionary of Greek
Σούτσος — Επώνυμο μεγάλης φαναριώτικης οικογένειας, η οποία καταγόταν από την Ήπειρο, και κατ’ άλλους από τη Βουλγαρία, και είχε εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη πριν από την άλωση, με το επώνυμο Δράκος. Μετά την άλωση, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην… … Dictionary of Greek
ГРИГОРИЙ БОГОСЛОВ — [Назианзин; греч. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ Ναζιανζηνός] (325 330, поместье Арианз (ныне Сиврихисар, Турция) близ Карвали (ныне Гюзельюрт), к югу от г. Назианза, Каппадокия 389 390, там же), свт. (пам. 25 янв., 30 янв. в Соборе Трех святителей; пам … Православная энциклопедия
διαφορά — Η έλλειψη ομοιότητας ή ισότητας ανάμεσα σε πρόσωπα ή πράγματα· η διαφωνία. (Μαθημ.) H μονοσήμαντη λύση της εξίσωσης α + x = β, για κάθε ζεύγος (β,α) πραγματικών αριθμών. Η λύση αυτή ονομάζεται δ. β πλην α και συμβολίζεται με (β – α). Η… … Dictionary of Greek
καταψευδομαρτυρώ — καταψευδομαρτυρῶ, έω (Α) 1. δίνω ψευδή μαρτυρία εναντίον κάποιου («τοὺς μὲν διδάσκοντας τοὺς μάρτυρας ὡς χρὴ ἐπιορκοῡντας καταψευδομαρτυρεῑν ἐμοῡ», Ξεν.) 2. παθ. καταψευδομαρτυροῡμαι, έομαι χάνω τη δίκη και καταδικάζομαι με ψευδείς μαρτυρίες,… … Dictionary of Greek
АГАПИЙ, ПУПЛИЙ, ТИМОЛАЙ, РОМИЛ, ДВА АЛЕКСАНДРА И ДВА ДИОНИСИЯ — († 304 или 305), мученики Палестинские (пам. 15 марта, возможно, также 19, 21, 23 или 24 марта, 20, 21 или 24 апр., 17 мая). Согласно рассказу Евсевия Кесарийского, в гонение имп. Диоклетиана к правителю Кесарии Урбану были доставлены юноши… … Православная энциклопедия
Γοργόνιος — Μάρτυρας του χριστιανισμού. Ο Γ. ήταν συγκλητικός και όταν ο Μαξιμιανός έκαψε τους Δισμυρίους μάρτυρες, ήταν μεταξύ τους αλλά σώθηκε. Συνελήφθη όμως αργότερα με τους επίσης συγκλητικούς Πέτρο και Ίνδη και μαρτύρησε με πνιγμό στη θάλασσα. Η μνήμη… … Dictionary of Greek
Βαράχος — Μάρτυρας γνωστός και με το όνομα Ιέρων. Μαρτύρησε την εποχή του Διοκλητιανού (284 305) με αποκεφαλισμό, μαζί με άλλους 32 μάρτυρες. Η Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη τους στις 7 Νοεμβρίου … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Λουκιανός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Λ. ο μάρτυρας. Μαρτύρησε επί Λικινίου (307 323), με ξίφος, στην πόλη των Τομέων της Σκυθίας μαζί με τον Ζωτικό. Η μνήμη του τιμάται στις 13 Σεπτεμβρίου. 2. Λ. ο μάρτυρας. Ήταν πρεσβύτερος στην… … Dictionary of Greek
Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… … Dictionary of Greek